United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' εν τοσούτω θα ήθελα να ακούσω οποία πράγματα από τον Όμηρον σε έπεισαν. Μήπως εκείνα τα οποία λέγει περί του Διός, ότι συνώμοσαν να τον δέσουν η κόρη του, ο αδελφός του και η σύζυγός του; Και αν δεν ενόει τα τεκταινόμενα η Θέτις και εκάλει εις βοήθειαν τον Βρυάρεων, θα ηχμαλώτιζαν τον καλό σου τον Δία ή και θα τον έρριπταν εις τα δεσμά.

Τότε επικειμένης της εφόδου ο μεν Βώνος ανέλαβε την άμυναν των τειχών, όπου προσέτρεχαν όλοι οι μάχιμοι άνδρες, ο δε πατριάρχης Σέργιος εκάλει τον λοιπόν λαόν εις τους ιερούς ναούς, διά να επικαλεσθούν την άνωθεν αντίληψιν και να λάβουν θάρρος απέναντι του επικρεμαμένου κινδύνου.

Και τόρα σεις απ' εκεί λέγετε μου ωρισμένως, να έμβω ή όχι; θα συμπίετε μαζή μου ή όχι; Όλοι τότε εφώναξαν και του έλεγαν να εμβή μέσα και να κατακλιθή, επίσης δε τον εκάλει και ο Αγάθων.

Ο δρόμος μας ήτον επί της κλιτύος, ολίγον υψηλοτέρου της θέσεως όπου ίστατο το δένδρον, έτεμνε δε πλαγίως το βουνόν . . . και η δρυς η μαγική, καθώς εξηκολούθουν να την βλέπω επί ικανήν ώραν, με εγοήτευε και με εκάλει, ως να ήτο πλάσμα έμψυχον, κόρη παρθενική του βουνού.

Όταν δε ο γέρων τον εκάλει διά να του δίδη γεωργικάς συμβουλάς, ανεχώρει κατεχόμενος υπό τοιούτου ερεθισμού, ώστε δεν έβλεπε· και επροχώρει βλασφημών και ξεθυμαίνων κατά των ζώων τα οποία συνήντα καθ' οδόν.

Εξηκολούθησα λοιπόν να τον ακούω να συσσωρεύη μεγαλαυχίας επί μεγαλαυχιών και υπερβολάς φοβεράς περί του Πρωτέως• διότι προς τον Σινωπέα ή τον διδάσκαλον αυτού Αντισθένην ούτε κατεδέχετο να τον συγκρίνη, αλλ' ουδέ προς αυτόν τον Σωκράτην, μόνον δε τον Δία εκάλει εις συναγωνισμόν.

Ο δε άλλος αντέτεινεν ότι ο αγών δεν ήτο περί σωματικών προτερημάτων, αλλ' έπρεπε να εξετασθούν τα προσόντα του πνεύματος και του χαρακτήρος και η γνώσις των φιλοσοφικών δογμάτων• και εκάλει ως μάρτυρα τον Αριστοτέλην, όστις τόσον θαυμασμόν έτρεφε προς τον ευνούχον Ερμείαν, τον τύραννον της Ατάρνης, ώστε και θυσίας προσέφερεν εις αυτόν ως θεόν.

Προς ανάπαυσιν δε της συνειδήσεώς της εφαντάζετο ότι ίσως η θεία Πρόνοια εκάλει αυτήν να εκτελέση αγαθήν τινα πράξιν, και διά τούτο ησθάνετο τον ασυνήθη τούτον γαργαλισμόν μεταξύ της γλώσσης και του λάρυγγος. Η Σιξτίνα κύπτουσα όλη υπό την ροπήν της απηγορευμένης ταύτης παραβάσεως των κανόνων ανέβαινεν ανά δύο, όσον ηδύνατο να εκταθώσι τα σκέλη της, τας λιθίνας βαθμίδας της κλίμακος.

Το ταλαίπωρον το θήλυ το εκάλει Πατρώναν θωπευτικώς, και ολίγον «σαν αρχοντοξεπεσμένη που ήτον», μη ανεχομένη ν' ακούη το Αργυρώ, το όνομα της κόρης της, όπερ εδόθη ως κληρονομιά εις το ορφανόν, λεχούς θανούσης εκείνης. Πλην του υποκορισμού τούτου, ουδεμίαν άλλην επιδεικτικήν τρυφερότητα απένεμεν εις τα δύο πτωχά πλάσματα, αλλά μάλλον πρακτικήν αγάπην και προστασίαν.

Εν τούτοις δεν ήθελε να δεικνύη αυτοίς μεγάλην αδυναμίαν, και «ήμερο μάτι δεν τους έδιδε». Εκάλει τον άρρενα «Γέρον», διότι είχε το όνομα του αληθούς γέρου της, του μακαρίτου μπάρμπα-Μιχαλιού, του οποίου το όνομα της επόνει ν' ακούση ή να προφέρη.