Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Και τα κύματα φρίσσοντα, ορχούμενα, λυσσώντα, εθραύοντο μετά παιδικής πεισμονής κατά του βράχου, ηττώμενα αλλά μη καταβαλλόμενα, υπερήφανα ως να είχαν την συνείδησιν του ισχυροτέρου και της τελικής νίκης την πρόγνωσιν.
Αλλ' ενώ ειργάζοντο εις τούτο πολλοί Κνίδιοι, εθραύοντο οι λίθοι εις μικρά τεμάχια και οι εργάται επληγώνοντο πλειότερον του συνήθους εις διάφορα μέρη του σώματος και προ πάντων εις τους οφθαλμούς, όπερ εθεωρήθη ότι προήρχετο από θείαν οργήν. Πέμψαντες λοιπόν εις τους Δελφούς ηρώτων περί της θεραπείας· η δε Πυθία, ως λέγουσιν αυτοί οι Κνίδιοι, απεκρίθη διά των εξής τριμέτρων στίχων.
Ο επί της πρώρας ακοίμητος φρουρός είχεν αντιληφθή εγκαίρως του σχασίματος των κυμάτων, άτινα εθραύοντο κατά της αποτόμου του φάρου άκρας εν παρατεταμένη νεροποντή και έδωσε σημείον, ο δε πλοίαρχος, ακροώμενος ως είπομεν, παρεδέχθη του φρουρού την αντίληψιν και διέταξε να χαλαρώσωσι τα χονδρόν σχοινίον, την μπουρίναν, την συγκρατούσαν τον παμμέγιστον τρίγκον, όπως «τα γυρίσωσι» τα ιστία προς την αντίθετον κλίσιν.
Επειδή κατά την στροφήν είχε τον άνεμον εναντίον, τα ιστία ανεστατώθησαν αίφνης κινδυνεύοντα να διαρραγώσι, τα δε κύματα μετ' αδυσωπήτου λύσσης εθραύοντο κατά της πρώρας, όλον δε το σκάφος εκλυδωνίζετο ως εν καταποντισμώ. Ενόμιζες ότι του θαλασσίου δαίμονος αι χαλύβδιναι χείρες ερράπιζον τας μαύρας της πρώρας παρειάς.
Μόλις εγνώσθη εις την πόλιν το αποτέλεσμα, αμέσως ο λαός, του οποίου εθραύοντο τα δεσμά, ανευφήμησε τον Ηράκλειον ως αυτοκράτορα. Την επαύριον ο στρατός εγκατέλιπε τον Φωκάν και ενωθείς μετά του λαού τον απεκήρυξεν.
Η Μαργή εξηκολούθησε να τον λιθοβολή με λύσσαν, αλλά τα πλείστα των βλημάτων της ήσαν άστοχα ή δεν έφθαναν μέχρι του εχθρού, ο οποίος μεθ' έκαστον κτύπημα επαναλάμβανε το ηδονικόν επιφώνημά του: — Ω-ω-ω! να χαρώ τα χεράκια σου, Μαρούλι! Εδρόσισες την καρδιά μου. Βλέπουσα δε η Μαργή ότι τα κύματα της οργής της εθραύοντο ανίσχυρα επί του βράχου εκείνου, ήτον ετοίμη να δακρύση εκ πείσματος.
Δι' άλλου διστίχου απήντησε πάλιν η γραία· και αφηρέθη θεωρούσα τα φοβερά κύματα, τα οποία κατ' εκείνην την στιγμήν εθραύοντο τοσούτον οργίλως επί της εν μέσω του λιμένος ξηράς νησίδος, ως να ήθελον να εκριζώσωσιν αυτήν. — Δεν μου λες, θεια Σπύραινα, ηρώτησεν ο ναύτης, με ποιον είνε ο Γεωργάκης; — Με τον καπετάν Κωνσταντή πλειο! τον περιμένουμε απ' τη Σαλονίκη. Πήγαν αλάτι απ' ταις Φώκαις.
Και τωόντι εθραύοντο μετά πενθίμου πατάγου εν τη νεκρά εκείνη ηρεμία οι καταπλακωμένοι των ελαιών κλώνοι, κ' εθραύετο η καρδία του Μπάρμπα-Σταύρου και εκόπτοντο τα ήπατα αυτού κ' ελύγιζον τα γόνατά του. — Ερμαίς εληαίς! Εψέλλιζε πενθίμως. Και όμως επροχώρει. Και τι ήθελε κάμει ο άφρων; αλλ' ο άνθρωπος είνε πάντοτε ανόητος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν