Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
ΓΑΛ. Ούτε ότι είνε μαλλιαρός και άγριος, ως λέγεις, είνε ασχημία, αλλά ανδροπρέπεια, και ο οφθαλμός ταιριάζει εις το μέτωπόν του, καθότι δεν βλέπει ολιγώτερον παρά εάν είχε δύο. ΔΩΡ. Από τους επαίνους που του κάνεις, Γαλάτεια, φαίνεσαι ως να έχης όχι εραστήν αλλ' ερώμενον τον Πολύφημον.
Τα δε σώμα είναι το δυνάμει ον Αλλά καθώς ο οφθαλμός είναι η κόρη άμα και η όψις, ούτω και εδώ το ζώον είναι η ψυχή άμα και το σώμα. Ότι λοιπόν η ψυχή δεν δύναται να υπάρχη χωριστά από του σώματος ούτε μέρη τινά αυτής, εάν εκ φύσεως αυτή διαιρήται εις μέρη, είναι ήδη προφανές• διότι ενίοτε η ψυχή είναι εντελέχεια των μερών τούτων.
Ασπρογαλιάζει και ασπρογάλιασμα , το υπόλευκον χρώμα του ουρανού και της θαλάσσης κατά το λυκαυγές της ημέρας. »Το φτερωτό σου μάτι.» σ. 223 Οφθαλμός περικυκλούμενος υπό μακρών και πυκνών βλεφαρίδων ή επισκιαζόμενος υπό δασέων οφρύων, εθεωρείτο ως τεκμήριον ανδρείας ψυχής και συνδυαζόμενον μετ' άλλων τινων προσόντων, καθωδήγει εις εύστοχον εκλογήν των παλληκαρίων .
Και αυτό το πλήθος έμεινε κατάπληκτον, όταν είδε τας κιγκλίδας να ανοίγωνται εκ νέου. Τότε ερρίφθησαν θηρία ποικιλώτατα· τίγρεις του Ευφράτου, πάνθηρες της Νουμηδίας, άρκτοι, λύκοι, ύαιναι και θώες. Το στάδιον ολόκληρον κατεπλημμύρησεν από αεικίνητον κύμα δερμάτων ποικιλοχρώμων ή ξανθοχρόων. Εδημιουργήθη κυκεών, όπου οφθαλμός δεν διέκρινε πλέον παρά μίαν φοβεράν και αεικίνητον δίνην ράχεων θηρίων.
Όλως διάφορος είνε η όψις της Βάθειας, όπου ουδέν υπάρχει το δυνάμενον να θαμβώση την όρασιν, αλλ' ούτε να την κουράση. Κρίνων εκ του ονόματος και της χαμηλότητος αυτής θα έκλινε να την υποθέση τις ως είδος τι χωνίου, ενώ μόνον εκεί δύναται να εντρυφήση εις άφρακτον ορίζοντα του Αθηναίου ο οφθαλμός.
Μόλις ανοίγεται κατάπληκτος προς το φως του βίου ο δειλός ημών οφθαλμός, και βλέπει — νομίζει ότι βλέπει — μακράν, εις τα βάθη του κυανού ορίζοντος της ζωής, λάμπον το φαεινόν της ευτυχίας είδωλον. Μακρός φέρει εκεί και τραχύς και ανάντης ο δρόμος· τι πειράζει; και τι μας μέλει της οδού το μήκος και η τραχύτης; Είμεθα νέοι, ακμαίοι και σφριγώντες.
Εάν όμως ο οφθαλμός ήτο πυρ, καθώς λέγει ο Εμπεδοκλής και εγράφη εν τω Τιμαίω, και εάν εγίνετο η όρασις, διότι το φως εξέρχεται εκ του οφθαλμού ως έκ τινος φανού, διατί η όρασις δεν βλέπει και εις το σκότος; Το να λέγη τις, ως ο Τίμαιος, ότι το φως σβύννεται εις το σκότος, αφού εξέλθη εκ του όμματος, είναι παντελής κενολογία.
Η ταχύτης της κινήσεως, δι' ης διαιρείται ο οφθαλμός, κάμνει ώστε το όργανον να γίνηται δύο, και έν των μερών να ορά, το δε άλλο να οράται. Διότι μόνον εις το σκότος λάμπει η λεία επιφάνεια. Όταν δηλ. η κίνησις είναι ταχεία. Υπό του Πλάτωνος. Δηλ. ότι είναι κάτοπτρον η ψυχή. Αύτη είναι η γνώμη του Δημοκρίτου, ην ο Αριστοτέλης εν μέρει δέχεται.
Εάν δε παύση η σχέσις αυτή ψυχής και σώματος, το σώμα δεν είναι πλέον σώμα, αλλά πτώμα, ύλη νεκρά. Ό,τι λέγομεν περί του όλου, αληθεύει και περί των μερών και αντιστρόφως Αν ο οφθαλμός λ.χ. ήτο ζώον, η όψις θα ήτο η ψυχή αυτού, διότι αυτή είναι η ουσία, η έννοια αυτού• αυτός δε ο υλικός οφθαλμός, τα νεύρα, τα υγρά, οι χιτώνες κλπ. είναι υλικά, άτινα άμα λείψη η δράσις είναι κενά ονόματα.
Απεκοιμήθη μίαν εσπέραν ελαφρά, υποψιθυρίζουσα καθ' εαυτήν την λέξιν ταύτην, την οποίαν της είχεν εκσφενδονίσει την ιδίαν ημέραν μία συγγενής εχθρά της: «Ούτε τα κόκκαλά μας να μη σμίξουν!» Απεκοιμήθη και ενθυμείτο το κοιμητήρι, το οστεοφυλάκιον του παλαιού νεκροταφείου της μικράς πόλεως, πλησίον του οποίου συχνά επερνούσεν επιστρέφουσα την εσπέραν από τον αγρόν της, και όπου έβλεπε τα λευκά ή κιτρινωπά κόκκαλα των νεκρών, όλα φύρδην μίγδην, όλα ομού κείμενα, χωρίς να δύναται οφθαλμός να διακρίνη τίνα ήσαν το οστά των υπαρξάντων πάλαι ποτέ φίλων και τίνα τα των εχθρών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν