Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Κι' ο Έχτορας τον αδερφό σαν είδε που κρατώντας στα χέρια τ' άντερα έγερνε να πέσει, εφτύς σα ζάλη 420 τα μάτια του συγνέφιασε, και πια απ' τη μάχη αλάργα δεν τον βαστάς ν' αργογυρνάει, μον το βαρύ κοντάρι σιώντας στον Αχιλέα ομπρός, χοιμάει θαρρείς σα φλόγα.

Κ' ήτον αργαστηριάρης αυτός, κ' είχε καλφάδες και παρακαλφάδες εις τ' αργαστήρι του, που δούλευαν και που σαν τραγουδούσαν ψιλά ψιλά, εκεί που πλούμιζαν, τα νυχτέρια, με χρυσάφια και με τιρτίρια τα ξόμπλια τους, έστριφτε το μουστάκι του το ξανθό αυτός, έγερνε το κρεμεζί φέσι του στραβά ως τα φρύδια κ' έκραζε συχνά πυκνά. — Δόστε του, μωρέ παιδιά, δόστε του. Όξω φτώχια, μωρέ καλφάδεσιμ'.

Σιγάσιγά καθώς σκέβρωσε το κορμί της δεν μπορούσε να σταθή στα κοκκαλιάρικα πόδια της κι' όλο έγερνε να πέση με τα μούτρα στο χώμα. Μα το χώμα δεν την ήθελε. Χίλιες φορές έπεσε προύμυτα στη γη και χίλιες φορές τη σηκώσανε πάλι οι διαβάτες. Δεν είχε ούτε ένα ραβδί ν' ακουμπήση τα γηρατειά της.

Κ' όταν από το σπήτι μας εκείνο το μικρούλι Μώδειξε η μάνα τα βουνά του Πίνδου και το Σούλι, Ταις ανοιξιάτικαις βραδειαίς 'σάν τώρα, με φεγγάρι Που αποσταμένη έγερνε αυτήτο μαξυλάρι, 'Σ το παραθύρι μας εγώ με 'ξάγρυπνα τα 'μάτια Κύταζα πέρα τα βουνά, των κλέφτων τα παλάτια, Κι' αγάλιαζα βαθηάβαθηά οπού 'σάν θείο χέρι Το μυρωμένο τους λεπτό με χάιδευε αγέρι.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν