United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πνίγεται, σκοτώνεται, δε σε θέλει. Κ' είντα να τση κάμω; Ό,τι 'μπόρουνα τώκαμα. — Κιαμ' η αγουρίδα που μούλεγες; — Εθάρρουνα κ' εγώ, μα σαν έχη αράπικο ινάτι είντα θες να κάμω; Ο Μανώλης εστέναξε. — Κιαμ' εδά; είπε περίλυπος.

Και την ταχυνή, οντέν επέρασες από κοντά μου και δεν εγύρισες να με ξανοίξης ... Μα δεν ήκουσες απού σου μίλησα; Ο Μανώλης εχαμήλωσε τα μάτια του και δεν απήντησε. — Θα μάκουσες, μα ήθελες να με σκάσης κ' εγώ μόνο κατέω τον καϋμό που πήρα! — Ετσά τώκαμα, στα ψώματα ... είπεν ο Μανώλης γελών και αισχυνόμενος συγχρόνως. — Α! στα ψώματα! ... πεισματικά μούκανες! ... είπεν η Πηγή σείουσα τον λιχανόν.

Σχώρεσέ με, αδελφέ μου, για καλό τώκαμα, να μη σε γδύσουν . . . Σου χρειάζουνται τα λεπτά για να κυτταχθής, να γένης καλά . . . να ζήσης ακόμα, πολύ, πολύ! . . . Ο φθισικός είπεν «ευχαριστώ», έσφιξε το πορτοφόλι εις την παλάμην του, κ' εξέπνευσε. Μόλις απέδωκε την τελευταίαν πνοήν ο Θανάσης, και ο Στάθης ανέλαβε πάλιν το πορτοφόλι, και το έβαλεν εις τον κόλπον του.

Φτάνει που θα κακοπαθήσω εγώ... Δεν πρέπει να λείψουμε κ' οι δύο από το σπίτι. — Ηγώ τώκαμα του τάμα, είπεν η παπαδιά. — Μα αν πάω εγώ το ίδιο είνε. — Δεν είμαι ήσυχη αν δεν είμαι κοντά σου, παπά μ', είπεν η παπαδιά. — Κ' ημάς πού θα μας αφήσετε! έκραξε με δάκρυα εις τους οφθαλμούς το Μυγδαλιώ. — Σιώπα, καϋμένη, είπε το Βασώ. Θα με πάρ'νε κ' εμένα μαζί, σιώπα!