United States or Brunei ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και δι' αυτά επίσης, Σωκράτη, δεν θα ειπής ότι δεν είνε αληθή. Και την στιγμήν αυτήν δε ακόμη αισθάνομαι, ότι αν απεφάσιζα να δώσω ακρόασιν εις τους λόγους σου, δεν θα ημπορούσα να ανθέξω, αλλά θα επάθαινα τα ίδια. Διότι με αναγκάζει να συμφωνήσω μαζί του, ότι ενώ πολλά πράγματα μου λείπουν ακόμη, παραμελώ μεν τον εαυτόν μου, αναμιγνύομαι δε εις τα των Αθηναίων.

Και πώς θέλεις, ω μακάριε άνθρωπε, να μη ευρεθώ εις απορίαν, είπεν ο Σωκράτης, και εγώ και οποιοσδήποτε άλλος, όταν πρόκειται να ομιλήσω έπειτα από λόγον τόσον λαμπρόν και ποικίλον; Και όλα μεν ήσαν θαυμάσια· αλλά ιδίως εις το τέλος ποίος ακούων δεν εξεπλάγη από το κάλλος των λέξεων και της εκφράσεως; Εγώ τουλάχιστον, αισθανόμενος ότι ούτε κατά προσέγγισιν θα είμαι ικανός να ειπώ τόσον ωραία πράγματα και εντρεπόμενος, θα το έσκαζα, εάν ημπορούσα.

Μα όσον πολύτιμη και αν μου εφάνη η αυλή, η τέχνη υπέρβαινε κατά πολλά, η κατασκευή του κτιρίου δεν επαρομοίαζε καθόλου με τες ιδικές μας, και δικαίως ημπορούσα να στοχασθώ ότι ανθρωπίνη εργασία δεν ήτον· οι οντάδες ήσαν γεμάτοι από στρωσίδια χρυσοΰφαντα, και εφαίνονταν πολύτιμες και άξιες ζωγραφιές, που έδειχναν τους πολέμους του Μωάμεθ, που έκανε διά να στερεώση την θρησκείαν του.

Εις την κατάστασιν που ευρίσκονταν του βασιλέως το πνεύμα, ημπορούσα χωρίς φόβον να φανερωθώ έμπροσθέν του.

Το ομολογώ πως ημπορούσα με δίκαιον τρόπον να φοβηθώ, ότι εκείνο που είπα να μην ήθελεν εύρη πολλήν πίστιν εις το πνεύμα τους· μα οι γυναίκες της καλής επιθυμίας εκυριεύθησαν από τον θαυμασμόν.

ΑΡΓΓΑΝ Πολύ παράλογο έθιμο να μη μπορή ένας σύζυγος ν' αφήση ό,τι θέλει στη γυναίκα, που τον αγαπά τρυφερότατα και που τον νοιάζεται τόσο πολύ! Θα ήθελα να συμβουλευθώ και το δικηγόρο μου, να 'δω τι θα ημπορούσα να κάνω.

Βλέποντάς με εις κατάστασιν που δεν ημπορούσα πλέον να υποφέρω, και φοβούμενος να μην αποθάνω εις καμμίαν φυλακήν από τα χρέη, επρόστρεξα εις την κασσέλαν μου.

Έμεινα πολλά εκστατικός εις ετούτα τα λόγια· εβεβαιωνόμουν πολλά καλά, ότι θα ήλλαξα την μορφήν μου μα δεν ημπορούσα να καταλάβω πώς ο αδελφός μου να μη με εγνώριζε καθόλου.

Αφού και εκείνη μου επλήρωσε την περιέργειαν, και με ευχαρίστησε διά την δικαιοσύνην που της έκαμα, ετραβήχθη εις την οικίαν της· μα αλλοί εις εμέ αν αυτή δεν ήτον πλέον εμπρός εις τους οφθαλμούς μου, έστεκε με όλον τούτο πάντα έμπροσθεν εις την φαντασίαν μου, και δεν ημπορούσα διά μίαν στιγμήν να την αποξενώσω από τον νουν μου.

Διότι ίσως αυτός δεν εννοούσε τούτο, αλλά το να είναι κανείς ικανός, όταν τον ερωτήσουν τι είναι έκαστον πράγμα, να δώση την απάντησιν με τα στοιχεία. Θεαίτητος. Ειπέ μου ένα παράδειγμα, καλέ Σωκράτη. Σωκράτης. Αυτά εγώ δεν θα ημπορούσα να τα μετρήσω, καθώς νομίζω, ούτε συ.