United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ήρχισε πάραυτα η Γερακούλα να διηγήται πώς συνηντήθη μετά του δειλού εκείνου χωροφύλακος εις Κεχριάν και πώς ενίσχυσε τον φόβον του, χωρίς να γνωρίζη ότι ήτο ληστής, και περιπλέον αγνοούσα ότι έφερε μεθ' εαυτού ληστεύσας τον θησαυρόν του Μοναστηρίου, «ως να την είχε φωτίση η Μεγαλόχαρη, που δεν ήθελε να χαθώσιν έτσι οι κόποι της».

Αφού η βεζυροπούλα ωμίλησε με τέτοιον τρόπον του Αμπτούλ, της απεκρίθη αυτός. Κυρά μου, είμαι πολλά υπόχρεως εις τα όσα μου εξεμυστηρεύθης, και δεν θέλεις το μετανοήσει διά την ευγενικήν σου γενναιότητα· εσύ δεν αποθαίνεις, μη φοβάσαι· επειδή και θέλεις ιδεί τον θησαυρόν μου και θέλεις μείνει ευχαριστημένη καθώς το επιθυμείς· παύσε το λοιπόν να κλαίης, και έλα με εμένα διά να ιδής το ποθούμενον.

Σου ομολογώ, κύριέ μου, ότι έμεινα εκστατικός να ιδώ ένα θησαυρόν τόσον πλούσιον, που είνε αδύνατον να σου τον διηγηθώ και αν εγώ ήθελα ζήσει χίλιους χρόνους, και αν εξόδευα καθώς ξοδεύω κατά το παρόν, ακόμη δεν ήθελε τελειώσει.

Αυτός μου απεκρίθη· δεν θέλω να σε υστερήσω από τον μικρόν σου θησαυρόν, μάλιστα θέλω διά να τον αυξήσης εδώ εις το βασίλειόν μου.

Όταν ιδής μιας γυναικός την μαύρην προσωπίδα και της φιλεί το μέτωπον, μ' εκείνην την μαυρίλαν φαντάζεσαι πως κρύπτονται λευκά κι’ αφράτα κάλλη Εκείνος οπού τυφλωθή, δεν λησμονεί ποτέ του τι θησαυρόν πολύτιμον 'στερήθηκε το φως του!

Εις τούτα τα λόγια ο Αμπτούλ άνοιξε τα μάτια, και κυττάζει διά να ιδή ποίοι ήσαν οι ελευθερωταί του, και ανάμεσόν τους εγνώρισε την θυγατέρα του βεζύρη, που της είχε δείξει τον θησαυρόν του· Κυρά μου, εσύ είσαι το λοιπόν, που μου ελευθερώνεις την ζωήν; Ναι, φίλε μου, απεκρίθη η βεζυροπούλα, εγώ είμαι και ο Αλής ο αγαπητικός μου, που εδώ τον βλέπεις, ο οποίος παρακινημένος από ευσπλαγχνίαν, ήλθε μετ' εμένα διά να με βοηθήση να σε βγάλω από τον κίνδυνον του θανάτου.

Ω τρελλός που είμαι, εφώναξα, διατί να μην ερωτήσω τον Σουλτάνον, τον πατέρα μου, τίνος ήτον αυτή η εικόνα που ηύρα εις τον θησαυρόν του· αυτός βέβαια ήθελε μου το φανερώσει, και εγώ δεν ήθελα λάβει τόσα κίνδυνα διά αυτήν την υπόθεσιν και δεν ήθελα χάσει και τον αγαπημένον μου Σαέδ.

Αφού και είδα ένα τέτοιον υπέρπλουτον θησαυρόν αλησμόνησα πλέον τα όσα ο γέρων μου παρήγγειλε να φυλάξω, και ευθύς άνοιξα τα χέρια εις το να μοιράζω πλουσιοπαρόχως εις κάθε έναν από τα πλούτη μου.