Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025


Προ δύο ετών, κατά τον χειμώνα, ο Στρεμμενός ο οποίος περιβάλλει διά των ρυπαρών νερών του τα Λεχαινά και φιλοδωρεί τους κατοίκους με παντοειδείς ασθενείας είχε πλημμυρίσει εκ των πολλών βροχών και κατέκλυσε τας πλησίον των όχθων του αυλάς, κήπους, οικίσκους και μάνδρας, εκάλυψε δε ή παρέσυρε τας ξυλίνας γεφύρας. Ούτω διεκόπη πάσα συγκοινωνία της μιας συνοικίας μετά της άλλης.

Ήτον ημέρα Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως, και η γρηά Παντελού, επιστρέψασα εκ της λειτουργίας, όπου είχεν ακούσει «ταις γεννεαίς δεκατέσσαρες», ανέβη εις την οικίαν. Η ασθενής ανέκειτο επί της στρωμνής παρά την εστίαν, και η μικρά Αικατερίνη καθημένη παρά το προσκέφαλόν της τής εκράτει την χείρα.

Διότι ηξεύρω καλά ότι, ενώ δεν θα ημπορέσω να του αντιτάξω καμμίαν αντίρρησιν ότι δεν πρέπει να κάμω όσα αυτός με συμβουλεύει, εν τούτοις, όταν τον αφήσω, θα υποχωρήσω χάριν της εκ μέρους των πολλών τιμής και υπολήψεως. Δραπετεύω λοιπόν από πλησίον του και τον αποφεύγω, όταν δε τον επανίδω, εντρέπομαι δι' όσα εμείναμεν σύμφωνοι.

η μικρά Τοτώ, βλέπουσα ατενώς προς με, αφήκεν ακράτητον επιφώνημα χαράς, κ' έλαμψε το προσωπάκι της, το στόμα της, τα μάγουλά της όλα εμόρφασαν κ' εμειδίασαν άρρητον μειδίαμα αγαλλιάσεως. Το πράγμα μου επροξένησεν αίσθησιν. Φαίνεται τωόντι ότι έχουν άφατον άρωμα και κάλλος, μαρτυρούμενον η «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων», αυτά τα εμπνευσμένα άσματα της αγίας Εκκλησίας μας.

Να ιδούμε τι άλλο έμεινε να φάγουν οι φαγάδες! Δι' εμέ η μεγάλη πανήγυρις έχανε πλέον το γόητρόν της. Έχανε το μεγαλείον της μετεβάλλετο εις συνήθη κυριακής λειτουργίαν. Το υψηλόν εκείνο της Ε'. ωδής, το εκ του μεγαλοφωνοτάτου Ησαΐου· «Εκ νυκτός ορθρίζοντες δοξολογούμεν σε» το έπαιρνε από 'μπρός η ημέρα κ' έχανεν ούτως όλην του όρθρου την μυστικήν ευωδίαν.

Εις τοιαύτην τινά κατάστασιν αποχαυνώσεως, ουχί αμοίρου ηδυπαθείας, με είχε βυθίση η μόνωσις, η ηρεμία, κατά τι δε ίσως και οι ατμοί των δύο ή τριών κατά το πρόγευμα ποτηρίων οίνου. Δύσκολον εκ τούτου είνε να ορίσω κατά πόσον μετείχον αναμνήσεως αναγνωσμάτων, ρεμβασμού και ενυπνίου όσα κατά την ώραν εκείνην εσκέφθην ή ωνειρεύθην,

Με τοιαύτας λοιπόν προπαρασκευάς και με τοιαύτα αισθήματα ήρχισεν ο πόλεμος. Αι σύμμαχοι δε πόλεις τας οποίας είχον καθείς των δύο ήσαν αι εξής. Εκ τούτων ναυτικόν παρέσχον οι Κορίνθιοι, οι Μεγαρείς, οι Σικυώνιοι, οι Πελληνείς, οι Ηλείοι, οι Αμπρακιώται και οι Λευκάδιοι, ιππικόν δε οι Βοιωτοί, οι Φωκείς και οι Λοκροί· αι δε άλλαι πόλεις προσέφεραν πεζικόν.

Ο Θευδάς ήθελε ναποσυρθή, αλλ' όμως έμεινε θεωρών εκ περιεργείας. «Κοιμάται!», είπε στραφείς προς αυτόν ο Μάχτος. «Άφησέ την να κοιμηθή», απήντησεν ο Θευδάς, κατά λάθος, διότι σκοπός του ήτο να είπη: «Εξύπνησέ τηνΗγνόει και αυτός πώς να εξηγήση τούτο, αλλ' όμως δεν επεθύμει ναφήση την Αϊμάν κοιμωμένην και ναπομακρυνθή εκείθεν. « Εξύπνησέ την! », είπεν ο Θευδάς, ζητήσας να επανορθώση το αμάρτημα της γλώσσης του.

Και μέχρι σήμερον αυτή η οικία μόνη εκ των Περσών είναι ελευθέρα υπακούουσα μόνον εις όσα θέλει, μη παραβαίνουσα όμως τους νόμους του τόπου.

Επίσης έτρεξαν εις βοήθειαν εκ της πόλεως και οι πρεσβύτεροι των Κορινθίων, άμα έμαθαν τα συμβαίνοντα. Ιδόντες δε οι Αθηναίοι επερχομένους όλους τούτους και νομίσαντες ότι ήτο βοήθεια στελλομένη εκ των πλησιοχώρων γειτόνων Πελοποννησίων απεσύρθησαν με βίαν εις τα πλοία έχοντες τα σκυλεύματα και τους νεκρούς των εκτός δύο τους οποίους εγκατέλιπον μη δυνάμενοι να τους εύρουν.

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν