United States or Equatorial Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ο φίλος μας Οράτιος λέγει πως είναι της δικής μας φαντασίας· δεν θέλει να πιστεύση 'ς τ' όραμα, οπού δύο είδαμ' εμείς φοραίς με τρόμον της ψυχής μας· τον κάλεσα δι' αυτό την νύκτα να περάση απόψετην φρουράν μας, όπως, αν και πάλιν το φάντασμ' έλθη, αυτός ο ίδιος δικαιώση τους οφθαλμούς μας και συγχρόνως του ομιλήση. ΟΡΑΤΙΟΣ Μπα! Δεν θα φανισθή.

Αν δεν σας 'στόλιζε στόμα στωμύλον κι' ανοησίας χάρις αβρά, δεν θα ελέγεσθε ωραίον φύλον και της 'δικής μας πλευράς πλευρά. Πώς η καρδία μου για σας λυπείται, όταν την φύσιν σας τοιαύτην βλέπη... μ' όσα κι' αν κάμετε, μ' όσα κι' αν 'πήτε, πάντα θα μένετε όπου σας πρέπει.

Κατά τον παρά τοις αρχαίοις θείον θεσμόν της &δίκης&, η Κληταιμνήστρα λαμβάνει τα αντίποινα του φόνου του Αγαμέμνονος διά χειρός των τέκνων εκείνου, του Ορέστου και της Ηλέκτρας. Κατά την διάπραξιν του φόνου η Ηλέκτρα παροτρύνει τον Ορέστην και «εφάπτεται του ξίφους του». Σκληρόν τούτο ως και άπαντα όσα προς την μητέρα λέγει και πράττει η Ηλέκτρα.

Ο Περινίς του ιστόρησε όλα τα συμβάντα, την καινούργια προδοσία, την ημέρα της δίκης, την ώρα και τον τόπο που είχαν ορισθή. «Άρχοντα, η κυρία μου σας παραγγέλνει, την ωρισμένη μέρα, μ' ένδυμα προσκυνητού, χωρίς όπλα να βρεθήτε στον Άσπρο Κάμπο, αλλά τόσο καλά αλλαγμένος που κανείς να μη μπορέση να σας αναγνωρίση. Για να φθάση στον τόπο της δίκης, θα χρειασθή να περάση το ποτάμι με βάρκα.

Ο ενάγων δυστυχώς δεν μπόρεσε να παρευρεθή σε καμμιάν από τις συνεδριάσεις της δίκης. Η άρνηση των Εταιρειών να του δώσουν τις 18000 τον έφερε σε μεγάλην οικονομική στενοχώρια. Και πράγματι λίγους μήνες ύστερ' από το φόνο της Helen Abercrombie τον έπιασαν για χρέος στους δρόμους του Λονδίνου την ώρα που έκανε σερενάτα στ' όμορφο κορίτσι ενός από τους φίλους του.

Κ' ενώ γυρίσαμε τη σκέψη μας στους ανθρώπους αυτούς, που πρωτήτερα τους θεωρούσαμε μόνο σαν αναγκαίο συμπλήρωμα της δικής μας χαράς, άνοιξε η πόρτα του σπιτιού και στη λάμψη του ηλιού, που έπεφτε στη σκάλα, παρουσιάστηκε μια καμπουριασμένη γειτόνισσα και μας κοίταξε μ' ένα χαμόγελο, που έδειχνε πως μας γνώρισε.

Κάποιος απόξω φώναξε τότε: «Μπρε, τούτος είναι ο Wainewright, ο πλαστογράφος». Ήταν ο Forrester, ο ταχυδρομικός διανομεύς της Bon Street. Στις 5 του Ιουλίου τον έφεραν στο Old Bailey. Το ακόλουθο ρεπορτάζ της δίκης δημοσιεύτηκε στους Τάιμς: «Ενώπιον του κ. Justice Vanghan και του κ.

