United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βαθμηδόν αι δυνάμεις σου, αι σωματικαί και διανοητικαί, επανέρχονται και αισθάνεσαι ότι η νόσος σού απέδωκεν είδος τι παρθενίας, ότι το πρώην σώμα σου το μολυσμένον, το κακόχυμον, το εξηντλημένον και πεπαλαιωμένον, ανεκαινίσθη, ότι κυκλοφορεί εις τας φλέβας σου νέον αίμα και νέαι σάρκες ενδύουσι τα οστά σου, ότι σ' εχάρισε δευτέραν ύπαρξιν ο Πανάγαθος Θεός.

Ήτα προωδευμένη, πολύ προωδευμένη η νόσος. Εις μάτην από την βόρειον πατρίδα των την έφερεν ο δυστυχής πατήρ προς ανάκτησιν ζωής υπό τον ήλιον της μεσημβρίας. Η ζωή κατέλειπε βαθμηδόν το εύχαρι σώμα της.

Έπειτα όμως, όταν έπαυσε το δίκαιον της βίας και οι Χριστιανοί εξησφάλισαν μικράν τινα δικαιοσύνην εκ μέρους της κυβερνήσεως, κατώρθωσαν διά της εργασίας νανακτήσωσι μέγα μέρος της γης, εκτοπίζοντες βαθμηδόν τους Τούρκους, εκ των οποίων τινές, μη έχοντες πλέον περιουσίαν και μη δυνάμενοι να ζώσιν, όπως άλλοτε, εκ των κόπων των ραγιάδων, είχον αρχίσει να μεταναστεύουν εις την πόλιν.

Κατ' αρχάς η ατραπός ηκολούθει την οφρύν βουνού κατωφερούς, απολήγοντος καθέτως προς την θάλασσαν. Πεύκα πυκνά εκατέρωθεν, αναδίδοντα το υγιεινόν άρωμά των, εψιθύριζον υπό την πνοήν του ανέμου. Τα πεύκα βαθμηδόν αραιούμενα έπαυσαν ολοτελώς μετά τινα ώραν και η ατραπός, στρέφουσα προς τα δεξιά, παρηκολούθει εκείθεν την παραλίαν επί βράχων γυμνών.

Ο έχων τότε χρήματα δεν ηγόραζε κοσμήματα ούτε προς χρήσιν του, ούτε κερδοσκοπίας χάριν. Θαύμα μου φαίνεται εισέτι πώς εν τω μέσω της ανεχείας εκείνης κατωρθώσαμεν βαθμηδόν να εξεύρωμεν πόρους και να δημιουργήσωμεν εμπόριον.

Η δε Ιωάννα ανύψωνεν ενίοτε υγρά βλέμματα προς τον πατέρα κράζουσα «Πεινώ! ». Εν αρχή μεν ο φιλόστοργος γονεύς ανατείνων τους κατίσχνους βραχίονας εις ουρανόν απεκρίνετο ως η Μήδεια «Τας φλέβας μου θέλω ανοίξει, ίνα διά του αίματός μου σε χορτάσω». Αλλά βαθμηδόν τοσούτον εξήρανεν η πείνα τον λάρυγγα και την καρδίαν του, ώστε εις τους θρήνους της θυγατρός απεκρίνετο λακωνικώς «Πήδα».

Εσκεπτόμην ολίγον την ματαιωθείσαν εις Αγγλίαν αποδημίαν, μου ήρχετο κατά νουν η τρομερά εκείνη εν τη αγορά παραζάλη, ότε έτρεχα άκων εν μέσω των Τούρκων, εφανταζόμην που και που, ότι έβλεπα ενώπιον μου τον Πατριάρχην επί της αγχόνης, αλλά τα δυσάρεστα φαντάσματα απεδίωξε βαθμηδόν της σωτηρίας η συναίσθησις, η προσδοκία της μετά της μητρός και των αδελφών μου συναντήσεως και αι γλυκείαι της παιδικής ηλικίας αναμνήσεις.

Δεινόν η πενία και η στέρησις όταν επέρχωνται μετά βίον άνετον, σκληρόν δε η περί του άρτου της αύριον αβεβαιότης όταν έχης να διαθρέψης γραίαν μητέρα και αδελφάς τρυφεράς ! Αλλ' εις όλα συνειθίζει ο άνθρωπος και προς όλα βαθμηδόν εξοικειούται. Ότε εσυμφώνησα την ενοικίασιν του οικήματός μας, παρετήρησα ότι ο οικοδεσπότης εφόρει σκούφον νέον, αλλά δεν έδωκα άλλως προσοχήν εις το πράγμα.

Είναι νόμος γενικός· προφητεία δεν είναι. Άμα πούμε όμως που γρήγορα ή «βαθμηδόν» θαναστήσουμε την αρχαία, κάμνουμε προφητείες, γιατί ως τώρα καμμιά γλώσσα δε φάνηκε Λάζαρος. Ανάγκη μεγάλη δεν είναι, πολλά λόγια και πολλές σοφίες δε χρειάζουνται για ναποδείξη κανείς που το πράμα είναι αδύνατο. Ένα μόνο φτάνει να πούμε.

Βαθμηδόν όμως τα σκότη επυκνώθησαν, οι κλώνες των δένδρων συνεχύθησαν εις μελανόν και άμορφον όγκον, το δε βλέμμα της Ψυχής ουδέν κατώρθονε πλέον να διακρίνη, όσον και αν προσεπάθει να διαπεράση τον καταπετασθέντα ενώπιόν της πέπλον της νυκτός.