Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Λοιπόν δεν πρέπει ούτε να ειπούμεν ότι ο θεός έχει παρόμοιον ήθος, το οποίον αυτός βεβαίως μισεί, ούτε να επιτρέπωμεν εις κανένα, εάν δοκιμάση, να προφέρη τοιαύτην λέξιν. Βεβαίως όχι. Διότι πώς είναι δυνατόν;

Αυτή βλέποντας το μελαγχολικόν του πρόσωπον, και συγχυσμένον, που σχεδόν δεν ημπορούσε να προφέρη ένα λόγον, του λέγει· από τι προέρχεται η σύγχυσίς σου που σε κυριεύει και η μελαγχολία που φαίνεται εις τους οφθαλμούς σου; μήπως και είσαι βαρεμένος εις το να ευρίσκεσαι εις την συντροφιά μας με το να μη σου αρέση.

Άπαξ μόνον ήνοιξε τους οφθαλμούς, το δε βλέμμα του εμαρτύρει ότι μας ανεγνώριζεν, αλλά δεν ηδυνήθη να προφέρη λέξιν και έκλεισε πάλιν τα βλέφαρα. Η αναπνοή του εξήρχετο δυσκολωτέρα του στήθους, και εφαίνετο ότι τον βασανίζει η δύσπνοια.

Η κυρία Σοφία ηγέρθη, επροσπάθησεν εις μάτην να προφέρη καταληπτάς τινας λέξεις απολογουμένη, μας εκαληνύκτισε, χωρίς όμως να μας δώση την χείρα, και εξήλθε του δωματίου. Ο Κ. Μελέτης έμεινεν ολίγα εισέτι λεπτά μεθ' ημών, προσπαθών να διασκεδάση την δυσάρεστον εντύπωσιν, την οποίαν επροξένησεν εις τον Νίκον η έκστασις της αδελφής του.

Ο Άουλος ήτο ανήρ στρατιωτικός και δραστηριώτατος ώστε δεν ηθέλησε να προφέρη εις απάντησιν διαταγής ματαίους λόγους λύπης ή παραπόνων. Εν τούτοις μία ρυτίς οργής και λύπης ηυλάκωσε το μέτωπόν του, και αφού εξήτασε τας πινακίδας και την σφραγίδα, υψώσας έπειτα τους οφθαλμούς του προς τον γέροντα εκατόνταρχον είπεν ηρέμα: — Περίμενε εις το Άτριον, Άστα· θα σου παραδοθή η όμηρος.

Αλλά παρήλθε ταχέως, και το κενόν εξετάθη πάλιν παρελθούσης αυτής. Ο νέος έμεινε κεχηνώς, άναυδος, τεθαμβωμένος. Εψιθύρισε γλυκυτάτην τινά λέξιν, ήτις τω εφάνη ως φθόγγος υπερφυούς οργάνου. Την λέξιν ταύτην ουδέποτε ήθελε τολμήσει ο Μάχτος να προφέρη, αν ήτο εγρηγορώς. Αλλ' εις μάτην. Εκείνη έγεινεν άφαντος. Ο νέος την εκάλει, αλλά δεν ήρχετο πλέον. Ήνοιξε τους οφθαλμούς και ήτο σκότος.

Λοιπόν, τη είπεν αίφνης ο φιλόσοφος, σύμφωνοι; Θα μείνης εδώ, αύριον θα έλθη ο Μάχτος, και θα σας νυμφεύσω. Δεν έχει ούτω; Η κόρη εδίσταζε. — Δεν απαντάς; επανέλαβεν ο ΠλήθωνΝαι, είπεν η Αϊμά πεπνιγμένη τη φωνή. Και ο Πλήθων εξήλθεν. Ουδέν καινόν. Εκείνο όπερ ηνάγκασε την Αϊμάν να προφέρη το πεπνιγμένον τούτο ναι, ήτο η ελπίς και η προσδοκία της αποκαλύψεως ην τη υπεσχέθη ο Πλήθων.

Η δε Ανδριάνα με την μίαν χείρα επί της ανοικτής θύρας, εδείκνυε διά της άλλης την έξοδον, και ασθμαίνουσα δεν ηδύνατο ν' αρθρώση τας λέξεις τας οποίας επροσπάθει να προφέρη•― Φύγετε, κρυφθήτε! Ευρέθημεν όλοι δια μιας έξω εις τον δρόμον μετά της Ανδριάνας. Πού επηγαίνομεν ; Τι ηθέλομεν; Έμφυτός τις ορμή διηύθυνε τα διαβήματά μας μακράν της πύλης του χωρίου. Εφεύγομεν τους Τούρκους.

Διηγούνται δε τερατώδεις και βλασφημοτάτους μύθους περί του τρόπου καθ' ον έμαθε δήθεν να προφέρη το τετραγράμματον όνομα «ο Άνθρωπος εκείνος», όπως εν τη θεοκτόνω λύσση των Τον ωνόμαζον πάντοτε.

Έρχομαι από την φυλακήν και σου φέρω ασπασμούς από την Λίγειαν. Ο Βινίκιος εστηρίχθη επί του βραχίονός του και ήρχισε να τον παρατηρή εις τους οφθαλμούς υπό το φως των δάδων, μη δυνάμενος να προφέρη λέξιν. Αλλ' ο Ναζάριος εμάντευσε την ερώτησιν, ήτις εχάνετο εις τα χείλη του. — Ζη.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν