Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο νους ήρχισε πάλιν να τρέχη ακαταπόνητος εις το μέλλον, να εξερευνά και ν' αριθμή μίαν προς μίαν τας φοβεράς σκηνάς του· ο πυρετός κατέτηκε το σώμα του καθημερινώς, αργά αργά, ως η φλοξ το κηρίον, απομυζών πάσαν ικμάδα ζωτικήν του αίματος και υποσκάπτων την υγείαν· το νευρικόν του σύστημα ήτο εις αδιάκοπον ταραχήν, ωσεί υπό γαλβανισμόν, τα φρίκη επήρχοντο αλλεπάλληλα και τον εξήντλουν.

Εις πάσαν διαφθοράν υπερβαίνεις τον Οροδοικίδην, τον Λυκάμβην και τον Βούπαλον, οίτινες έγιναν αντικείμενα της σατύρας των ποινών εκείνων.

Τα τόσα παθήματα δεν ίσχυσαν να ψυχράνουσι τον ζήλον ή ν' αλλοιώσωσι το φρόνημα του ακαμάτου αποστόλου· το σώμα όμως αυτού κατήντησε βαθμηδόν αγνώριστον, αφού οι μεν Φρίσονες τω αφήρεσαν τον δεξιόν οφθαλμόν, οι δε Λογγοδάρδιοι έκοψαν τα ώτα του, οι Θουρίγγιοι την ρίνα και οι ανήμεροι κάτοικοι του Ερκυνίου δάσους, θέλοντες να εξολοθρεύσωσι των ιεροκηρύκων την γενεάν εθυσίασαν προ του βωμού του Τουίτονος τα δυο τέκνα του και έπειτα διά της αυτής απανθρώπου μαχαίρας απέκοψαν αυτώ . . . πάσαν πατρότητος ελπίδα.

Θελήσας να μιμηθή την παιγνιώδη ευστροφίαν και την ταχύτητα με την οποίαν ο Σμυρνιός έπλυνε τους ναργιλέδες, έσπασε δύο εκ των πέντε τους οποίους είχε το κατάστημα. Αλλ' ο Μπαρμπαρέζος, προλαμβάνων πάσαν τυχόν δυσοίωνον εξήγησιν, εφώναξε «γούρικαι εζήτησε νέον καφέν.

Προσήλου το βλέμμα της εις πάσαν ατραπόν, έτεινε τω ους αυτής προς τον αμυδρότατον ήχον, και πας κρότος τη εφαίνετο κρότος βημάτων, πάσα σκιά υπεδύετο το σχήμα ανθρωπίνου αναστήματος.

Αλλά το προ πάντων διακρίνον την κοίτην εκείνην από πάσαν άλλην είνε, ότι ουδείς ουδέποτε ούτε νύκτα ούτε ημέραν επ'αυτής ανεπαύθη.

Εκ της σκέψεως ταύτης απέβαλε πάσαν υπόνοιαν, και επίστευσε του λοιπού εις την αθωότητα του Τρέκλα. — Άκουσε, τω είπεν είσαι κηπουρός; — Ναι. — Και υπηρετείς το μοναστήρι; — Ναι. — Με μισθόν; — Ε!... ας πω πως μου δίνουν και μισθόν, είπε σαρκαστικώς ο Τρέκλας. — Λοιπόν δεν είσαι ευχαριστημένος; — Ευχαριστημένος; ναι. Πλέκω όλην την ημέραν κοφίνια και ο Χόμο μου κάμνει συντροφιά.

Αλλά προηγουμένως ενόμισαν καλόν να αποπειραθούν, αν ηδύναντο, δι' ευνοϊκού ανέμου, να πυρπολήσουν την πόλιν, η οποία δεν ήτο μεγάλη· διότι πάσαν ιδέαν επενόουν πώς να κυριεύσουν αυτήν άνευ δαπάνης και τακτικής πολιορκίας.

Παρά πάσαν όμως προσδοκίαν ο τραπεζίτης ανεγνώρισεν εν περιπάτω την πρώην σύζυγόν του, και, αρνουμένης ταύτης να επανέλθη υπό την συζυγικήν του προστασίαν, απήτησε τούτο δικαστικώς και εκέρδησε την δίκην· ότε όμως έφθασαν οι κλητήρες να εκτελέσωσι την απόφασιν, εύρον κενήν την φωλεάν και πάσαι αι καταβληθείσαι υπό της αστυνομίας προσπάθειαι προς ανεύρεσιν των αποπτάντων πτηνών απέβησαν μέχρι τούδε ανωφελείς».

Εις ταύτα ο Κροίσος απεκρίθη· «Με ενίκησας, υιέ μου, δίδων εις το ενύπνιον εξήγησιν καλλιτέραν εμού· διά τούτο μεταβάλλω γνώμην και σε αφίνω να υπάγης εις το κυνήγιονΕιπών ταύτα ο Κροίσος προσεκάλεσε τον Φρύγα Άδραστον· ούτος ήλθεν, ο δε βασιλεύς τω είπεν· «Άδραστε, σε εκαθάρισα από φρικτήν συμφοράν διά την οποίαν δεν σε ονειδίζω. Σε υπεδέχθην εις την οικίαν μου και σοι παρέχω πάσαν δαπάνην.