United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είναι η ιστορία ενός ανθρώπου, που πάλεψε και νικήθηκε, χωρίς όμως να ντρέπεται γιατί νικήθηκε. Από τότε ταξίδεψα πολύ κ' είδα πολλούς ανθρώπους. Όλα όμως μου είτανε ξένα κι όλα νεκρά, όσο που γράφηκε το βιβλίο αυτό. Γράφηκε σε φωτεινές καλοκαιρινές μέρες εκεί όπου τελειώνουν τα βραχόνησα κι αρχίζει η ανοιχτή θάλασσα. Και γράφηκε από έναν έρημο άνθρωπο, που δεν είναι πια έρημος.

Καλά θα κάμουμε λοιπό να τους πάρουμε από την αρχή αρχή του έχτου αιώνα, από τότες που οι Βούλγαροι προχώρησαν ως την Ιλλυρική , και μεταγυρίζοντας πιαστήκανε με 15 χιλιάδες δικούς μας, που στρατηγός τους είταν ο Άριστος. Ταποτέλεσμα όμως της μάχης εκείνης δε βγήκε κι αυτό σαν του στρατηγού τόνομα, και μήτε νικήθηκε ο Άριστος από Βουλγαρικά μάγια, καθώς είπε κάποιος ιστορικός των καιρών εκεινώνε.

Το καμπάνισμα, οι προετοιμασίες, το σούσουρο που γινόταν έξω στους δρόμους και μέσα στο σπίτι του, δεν τον άφιναν ήσυχο. Η αθέμελη άρνησή του άρχισε να κλονίζεται. Βαστάχτηκε ως τ' απόγιωμα· τέλος νικήθηκε. Ντύθηκε βιαστικά, πεισμωμένος τώρα για ό,τι έκαμε, έτρεξε, ανέβηκε στον τράφο ν' αγναντέψη τη λιτανεία που έρχεται.

Λυπάται η κόρη για τη ζημιά του κοπαδιού της και που νικήθηκε στο τραγούδι· και παρακαλάει τους θεούς να γίνη πουλί, προτού να φτάση σπίτι της. Ακούν οι θεοί τα παρακάλια της και την κάνουν αυτό το πουλί, βουνήσιο σαν την κόρη, γλυκόλαλο σαν εκείνη. Κι ακόμη και τώρα τραγουδώντας διαλαλάει τη συφορά της, ότι αναζητάει τα ξεπλανεμένα βόιδια. Τέτοιες χαρές τους έδινε το καλοκαίρι.

Αλλά ο Κτήσιππος, κατά την συνήθειάν του, εξέσπασε στα γέλοια και, — Ευθύδημε, είπεν, ο αδελφός σου επαμφοτέρισεν εις αυτό που τον ηρώτησα, και πάει, χάθηκε, νικήθηκε.

Και τι κάμνει τότες ο Γαϊνάς; Γράφει του Αρκαδίου, του ξηγάει πως ο Λέοντας νικήθηκε από τη μεγάλη δύναμη του Τριβιγίλδου, και τονέ συβουλεύει να κλείση τα μάτια του και να του παραχωρήση όσα ζητούσε, κι έν' απ' αυτά, να παραδοθή ο Ευτρόπιος. Κοντοστάθηκε ο Αρκάδιος, μην ξέροντας τι να κάμη.