Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Σεπτεμβρίου 2025
Ενίκησες, ενίκησες, ω γέρον, έχε διά την χάριν σου το τρίτον μέρος, χάρισμα της ζωής του πραγματευτού· πρέπει λοιπόν ο πραγματευτής να σας ευχαριστήση οπού με το μέσον των ιστοριών σας του ελευθερώσατε την ζωήν από τον κίνδυνον, και λέγοντας αυτά τα λόγια το Τελώνιο έγινεν άφαντον.
Όχι μόνον τα χρώματα και τα σχέδιά των, έλεγαν, είναι τα ωραιότερα οπού γίνονται, αλλά το ύφασμά των έχει την περίεργον ιδιότητα να γίνεται άφαντον δι' εκείνους μόνον τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι ή όλως διόλου παλαβοί, ή ανάξιοι διά την θέσιν την οποίαν κατέχουν. — Αυτό το ύφασμα θα κάμη περίφημα φορέματα, είπε μέσα του ο βασιλεύς.
Και άλλοι πάλιν έλεγαν ότι ήτον εκ βασιλικού αίματος, αναφέροντας εις μαρτυρίαν ότι την ιδίαν ημέραν οπού έφερεν ο πονηρός Σατάν το κόριον εκείνο εις τον πιστόν του δούλον και θεράποντα Γεμιστόν, η νύμφη του βασιλέως Ιωάννου Ευδοκία είχε τέκει βρέφος θηλυκόν, οπού έγεινεν άφαντον ευθύς άμα εγεννήθη, και όσας ερεύνας και αν έκαμαν οι οφφικιάλοι και οι δορυφόροι του βασιλέως, εστάθη αδύνατον να ευρεθή.
Και λέγοντας αυτά το Τελώνιον ευθύς έγινεν άφαντον. Ο ψαράς απεφάσισε να φυλλάξη την παραγγελίαν του Τελωνίου απαράλλακτα· και κινώντας προς την πολιτείαν έκαμε διαφόρους στοχασμούς εις όσα του συνέβησαν και φθάνοντας εις την πόλιν επήγε κατ' ευθείαν εις το παλάτι το βασιλικόν, διά να προσφέρη εις τον βασιλέα ως δώρον τα ψάρια του νέου κυνηγίου του.
Το πλοίον είχε γίνει άφαντον. Την επαύριον είχε γίνει ευδία. Δεν υπήρχε πλέον η μικρά φουσκοθαλασσιά κ' ελαφρά πνοή, ομοία με τον πείσμονα γρυσμόν του μετά κόπου κατασιγασθέντος εξηγριωμένου σκύλου. Όλοι εσυλλυπούντο τον νεαρόν καπετάν-Μήτρον, και όλοι έκαμνον, όπως συνηθίζουν οι ναυτικοί, ή κατά πρόσωπον ή όπισθεν των νώτων, τας αμειλίκτους εκ των υστέρων επικρίσεις των.
Τον δέχομαι, λέγει ο Πραγματευτής, και να είσαι βέβαιος ότι θέλω φυλάξει την υπόσχεση μου. Μετά ταύτα τα λόγια τον αφήκε το Τελώνιον σιμά εις την βρύσιν και έγινεν άφαντον.
Εσήκωσε το προσκέφαλόν και βλέπει ότι η θέσις ήτο κενή. Το πορτοφόλιον έλειπεν. Ανεσήκωσε την προσκεφαλάδαν ή μαξιλάραν, την υποκάτωθεν. Έψαξε τα σινδόνια. Τίποτε. Το χρηματοφυλάκιον είχε γείνει άφαντον. Κρύος ιδρώς τον περιέχυσε, και βηξ αγωνίας τον έπνιξε. — Μάννα μου! μάννα!
— Τ'ν' είδια, μπάρμπα, απήντησε το παιδίον. — Και πού πάει; — Ξέρου 'γώ. Ο κυρ-Μοναχάκης εσηκώθη εν αδημονία, και με οργίλην χειρονομίαν έκαμε να τινάξη το τσιμπούκι του εις το έδαφος. Το πρώτον παιδίον, το όποιον ίστατο πέντε βήματα απ' αυτού, ετρόμαξε, φοβηθέν μη φάγη καμμίαν με το τσιμπούκι, και έτρεξε να φύγη. Το δεύτερον παιδίον έξω της θύρας έγεινεν άφαντον όπισθεν του τοίχου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν