United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάτι άγρια πουλιά επέρασαν από 'πάνω μου, ένα κοπάδι, και τα είδα με απελπισίαν. Μ' εφοβήθηκαν! Εκρύωνα. Εζάρωσα εις την σπηλιά και είπα: — Έρμαις εληαίς! Και απόμεινα εκεί όπως με ηύρατε. Λίγο ακόμα, και θα τελείωνα με της παληοεληαίς, Κολλήγα! — Μη της ξαναλές πλεια, Κολλήγα. Ας πάνε στο καλό. Είσαι όμως και λίγο αράθυμος. Ο ποιμήν δεν ηθέλησε να τον αποκαλέση φιλάργυρον.

Θαρρείς και η ψυχρά θέα της χιόνος, ην με τόσην περιπάθειαν έβλεπε προ μικρού, εζωντάνευσε μυστηριωδώς, και κρυσταλλωμένη τον ερράπισε τον δυστυχή φιλάργυρον. — Έρμαις εληαίς! εψιθύρισε. Τέλος πάντων ο άνθρωπος ποτέ δεν απομένει ευχαριστημένος εις αυτόν τον παληόκοσμον! Κερδίζομεν από την μια μεριά τα έξοδα του φούρνου, χάνομεν από την άλλη τα δέντρα κ' έχουν μαξούλι ακόμη. Έρμαις εληαίς!

Και τωόντι εθραύοντο μετά πενθίμου πατάγου εν τη νεκρά εκείνη ηρεμία οι καταπλακωμένοι των ελαιών κλώνοι, κ' εθραύετο η καρδία του Μπάρμπα-Σταύρου και εκόπτοντο τα ήπατα αυτού κ' ελύγιζον τα γόνατά του. — Ερμαίς εληαίς! Εψέλλιζε πενθίμως. Και όμως επροχώρει. Και τι ήθελε κάμει ο άφρων; αλλ' ο άνθρωπος είνε πάντοτε ανόητος.