United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κανείς φίλος λόγο να μη μ' απαγγείλη, κι' αν 'στο νου του τέτοιο έγκλημα περάση, να τον σακατέψουν 'στης σβερκιαίς οι φίλοι, κι' είθε τη 'μιλιά του 'στη στιγμή να χάση. Και τ' ακίνητά μου και τα κινητά τα χαρίζω όλα 'στην καλή πατρίδα, όχι για να κάμη πόλεμο μ' αυτά, αλλά ν' αγοράση 'λίγη δαμαλίδα.

Από του ευχαρίστου τούτου ονείρου αφυπνίζει αυτήν αίφνης ο υιός της, επιστρέφων από του καφενείου, όπου έπαιζε σφαιριστήριον, και φωνών από της θύρας· — Α, μητέρα! ξεύρεις ότι το πράγμα άρχισε να γίνεται αστείον; — Τι είνε, παιδί μου; — Όλοι οι φίλοι μου ήθελαν να τους κάμω γεύμα. Άλλοι ήθελαν δανεικά, άλλοι . . . Ο νέος Περδίκης αποσιωπά, ότι οι άλλοι εκείνοι εζήτουν την επιστροφήν δανεισθέντων.

Διότι δεν είναι βεβαίως πεπρωμένον δύο κακοί να γίνωσί ποτε φίλοι, ουδέ δύο αγαθοί να μη ανταγαπώνται. Όταν δε ο αγαπώμενος σχετισθή και δεχθή την συνομιλίαν και συναναστροφήν του ερώντος, λαμβάνων εκ του πλησίον πείραν της ευνοίας εκπλήσσεται διαισθανόμενος ότι ουδ' όλοι μαζί οι άλλοι φίλοι και συγγενείς παρέχουν φιλίαν ίσης μοίρας με την φιλίαν του ενθέου εραστού.

Αλήθειαν λέγεις, είπεν ο Κέβης. Αλλά το εξής βεβαίως, φίλοι μου, είπεν ο Σωκράτης, είναι δίκαιον να σκεφθώμεν, ότι, αν η ψυχή είναι αθάνατος, έχει επομένως ανάγκην από φροντίδα δι' αυτήν, όχι μόνον διά τούτον τον καιρόν, κατά τον οποίον διαρκεί εκείνο, το οποίον ονομάζομεν ζωήν, αλλά δι' όλον εν γένει τον καιρόν· και ο κίνδυνος τώρα μάλιστα και θα αποδειχθή, ότι είναι παρά πολύ φοβερός, εάν κανείς παραμελήση αυτήν.

Σε ηπάτησα λοιπόν, ότε σου την εγκωμίαζα; ηρώτησεν ο Λιάκος. — Θησαυρός, αδελφέ, ανεφώνησεν ο Πλατέας. Θησαυρός! Μετά έξ μήνας, εξηκολούθησε, θα σου ζητήσω νέαν εκδούλευσιν. Σε θέλω ανάδοχον του ανεψιού σου. — Και σεις; υπέλαβεν ο Λιάκος. — Α! Και σεις λοιπόν! Και οι δύο φίλοι ενηγκαλίσθησαν αλλήλους πλήρεις χαράς.

Αλλά μάτην επερίμενε, και ήδη είχεν αποφασίσει, αναγνωρίσας μακρόθεν την τσότραν και ελπίζων ότι οι δύο φίλοι εν τη ευθυμία των δεν θα τον έβλεπον, να επιχειρήση το τόλμημα και απέναντι αυτών. Αλλά την στιγμήν εκείνην απροσδόκητον συμβάν είλκυσε την προσοχήν του.

Διατηρήσατε λοιπόν, φίλοι μου, κατά το παράδειγμα των αρχαίων Ελληνοπαίδων, ζωηράν και ακμαίαν την υγείαν σας διά της εγκρατείας, της λιτότητος, και της σωφροσύνης. Ενισχύσατε, ως εκείνοι, διά της τακτικής σωμασκίας και των κόπων τας σωματικάς σας δυνάμεις. Ασπάσθητε εκ νεαράς ηλικίας την φιλοτιμίαν, τα γράμματα, την αρετήν, την σεμνότητα, και την εργασίαν.

Έπειτα ο κυρ Στρατής ήτο αξιόλογος άνθρωπος και αξιολογώτερος φίλος, θα δυσηρεστείτο, αν ηρνούμην. Το είχε τάξει. Και ημείς εδώσαμε τον λόγον μας. Εγνωρίσθημεν εις την Εκκλησίαν. Και όσοι γνωρίζονται εν τη εκκλησία και διά της εκκλησίας είνε οι καλλίτεροι φίλοι. Ούτω λοιπόν με αυτά και με εκείνα επραΰνθην. — Θα είνε και άλλοι; ηρώτησα.

Πόθεν ήλθον; Πού πηγαίνουν οι φίλοι μου, οι κάτασπροι γλάροι; Είνε γλάροι της Μιτυλήνης; Είνε γλάροι της Λήμνου; της Τρωάδος είνε οι γλάροι η της Τενέδου; Τους έβλεπον τάχα και οι Αχαιοί; Ω! η λευκή, η καλή συντροφιά μου, οι γλάροι του Αιγαίου! Καταμεσήςτο πέλαγος αναμένουν να χαιρετίσωσι τους ταξειδεύοντας. Άγγελοι του αισίου πλου, υπάρξεις ποθηταί εν κρυερά του πόντου ερημία.

Τότε λοιπόν ίσως δεν ημπορεί να γίνη ομοιόμορφος ο συνοικισμός των πόλεων, όταν δεν γίνεται καθώς εις τα μελίσσια, δηλαδή να έρχεται μία γενεά από καθεμίαν χώραν εις τον συνοικισμόν και να μένουν οι φίλοι πλησίον των φίλων, αφού τους έζωσε κάποια στενοχωρία της γης ή τους εβίασε κάποια άλλη παρομοία ανάγκη.