United States or Turks and Caicos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο αδελφός εις τον οποίον ανήκε να με υπερασπίση ατιμαζόμενον από τους ανθρώπους τούτους εφονεύθη από τον πλησιέστατον συγγενή του γενόμενος θύμα σκληρού πεπρωμένου· τούτου δε μη υπάρχοντος, εις υμάς οφείλω να αποτείνω τις θελήσεις μου τελευτών τον βίον.

Αμμή αν είνε κατά βάθος μέγα το ζητούμενον, αγκαλά και να είνε αδύνατον κατά πράξιν, οι θεοί θα μου το εκτελέσουν». Και ο Νίκανδρος: «Ας είνε όσον μέγα και εξαίσιον;» Ο Γεμιστός: «Ας είνε όσον ενδέχεται εξαίσιον και θαυμάσιον». Λέγει του ο Νίκανδρος: «Παράδοξα συντυχαίνεις, διδάσκαλε». Λέγει του ο Γεμιστός: «Διά να μη στοχασθής ότι είνε εις το μέσον καμμία απάτη, σου δίδω ελευθερίαν να προσδιορίσης εσύ το ζητούμενον, και εγώ να το ζητήσω από τους θεούς, ό,τι συ προσδιορίσης, και οι θεοί ευθύς θα μου το δώσουν». Λέγει του ο Νίκανδρος: «Ειμπορούν οι θεοί να πλάσουν νέαν πλάσινΚαι ο Γεμιστός αποκριθείς είπε: «Είπαμεν ότι τέτοιαν απόφασιν δεν έχουν οι θεοί, ύστερα από τον κατακλυσμόν του Δευκαλίωνος». Και ο Νίκανδρος: «Δεν θέλεις τους ζητήσει να πλάσουν νέαν δημιουργίαν εις όλον το πρόσωπον της γης· μόνον ένα δείγμα θέλεις τους ζητήσει». Και ο Γεμιστός είπε: «Τι λογής δείγμαΚαι ο Νίκανδρος: «Ωσάν ένα πλάσμα ανθρώπινον, οπού να μην είνε γεννημένον από γονείς κατά σάρκαΚαι ο Γεμιστός γελάσας είπε: «Το ευκολώτερον μου εζήτησεςΛέγει του ο Νίκανδρος: «Δύνασαι να το απολαύσης τούτο»; Ο γουν Γεμιστός, χωρίς να του αποκριθή, εκλείσθη εις την μιαράν φωλεάν του και ήρχισε να επικαλήται τους πονηρούς δαίμονας, συντυχαίνοντας ολοφάνερα με αυτούς και λέγοντας: «Κάμετέ μου το θέλημα τούτο, ω αθάνατοι θεοί, διά να ίδη και ο Νίκανδρος να πιστεύσηΜόλις γουν επρόφθασε να είπη τους λόγους τούτους, και ευθύς ο πονηρός δαίμων εμφανίζεται εν μορφή ευειδούς νέου ο μιαρός, με το σχήμα του θεού του Απόλλωνος, όπως τον παρίσταναν εις τα κωφά και αναίσθητα είδωλα, κρατώντας εις την αγκάλην έν νήπιον θηλυκόν, κλαυθμυρίζον, και δίδοντάς το εις τον Γεμιστόν είπε: «Λάβε ταύτην, ω Πλήθων, και γείνε τροφός να την αναθρέψης, επειδή το εζήτησες.» Ο γουν Γεμιστός έλαβε το νήπιον εκείνο, και έδειξέ το εις τον μαθητήν του, λέγοντας: «Ιδού βλέπε, ω Νίκανδρε, οπού δεν το επίστευες». Αύτη γουν η μικρά κόρη ήτον αληθώς πλάσμα του διαβόλου, και δεν εγεννήθη κατά την ανθρωπίνην φύσιν εκ συνουσίας ανδρός και γυναικός, αλλ' εγεννήθη κατά τας μεθοδείας του πονηρού δαίμονος.

Αλλ' ως είπομεν, εις το έργον του τούτο δεν φαίνεται κατεχόμενος από εμπάθειάν τινα, αλλά συναισθανόμενος την υπεροχήν του και εκ περιωπής κρίνων ελεεί τους δοκησισόφους τούτους ρήτορας λέγων, ότι δεν πρέπει να οργίζεται κανείς κατ' αυτών, διότι γνωρίζουν μόλις τα στοιχεία της τέχνης των, πράγμα το οποίον δεν είναι απορριπτέον, αλλ' εις ουδέν συντελεί άνευ φιλοσοφικής μορφώσεως και μεθόδου.

Οι λέγοντες έχουν υπ' όψιν τούτους, βλέποντες το παράκαιρον και άδικον των ερώτων αυτών, ενώ βεβαίως ό,τι δήποτε γίνεται κοσμίως και νομίμως δεν ημπορεί να θεωρηθή ψεκτόν.

Τελειώνοντας τούτους τους λόγους βγάζει ένα δακτυλίδι που είχεν εις το δάκτυλόν του· και ο βασιλεύς ευθύς τον είδε πώς δεν ήτον άλλο, παρά ένας άσχημος γέρων.

Leroy, Bayard και Σαν μη δίδοντας σημεία ζωής, έγραψαν προς τούτους διαπυνθανόμενοι, αλλά μόνην απάντησιν έλαβον νέαν αίτησιν χρημάτων.

Και τούτους μεν οι Συρακούσιοι έσπευσαν να τους αρπάσουν και να τους φέρουν πέραν του ποταμού εις μέρος ασφαλές, αυτοί δε, επειδή επήρχετο ήδη ο επίλοιπος στρατός των Αθηναίων, απεχώρησαν.

Και δός' την τούτους να την παν· κι' ας είν' αυτοί μαρτύροι 'Μπρός τους αθάνατους θεούς, 'μπρός τους θνητούς ανθρώπους, Και 'μπρός εις τον απάνθρωπον αυτόν τον βασιλέα, Το πώς θα γέν' έναν καιρόν πάλε δική μου χρεία, Να σώσω από τον κακόν αφανισμόν τους άλλους. Ότι αυτός ξεπάρθηκε με τα ζουρλά μυαλά του, Και δεν ηξεύρει να νοή τα 'μπρός, και τα οπίσω, Διά να μάχωνται γεροί οι Αχαιοίτα πλοία.

Μαθών ο Ιπποκράτης, ο οποίος ήτον ακόμη εις το Δήλιον, ότι επέρχονται Βοιωτοί, έστειλε πάραυτα εις τον στρατόν διαταγήν να παραταχθή εις μάχην, έφθασε δε και αυτός μετ' ολίγον καταλιπών τριακοσίους περίπου ιππείς περί το Δήλιον, διά να φυλάττουν την θέσιν ταύτην εν περιπτώσει προσβολής, και διά να περιμένουν συγχρόνως την κατάλληλον ώραν να επιτεθούν κατά των Βοιωτών διαρκούσης της συμπλοκής· αλλ' οι Βοιωτοί αντέταξαν εις τούτους στρατόν ικανόν, διά να τους συγκρατή εκεί.

Αδύνατον είναι να συντηρηθή κοινωνία άνευ του ενθουσιασμού, της αφοσιώσεως δηλ. εις τους συνέχοντας αυτήν θεσμούς, αλλ' επίσης αδύνατον είναι και να προδεύση άνευ της Σατύρας, ήτις υποσκάπτει τους θεσμούς τούτους χάριν καλλιτέρων εν τω μέλλοντι.