United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αράδιασε τέσερες καρέκλες στον τοίχο, στο τραπέζι κοντά. Επήδησε αλαφρά από το πάλκο κάτω. Ήρθε δυο τρία βήματα μπροστά. Εξαναγύρισε, και το καμάρωσε. Όξω τάλλα μαγαζιά κατάκλειστα. Όλοι εμαζέφτηκαν ενωρίς στα σπίτια τους, να δειπνήσουν για νάρθουν.

Τώρα δεν του τόβγαζε κανείς πως το πούλημα του μετοχιού προήρθε από το Θεομίσητο. — Ο άτιμος! εψιθύριζε, βηματίζοντας πέραδώθε· ο άτιμος! όλες τις βαγαποντιές του κόσμου τις μεταχειρίζεται. — Ναι, όλες· είπε ο Δημητράκης, μαντεύοντας τα λόγια του. Τον καιρό που στάλεγα εγώ δε μ' άκουες. Καμάρωσε τώρα! Βλέπεις; επρόσθεσε δείχνοντας το χτήμα του Θεομίσητου· όλο και κοντοζυγώνει σε μας.

Έβλεπε τα καταπράσινα περιβόλια, τις πορτοκαλιές, τα νόστιμα τα σπιτάκια, τα χωριατόπουλα που παραιτούσανε τα παιχνίδια τους και στεκόντανε να σεριανίσουν τους ξένους, τις χωριατοπούλες που κρυφόσκυβαν από τα παράθυρα να τους καλοκοιτάξουνε· διάβηκε τέλος και πλάγι του βράχου, και το καλοξέτασε το πέτρινο το θεριό, ταμέτρητα τα λιθάρια που κρεμιούνταν από τις ράχες του, άλλα σα χτισμένα απ' ανθρώπινο χέρι, άλλα σα να τάβαλε ξεπίτηδες ο Θεός για να φοβερίζη τους αμαρτωλούς αποκάτω· είδε και τη λιθόχτιστη τη σκάλα με τα σιδερένια τα κάγκελα που ανέβαιναν οι Χριστιανοί στους Σπερνούς και στις Λειτουργιέςτα καμάρωσε όλα από κοντά και τα θάμασε, και θανέβαινε δίχως άλλο να προσκυνήση κι αυτός, μόνο που ο ήλιος τους παράδερνε τώρα κ' είταν κ' οι δυο τους αποσταμένοι.

Εγώ είμαι η Ματούλα, έλεγεν η μία. — Κ' εγώ η Μυλσούδα, η μικλή, εψέλλιζεν η άλλη, — Κ' εγώ είμαι η Ξενούλα, έλεγεν η τρίτη. — Φίλησέ μας! — Πάρε μας! — Ημείς τα κορίτσια σου! — Εσύ μας γέννησες, μας έκαμες! — Μας γέννησε . . . στον άλλο κόσμο, επρόσθεσε σαρκαστικώς η Ξενούλα. — Χόρεψέ μας! — Δώσε μας μαμ! — Κάμε μας νάνι! — Τραγούδα μας! — Καμάρωσέ μας!