United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θα φορώ σαρίκι και θα πω στο χωριό πως από σήμερο και πέρα είμαι τούρκος. Μείνανε συλλογισμένοι κάμποσα λεπτά. Έπειτα η γυναίκα είπε: — Δεν πας να το πης και του παπά; — Κείντα μπορεί να μου κάμη κιο κακορρίζικος ο παπάς; Να βρη το μπελλά του κιαυτός; — Μια βουλή θα σου δώση. Ο Σιφογιάννης πήγε την ίδια βραδιά και ζήτησε γνώμη του παπά.

Γιατί να μη βρεθώ κ' εγώτο πλάι του Ζαβέλα! Γιατί αχ! ράσο να φορώ και όχι φουστανέλλα! Γιατί λιοντάρι εγώ βουνού να κόψω μοναχός μου Τα 'νύχια, την ανδρεία μου! Γιατί ναρθώ να ζήσω Καλόγηρος, αγνώριστος και ταπεινός, να κλείσω Τα μάτια μουτην ερημιά εδώ μακρυά του κόσμου!., Αγαπημένα Γιάννινα, πώς σας πονώ μακρυά σας!

Θα σε συνοδέψω με μερικά άλλα πουλιά και θα σε λέγω εις το αυτί τι πρέπει να κάμης. — Πουλιά μου αγαπημένα, αποκρίθηκεν η Μηλιά, έχετε καλή καρδιά, όχι όμως και πολλή γνώσι. Μου παραγγέλλετε να συγυρισθώ χωρίς να συλλογισθήτε πως μόνον σάς εφρόντισεν ο Θεός να στολίση με πλουμιστά φτερά. Εγώ δεν έχω να βάλω παρ' αυτό το παλιοφούστανο που φορώ.

Γιατί νομίζουν οι πολλοί, πως κάθε τι δεν πρέπει, Με δίχως κάνα σκέπασμα καθένας να το βλέπει, Εγώ πολύ παλιότερο και γεροντότερόν σου, Με τα στολίδια, που φορώ, φαντάζω νιότερό σου. Και ντιούμαι πάντα λογιαστά, και πάντα συχναλλάζω, Και πάσα ημέρα αλλιότικο, καινούρια νιάτα βγάζω. Τα όξω ορέγεται καλά, σ' εκείνα προσκολλιέται, Τα μέσα δεν παρατηράει ο κόσμος, κι' ας γελιέται.

ΚΡΕΟΥΣΑ Κ' η δύστυχη μητέρα σου σαν ποιά να ήταν τάχα; ΙΩΝ Κάποια γυναίκα που ‘σφαλε κ' εγέννησεν εμένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Έχεις τα μέσα για να ζης; τριμμένα έχεις ρούχα. ΙΩΝ Φορώ τα ρούχα του θεού, 'δω πέρα που δουλεύω. ΚΡΕΟΥΣΑ Και δεν εξέτασες ποτέ να μάθης τους γονειούς σου; ΙΩΝ Όχι• σημάδι γνωριμίας δεν μου τυχε κανένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Αλλοίμονο!— Κι' άλλη γυναίκα έπαθε τα ίδια με τη μάννα σου.

Δεν βλέπεις μαύρα που φορώ, δεν βλέπεις τα μαλλιά μου κομμένα; ΗΡΑΚΛΗΣ Ποιός επέθανε; Μήπως παιδί κανένα ή μήπως ο πατέρας του ο γέρος; ΘΕΡΑΠΩΝ Όχι ξένε, επέθανε η γυναίκα του. ΗΡΑΚΛΗΣ Τι λες; Με τέτοιο πένθος στο σπίτι με εδεχθήκατε; ΘΕΡΑΠΩΝ Ντρεπότανε να διώξη τον ξένο από το σπίτι του, ο Άδμητος, σαν ήλθε. ΗΡΑΚΛΗΣ Ω άμοιρε, τι σπάνια γυναίκα εστερήθης!

Πώς ήθελα το πρόσωπον του Δον Ζουάν να παίξω, ωσάν πιστός Κισλάραγας χαρέμια να φρουρώ, εις παραδείσους έρωτος και ηδονής να τρέξω, και σαν τον Σαρδανάπαλο φουστάνια να φορώ.

Μετά από αυτήν ξύρισα το κεφάλι μου και τα φρύδια μου και έβαλα το ένδυμα που βλέπετε να φορώ τώρα. Η Ζωηδία έκανε την ίδια ερώτηση και στους άλλους δύο, και έλαβε την ίδια απάντηση. Αλλά, πρόσθεσε ο τρίτος, «ίσως σας φανεί ενδιαφέρον κυρία μου, ότι δεν είμαστε από χαμηλή κάστα, αλλά είμαστε και οι τρεις γιοί βασιλιάδων, και μάλιστα βασιλιάδων που ο κόσμος σέβεται πολύ

Την χρυσήν αυτήν υπόληψίν μου να την φορώτην λάμψιν της ως στολισμόν προκρίνω, και όχι απ' επάνω μου ευθύς να την πετάξω. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Και η Ελπίς που 'φόρεσες μην ήτο μεθυσμένη; ή μη απεκοιμήθηκετο μεταξύ, και τώρα ξυπνά και βλέπει κίτρινη και κατατρομαγμένη, εκείνο που εχαίρετο προτήτερα να βλέπη; Το μέτρον της αγάπης σου με τούτο μου το δίδεις!

ΜΕΛΙΣΣΑ. Αν γνωρίζης, Βακχί, καμμιά γριά που να ξέρη, ξόρκια, σαν τις Θεσσαλές, και να μπορή με τα μάγια να κάνη τον άνδρα ν' αγαπήση την γυναίκα που εμίσησε, θα μου κάνης μεγάλη χάρι να μου την φέρης. Και θα της δώσω ό,τι θέλει και αν ακόμη μου ζητήση τα ρούχα που φορώ και τα χρυσαφικά• αρκεί να κάμη τον Χαρίνον να γυρίση στην αγάπη μου και να μισήση την Σιμμίχην όπως μισεί τώρα εμένα.