Είπε και με την ζώστρα του συσφίγγει τον χιτώνα, προς τα μανδριά πορεύεται, 'που εκλειούσαν χοίρων πλήθη, σηκόνει δύο, σφάζει τους κ' ευθύς τους καψαλίζει, και αφού καλά τους λιάνισεταις σούβλαις τους περνάει, 75 και άμα τα κρέατ' έψησε τα φέρει του Οδυσσέα, ζεστά ζεστά μες τα σουβλιά, κ' επάνω τ' αλευρόνει, και εις καυκί μέσα συγκερνά κρασί γλυκύ σαν μέλι, και αντικρυνά του κάθεται και τον παρακινάει• «Ω ξένε, τρώγε απ' το φαγί το χοίρινο, των δούλων, 80 και τα θρεφτάρια ολόπαχα τα ευφραίνονται οι μνηστήρες, 'π' ούτ' έλεος έχουντην ψυχήν ούτε της δίκης φόβο• πλην τ' άνομ' έργα οι μάκαρες θεοί δεν αγαπούσι, αλλά τα δίκαια και χρηστά τιμούν των θνητών έργα. και οπόταν άνδρες άρπαγαις, κακόπρακτοι, πατήσουν 85 εις ξένον τόπον και εις αυτούς λάφυρα δώση ο Δίας, άμα φορτώσουν, σπουδακτά γυρίζουντην πατρίδα, ότι κ' εκείνων εις τον νου της δίκης πέφτει τρόμος. πλην τούτοι κάπως θα 'μαθαν, θεού φωνή τους είπε, το τέλος του, αφού δίκαια δεν θέλουν να μνηστεύουν, 90 ουδέ να γύρουν σπίτι τους, αλλ' ήσυχα του φθείρουν δυναστικώς τα πλούτη του χωρίς να τα λυπούνται. τι κάθε ημέρα του Διός, όσαις και αν έχη ο χρόνος, ένα ποτέ δεν σφάζουσι σφακτόν ή δύο μόνα• και άφθονα βγάζουν το κρασί και το ρουφούν οι αυθάδεις. 95 ότ' είχε βιόν αμίλητον, όσον δεν είχεν άλλος ήρωαςτην μαύρη στερεάν, αλλ' ούτετην Ιθάκη. κ' είκοσι ανδρών ολόκληρα και αν ενωθούν τα πλούτη τόσα δεν είναι• τώρα εγώ να σου τ' απαριθμήσω• δώδεκ' αγέλαιςτην στερηά, τόσαις κοπαίς προβάτων, 100 και τόσαις χοίρων, και γιδιών τόσα πλατειά κοπάδια, του βόσκουν ξένοι μισθωτοί ποιμένες και δικοί του. κ' εδώτην άκρην ύστερη γιδιών πλατειά κοπάδια ένδεκα βόσκουν, και άνθρωποι καλοί τα επιστατούσι. καθένας πάντοτε απ' αυτούς καθημερνά τους φέρει 105 από τα ερίφια τα παχειά το εξαίρετο, το πρώτο. κ' εγώ πάλ' είμαι φύλακας των χοίρων οπού βλέπεις, και το θρεφτάρι το καλό διαλέγω και τους στέλνω».

Ωστόσο, όταν η σιδερένια του Ναπολέοντος πτέρνα εποδοπάτησε αμπέλια και χωράφια, τα χείλη του έμειναν άφωνα. «Πώς μπορεί κανείς να γράψη τραγούδια μίσους δίχως να μισήείπε στον Eckerman, «και πώς μπορούσα εγώ, που μ' ενδιαφέρει μονάχα ο πολιτισμός κ' η βαρβαρότης, να μισήσω ένα έθνος που είναι από τα πιο πολιτισμένα έθνη της γης και που του χρωστώ ένα τόσο μεγάλο μέρος της δικής μου μορφώσεωςΑυτή η νότα, που πρώτα ο Γκαίτε την εσήμανε στον νέον κόσμο, θα γίνη, νομίζω, η αφετηρία για τον κοσμοπολιτισμό του μέλλοντος.

Αρχίζει δε η τελετή της θεωρίας από την στιγμήν, κατά την οποίαν ο ιερεύς του Απόλλωνος στεφανώση την πρύμνην του πλοίου. Τούτο δε συνέβη να γίνη, καθώς έλεγα, την προηγουμένην ημέραν της δίκης. Διά τούτον τον λόγον έμεινε πολύν καιρόν ο Σωκράτης μέσα εις την φυλακήν, αφού ετελείωσεν η δίκη του, έως να τον θανατώσουν. Εχεκράτης.