Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουλίου 2025


Όντας λοιπόν το καράβι έτοιμον διά να μισεύση, απεχαιρέτησα τον Αμπίμπη, και παίρνοντας τη Γαντζάδα κρυφίως διά νυκτός ήλθαμεν εις το καράβι ομού με μερικούς σκλάβους, οι οποίοι έφερναν τα διαμαντικά της και εκείνην την ιδίαν νύκτα εμισεύσαμεν. Εφθάσαμεν το λοιπόν ύστερον από ένα μακρυνόν ταξείδι, όμως χωρίς κίνδυνον εις την Μπάφραν καθώς επιθυμούσαμεν.

Αν είχεν εύρει την ειρήνην και την ησυχίαν εις την μακράν προσευχήν και εις την μετάνοιαν της ζωής του εν τη ερήμω, η ειρήνη αύτη δεν ήτο η ειρήνη η αυτόματος ανεξικάκου εκ φύσεως και αγίας ψυχής. Η νίκη την οποίαν ήρατο ήτο ακόμη πλήρης από τα ίχνη του αγώνος· και η ειρήνη την οποίαν κατέκτησεν απήχει έτι από τον μακρυνόν θόρυβον της θυέλλης.

Εγεννήθη εις τα κακοτράχαλα βουνά του Πίνδου, περιεπλανήθη εις ταις 'ψιλαίς ραχούλαις, κάτω εις τους ίσκιους των πριναριών·εποτίσθη με το αθάνατον νερόν της φαντασίας και της ζωηράς εμπνεύσεως και τους τελευταίους του στίχους διά τον μακρυνόν εκείνον τόπον αφιέρωσεν, εις την &Γκόλφω& δημοσιευθείσαν και εις τον &Ψωμοπάτη& ειδύλλιον εκ πεντακοσίων περίπου ωραίων στίχων.

Αυτοί ωσάν ακούσουν πως πηγαίνεις να επισκεφθής εκείνο το είδωλον, από τόπον τόσον μακρυνόν, θέλουν πέσει εις τους πόδας σου, και θέλουν σού φέρει με σέβας έμπροσθεν εις τον Τογρούλμπεϊν βασιλέα, ο οποίος θέλει σε παρουσιάσει εις τον μέγαν ιερέα του ναού του Καισάγια.

Κάτι άργησες απόψε; ηρώτησεν αδιαφόρως ο αδελφός του. — Έκαμα ένα μακρυνόν περίπατον, απήντησεν ατάραχος ο ποιητής, ενώ βραδέως εξεδίπλονε το χειρόμακτρόν του. — Διά να μαζεύσης εντυπώσεις χωρίς άλλο, υπέλαβεν εκείνος, ειρωνικώς μειδιών. Να ιδούμεν πότε θ' αρχίσης να μαζεύης και τίποτε καλλίτερον. — Έλα τώρα και συ! διέκοψεν ηπίως παρεμβαίνουσα η μήτηρ. Θα έλθη και αυτό σιγά σιγά.

Εκεί συμφωνήσας με ένα καραβοκύρην, ο οποίος έμελλε να ταξειδεύση εις μακρυνά μέρη, εμβήκα εις πλοίον πολλά επιτήδειον· μετ' ολίγας ημέρας κάμνοντας πανιά εμισεύσαμεν διά το προμελητημένον μακρυνόν ταξείδιον, το οποίον τη αληθεία εστάθη τόσον μακρυνόν και κινδυνώδες, διά τες κακοκαιρίες και φουρτούνες της θαλάσσης, ώστε που ο καραβοκύρης και ναύκληρος έχασαν την στράταν, και επλανώμασθε ένθεν κακείθεν εις την θάλασσαν και, όταν τέλος πάντων εγνώρισαν την τοποθεσίαν που ευρισκόμεθα από την θέσιν και κίνησιν των αστέρων, αντί παρηγορίας και χαράς επολλαπλασίασθη η λύπη μας και ο κίνδυνος.

Ουδόλως δ' υπελόγιζε τον κόπον της ημέρας εκείνης, εξ ου επόνεσαν τα αβρά δάκτυλά της, απέναντι της δειλής χαράς, ήτις σιγά-σιγά εβόμβει εις τα ώτα της ως μακρυνόν άσμα αναγγέλλον την παύσιν των δεινών της.

Δεν το αγροίκησε χωρίς πόνον η γυναίκα μου, ότι εγώ έμελλα να κάνω ένα τέτοιον μακρυνόν ταξείδιον· εκαταπείσθη τέλος πάντων εις τα δικαιολογήματά μου, με τες ελπίδες που έμελλα να γυρίσω φορτωμένος από πλούτη εις την Μπάσραν, και ότι υστερώτερα θα ήθελον απεράσει με αυτήν ευτυχώς δίχως να λάβω άλλην χρείαν να ταξειδεύσω.

Λέξη Της Ημέρας

σοβαρώτατος

Άλλοι Ψάχνουν