United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ενώ εφαίνετο στολισμέ- νος με βαθειάν γνώρισιν των επιστημών, ήτον εμ- πειρότατος εις την τέχνην του, χαιρόμενος κατά τούτο την γενικήν των συμπολιτών του εμπιστοσύ- νην. Εις όλας τας συνομιλίας του έδειχνε μεγάλην κατανόησιν.

Η χρυσή καδένα μου! εφώναξε. Κ' εξυπνήσας αμέσως, επέψαυον με πόθον την καδένα μου την χρυσήν, θαρρών ότι μου την αφήρεσαν. Δεν εξεύρω πώς, αφού εξύπνησα, από όλην την χρυσήν παράστασιν του αρχιερέως απέμεινεν εις την ενθύμησίν μου ανεξάλειπτος η χρυσή άλυσις του εγκολπίου του, η οποία μου εφαίνετο ότι έλαμπεν ακόμη, μέσα εις την βαθείαν εκείνην νύκτα των οφθαλμών μου.

Εκεί από κάτω εξετείνετο η βελουδίνη των λειμώνων χλόη, κατεσπαρμένη με τα καστανόχροα ξύλινα σπίτια, η Λουτσίνη εβομβούσε και επάφλαζε. Παρετήρει ο Ρούντυ τον Παγώνα με τα κρυστάλλινα πράσινα χείλη και το λερωμένο χιόνι, έβλεπε μέσα την βαθείαν ρωγμήν, έβλεπε και τον Άνω Παγώνα και τον Κάτω.

Εγώ αυτός, υπό την επίδρασιν της καταπλήξεώς μου, έμεινα ανίκανος διά πάσαν κίνησιν και εις τα μάτια των καταταραγμένων ομίλων, οίτινες εθεώντο, θα εφαινόμην ως κανέν φάντασμα φέρον ατυχίαν, όταν επέρασα ανάμεσόν των, όρθιος και ωχρός εις την μαύρην μου γόνδολαν. Πάσαι αι προσπάθειαι απέβησαν μάταιαι. Ήδη πολλοί κολυμβηταί εκ των αρίστων υπεχώρουν με βαθείαν αποθάρρυνσιν.

Διά να είνε τις εμβριθής πρέπει να εγκύπτη εις βαθείαν των πραγμάτων μελέτην.

Έτρεφε πεποίθησιν εις την Λιαλιώ, ότι δεν ήτο ικανή, καθώς είπεν η ιδία, να προδώση την τιμήν του, αλλά και πάλιν, τις οίδε! Τις δύναται να εξιχνιάση της γυναικείας ιδιοσυγκρασίας τα μυστήρια; Eγνώριζε την ασθενικήν και oνειροπόλον προδιάθεσίν της και την μεγάλην και βαθείαν νοσταλγίαν της.

Ολίγαι υπάρχουσιν εν τοις Ευαγγελίοις εικόνες καταπληκτικώτεραι ή αύτη, ότε ο Ιησούς απέρχεται εις τον θάνατόν Του, και βαδίζει μόνος ανά την οδόν εις την βαθείαν κοιλάδα, ενώ όπισθέν Του εν εμφόβω ευλαβεία και μετά μεμιγμένων προβλέψεων φόβου και ελπίδος, με τους οφθαλμούς προσηλωμένους επ' Αυτόν, καθώς με κεκυφυίαν κεφαλήν προεπορεύετο αυτών εν όλω τω μεγαλείω της λύπης, ηκολούθουν οι μαθηταί και δεν ετόλμων να διαταράξωσι τας μελέτας Του.

Και τότε, το επάρατον δένδρον, με το ζων ανθρώπινον φορτίον του κρεμάμενον επ' αυτού εν ανηκούστω βασάνω, βραδέως ανυψώθη υπό βραχιόνων στιβαρών, και η βάσις τούτου ενεπάγη στερρώς εις οπήν βαθείαν εις το έδαφος εσκαμμένην. Οι πόδες μικρόν μόνον ανείχον από της γης.

Επειδή υπήρξε τελώνης ο ίδιος, φυσικόν ήτο πολλοί τούτων να ήσαν τελώναι και αμαρτωλοί, απόβλητοι της κοινωνίας, αντικείμενα μίσους και περιφρονήσεως. Και όμως ο Ιησούς και οι μαθηταί Του παρεκάθισαν μετ' αυτών εις το δείπνον. Τόσον ελευθέριος αγάπη επροξένησε βαθείαν δυσαρέσκειαν εις δύο σώματα ανθρώπων ή δύο ομάδας, τους Φαρισαίους και τους μαθητάς του Ιωάννου.

Εις το Κακόρεμα, μίαν βαθείαν και σκοτεινήν κοιλάδα, ο γέρω-Μπαρέκος, φέρων σάκκον μέγαν, επλήρου αυτόν, μετά προφυλάξεως υπόπτου, εκ μεγάλων κλάδων ελαιών, μετά του καρπού αποσπασθέντων, αναιβασμένος επάνω εις μίαν παμπάλαιον ελαίαν, ως αλώπηξ πεινώσα. — Κάνα-δυο φουντίτσες για τα παληοκάτσικα! Διέκοψε την σιωπήν των γυναικών, χωρίς να τον ερωτήσωσιν αύται. Ουδέ τον είδον καν, πού ήτο τρυπωμένος.