Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Ποίου ανδριάντος; ηρώτησα. Δεν είδες, είπεν, όταν εισέρχεσαι εις την αυλήν, ένα ωραιότατον ανδριάντα, έργον του Δημητρίου του αγαλματοποιού; Εννοείς εκείνον ο οποίος παρίσταται να ρίπτη τον δίσκον και σκύφτει εις την στάσιν της αφέσεως με το πρόσωπον γυρμένον προς το χέρι το οποίον κρατεί τον δίσκον, και λιγύζει ολίγον το γόνατον ούτως ώστε να φαίνεται έτοιμος με την βολήν του δίσκου να ανατιναχθή; Όχι εκείνον, είπεν ο Ευκράτης• αυτός ο δισκοβόλος είνε έργον του Μύρωνος.

Μετά την απάντησίν του λοιπόν αυτήν, επειδή επιθυμούσα εγώ να μάθω καθαρά και ξάστερα εκείνο το οποίον ήθελε να ειπή, τον ηρώτησα ποίαν γνώμην έχει διά τους ικανούς ανθρώπους, αν τους νομίζη δηλαδή χρησίμους ή αχρήστους. — Χρησίμους βεβαίως, Σωκράτη, μου απεκρίθη. — Επομένως εάν οι ικανοί είναι χρήσιμοι, τότε οι ανίκανοι είναι άχρηστοι; — Βεβαιότατα, δεν υπάρχει αμφιβολία, μου είπεν.

Λοιπόν, ω αξιοθαύμαστε, δεν απήντησες ακόμη, εις εκείνο που σε ηρώτησα. Διότι βεβαίως εγώ δεν σε ηρώτησα ποίον είναι αυτό το οποίον τυχαίνει να είναι συγχρόνως ευσεβές και ασεβές, ουδέ ποίον είναι συγχρόνως αγαπητόν και μισητόν εις τους θεούς, καθώς παρεδέχθημεν.

Τέλος πάντων εμείναμεν, δεν ηξεύρω πώς, σύμφωνοι ότι γενικώς το πράγμα είναι έτσι όπως το είπαμεν και ότι πανταχού και πάντοτε η επιτυχία συμβαδίζει μετά της σοφίας. Και αφού εσυμφωνήσαμεν εις αυτό, τον ηρώτησα εκ νέου ποίαν ιδέαν θα είχε τώρα δι' εκείνα που παραδέχθημεν κατ' αρχάς.

Μία γραία με την ρόκαν της, με δύο προβατίνας τας οποίας έβοσκεν εντός αγρού πλησίον, ευρίσκετο εκεί, καθημένη έξωθεν της μικράς καλύβης της. Όταν την ηρώτησα τι είχε γείνει το «Μεγάλο Δέντρον» το οποίον ήτον ένα καιρόν εκεί, μοι απήντησεν·

Ήκουα τας φωνάς των, αλλά δεν διέκρινα τι λέγουν. Οι πρώτοι εκ του σώματός μας έτρεξαν προς συνάντησίν των. Ολόκληρος η μακρά μας στήλη επέσπευσε το βήμα διά των ελιγμών της κρημνώδους ατραπού, και εβάδιζα σπεύδων κ' εγώτελευταίος μετά του Μίρτου. — Τι συμβαίνει; τον ηρώτησα. — Κάτι τρέχει, απεκρίθη λακωνικώς.

Φαίνεται ότι έχουν πολλά να ειπούν. — Τον παλαιόν της φίλον; ηρώτησα εγώ. Πώς γίνεται να μη τον γνωρίζω; Πρώτην φοράν τον βλέπω. — Δια τον λόγον ότι μόνον προχθές επέστρεψεν από την Ευρώπην. Πρό πέντε ετών, πριν αποκατασταθείς συ εις την Σύραν, ήτο ερωτευμένος τρελλός με την Χριστίναν, την οποίαν δεν του έδωκαν διότι δεν είχε τα μέσα να την συντηρήση.

Αλλά αυτά μεν τα διηγήματα να μου ειπής άλλοτε, όταν τύχη ευκαιρία, τώρα δε ακριβώς προσπάθησον να μου είπης πλέον σαφέστερον δι' εκείνο, διά το οποίον προ ολίγου σε ηρώτησα.

Μα πώς, είπα τότε εγώ, σου φαίνεται ότι δύναται να διακρίνη κανείς εάν ένα πράγμα είναι ωραίον ή άσχημον, εάν δεν το γνωρίζη προηγουμένως καλά, εάν δεν είναι εντός της ουσίας του; — Βεβαίως όχι, μου απήντησεν. — Ε, γνωρίζεις λοιπόν εσύ, είπα, τι είναι αυτό το φιλοσοφείν; — Χωρίς αμφιβολίαν, μου είπε. Το γνωρίζω και πολύ καλά μάλιστα. — Τι είναι τέλος πάντων; τον ηρώτησα.

Τότε διέκρινα μετά φρίκης, ότι αι χείρες του ήσαν καθημαγμέναι και κηλιδωμένον το ένδυμά του. Κρύος ιδρώς με περιέλουσεν! — Ω! Κιαμήλ έχυσες αίμα! — Όχι! είναι μόνον το αίμα του βρυκόλακα, του σκοτωμένου. — Και τίνος σκοτωμένου ήτον ο βρυκόλακας; ηρώτησα εγώ τρέμων καθ' όλα μου τα μέλη. — Αυτού που σκότωσε τον αδελφοποιτόν μου, απεκρίθη εκείνος.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν