United States or Armenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατακόκκινο, με τρίχα ορθή, φριγμένη, με μάτια κάρβουνα αναμένα. Σταβροκοπιώνται με τρομάρα πολλή, αρχινάει τα ξόρκια ο παπάς, και το σκυλί, γένεται άνεμος κ' έσβυσε, γένεται μπουχός κ' εχάθη...

Τρεις μήνους ήταν άρρωστος, τρεις μήνους κοιτασμένος. Σάπηκαν τα γελέκια του, έρρεψε η λεβεντιά του, Τώφαε η αρρώστεια το κορμί, κ' ελύθηκαν οι αρμοί του. Τα δυο τα σταυραδέρφια του τον εγιατρολογούσαν Με ρίζες, μ' αγριοβότανα, με σταυρωμούς, με ξόρκια.

ΓΛΥΚ. Νομίζεις, Θαΐ, ότι την επροτίμησε για την ωμορφιά της; Δεν ξέρεις ότι το Χρυσάριον, η μάννα της, είνε μάγισσα και ξέρει ξόρκια της Θεσσαλίας και κατεβάζει το φεγγάρι; Λέγουν δε ότι και πετά τη νύκτα, σαν νυκτερίδα. Αυτή με τα μαγικά που τον πότισε τον άνθρωπο τον ετρέλλανε και τώρα τον τρυγούν. ΘΑΪΣ. Παρηγορήσου, Γλυκέριον• άλλον θαύρης και συ να τρυγήσης κι' αυτόν μούντζωσ' τον.

Κάλεσε και γητεύτρες, Ρωμιές και Τούρκισσες, και μούπαν διάφορα ξόρκια. Αλλ' η κατάστασή μου όλο στο χειρότερο πήγαινε. Ο πυρετός μέλυωνε· είχα μείνει ο μισός. Έτσι πέρασε ο Δεκαπεντάγουστος κιαυτό με πίκρανε περισσότερο κ' εβάρυνε την αρρώστειά μου. Από το άλλο μέρος δεν έπασχε και δεν αδυνάτιζε λιγώτερο η μητέρα μου. Απόφευγε να μου φανερώση τη σκέψη που την έτρωγε.

Νομίζετε λοιπόν, είπα εγώ, ότι με ξόρκια και με εξωτερικά κρεμαστάρια δύναται να παύση ένα κακόν, το οποίον υπάρχει εντός του σώματος; Εγέλασαν δι' αυτούς μου τους λόγους, και ήτο φανερόν ότι μ' εθεώρουν πολύ ανόητον, διότι δεν ανεγνώριζα πράγματα τόσον πασιφανή, τα οποία κανείς με τον κοινόν νουν δεν ηδύνατο ν' αρνηθή.

Πιάνει ο παπάς και του διαβάζει όλα τα ξόρκια κι όλες τις εφκές να τόνε συνεφέρη. Ναι! του κάκου. Όλα χαμένα! Ουδέ που σειώταν καθόλου. Μα έλα, που ήταν ζεστός; Τι να του κάμουν! τι να του κάμουν! δεν ήξερε κανείς. Πιάνει ο παπάς και τους λέει: — Ήταν αμαρτωλός, βλογημένοι μου, φαίνεται, κ' ήταν ανάξιος, και τον συνεπήραν ταγερικά με το μέρος τους, και τον εσυνεπήραν τα τελώνια τον άμοιρο.

Είνε από την Συρίαν και μια φορά που ο Φανίας μούκανε κι' εμένα απιστίες όπως τώρα σου κάνει σένα ο Χαρίνος, και μου είχε θυμώση, μου τον ξανάφερε στα νερά μου ύστερα από τέσσερους σωστούς μήνες που είχα πλέον απελπισθή• αλλά τα ξόρκια εθαυματούργησαν και τον έφεραν πάλι στην αγκαλιά μου. ΜΕΛ. Και δεν μου λες τι έκαμε η μάγισσα, αν τα θυμάσαι ακόμη;

ΜΕΛΙΣΣΑ. Αν γνωρίζης, Βακχί, καμμιά γριά που να ξέρη, ξόρκια, σαν τις Θεσσαλές, και να μπορή με τα μάγια να κάνη τον άνδρα ν' αγαπήση την γυναίκα που εμίσησε, θα μου κάνης μεγάλη χάρι να μου την φέρης. Και θα της δώσω ό,τι θέλει και αν ακόμη μου ζητήση τα ρούχα που φορώ και τα χρυσαφικά• αρκεί να κάμη τον Χαρίνον να γυρίση στην αγάπη μου και να μισήση την Σιμμίχην όπως μισεί τώρα εμένα.

Δεν υπάρχει λοιπόν κανένα γιατρικό του έρωτα, που να πίνεται, που να τρώγεται, που να λέγεται με ξόρκια, παρά μονάχα το φιλί και τ' αγκάλιασμα και το πλάγιασμα με γυμνά τα κορμιά. Ο Φιλητάς λοιπόν, σαν τους έμαθεν αυτά, φεύγει, αφού τούδωκαν λίγα τυριά κ' ένα κατσικάκι κερατιάρικο πια.