Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Το λογιστήριον εκείνο, φαίνεται, ωμοίαζε κάπως μ' εξομολογητήριον φραγκοκκλησιάς, όπου μία-μία εισερχόμεναι ελαφρύνουσι την συνείδησίν των αι κομψοπρεπείς μετανοούσαι. Αφού δε του είπεν ό,τι είχε να του ειπή ταπεινή τη φωνή, ενώ ο Λάμπρος ο Βατούλας δεν έπαυσε να τους κυττάζη με τον κανθόν του οφθαλμού, επιστρέψας εις την θέσιν του ο Μανώλης, ηθέλησε να κουρδίση ολίγον τους δύο φίλους.
Τότε εγώ από αυτά τα λόγια του σκλάβου εσυντρίφθηκα μεγάλως εις την καρδίαν μου και τον επαρεκάλεσα, να μου κάμη την χάριν να της ειπή πως ευρισκόμουν εκεί, και πως ήμουν απελπισμένος διά την υστέρησίν της, και μάλιστα όταν ήκουσα ότι αυτή δεν ήτον ευχαριστημένη εις την κατάστασίν της.
Πώς; θα μου ειπή. Δεν είσαι εις θέσιν να ενθυμηθής, ότι σε ερωτούσα τι πράγμα είναι το καθαυτό ωραίον, το οποίον εις οποιονδήποτε πράγμα και αν προστεθή, το κάμνει να φαίνεται ωραίον, και πέτραν και ξύλον και άνθρωπον και θεόν και πάσαν πράξιν και παν μάθημα; Δηλαδή, άνθρωπέ μου, εγώ σε ερωτώ τι είναι το ίδιον το κάλλος και σου το φωνάζω όχι ολιγώτερον δυνατά παρά εάν εκάθησο πλησίον μου ως πέτρα, ωσάν αυτήν την μυλόπετραν, χωρίς να έχης αυτιά και εγκέφαλον.
Και γύρευαν να μάθουν ποιος είναι, από πού ήρθε και τι έκανε. Μα κανένας δεν ήξερε να τους ειπή. Κάποιος είπε τότε πως τον άκουσε να μιλάει σ' απόμερα μέρη με φτωχές γυναικούλες και πως η φωνή του ήτανε γλυκειά και οι τρόποι του ήμεροι και συμπαθητικοί. Άλλος είπε πως τον είδε να μαζεύει γύρω του τα μικρά παιδάκια σε μιαν ακροποταμιά και να τους λέη ιστορίες και παραμύθια.
— Μα τι τρέχει λοιπόν; Λέγε μου! ερωτά και πάλιν. — Τι να τρέχη, αδελφή, απαντά τέλος ανακτών την φωνήν του ο Ιωάννης. Το κέρδος μας . . . — Αι; — Έγεινε. . . . — Τι; — Κα-πνός! — Με τα σωστά σου είσαι; Τι είν' αυτά; τι θα ειπή, έγεινε καπνός; — Να είπη, ότι η ομολογία μας . . . δεν είχε πληρωμένην . . . την τελευταίαν δόσιν. — Και τι μ' αυτό;
Ενώ εκείν' οι άλλοι ούτ' ένα γράμμα δεν έστειλαν ούτ' ένα γράμμα! Τι θα ειπή; μπορούσαν νάχουν όσο ήθελαν αντίθετες ιδέες με το Δημητράκη. Άσε πούπρεπε ναρθούνε και στο γάμο· μα ούτ' ένα γράμμα! — Εντούτοις τους περιποιήθηκα τόσο! Έκαμα τόσας θυσίας προς χάριν τους· αχάριστοι! Είπε πικροκαταπίνοντας.
Μετά την απάντησίν του λοιπόν αυτήν, επειδή επιθυμούσα εγώ να μάθω καθαρά και ξάστερα εκείνο το οποίον ήθελε να ειπή, τον ηρώτησα ποίαν γνώμην έχει διά τους ικανούς ανθρώπους, αν τους νομίζη δηλαδή χρησίμους ή αχρήστους. — Χρησίμους βεβαίως, Σωκράτη, μου απεκρίθη. — Επομένως εάν οι ικανοί είναι χρήσιμοι, τότε οι ανίκανοι είναι άχρηστοι; — Βεβαιότατα, δεν υπάρχει αμφιβολία, μου είπεν.
Αυτός είνε, Ερυξίμαχε, ο ιδικός μου λόγος περί Έρωτος, εντελώς διαφορετικός από τον ιδικόν σου. Όπως σε παρεκάλεσα και προτύτερα, μη κωμωδήσης αυτόν, διά ν' ακούσωμεν τι θα ειπούν και οι άλλοι, ή μάλλον τι θα ειπή καθένας από τους δύο άλλους, διότι μόνον ο Αγάθων και ο Σωκράτης μένουν.
Αλλ' ό,τι μου εφάνη άτοπον και πολύ ολίγον αρμόζον εις άνδρα σοφόν και με γενειάδα μεγάλην και λευκήν είνε το λεγόμενον εις το προοίμιόν του, ότι ο ημέτερος ηγεμών έχει την εξαιρετικήν τύχην ότι και φιλόσοφοι δεν θεωρούν ανάξιον αυτών να ιστορούν τας πράξεις του• διότι το τοιούτον έπρεπε μάλλον εις ημάς ν' αφήση να το σκεφθώμεν παρά να το είπη ο ίδιος.
Αλλ' αι βουλαί δεν εδέχθησαν την πρότασιν ταύτην επί τω φόβω μήπως ενεργήσουν εναντίον των συμφερόντων των Λακεδαιμονίων συνδεόμενοι με κοινόν συμμαχίας όρκον μετά των Κορινθίων, οίτινες είχαν αποσπασθή από αυτούς· διότι οι βοιωτάρχαι δεν είχαν ανακοινώσει εις τας βουλάς τα εν Λακεδαίμονι συμβάντα, δηλαδή ότι οι έφοροι Κλεόβουλος, Ξενάρης και οι φίλοι των Βοιωτών τους συνεβούλευσαν να γίνουν πρώτον σύμμαχοι των Αργείων και των Κορινθίων, διά να τους ελκύσουν ακολούθως εις την συμμαχίαν των Λακεδαιμονίων· οι βοιωτάρχαι είχαν νομίση ότι η βουλή αύτη, και εις περίστασιν, κατά την οποίαν δεν ήθελαν είπη εις αυτήν όλας ταύτας τας λεπτομερείας, δεν ήθελε ψηφίση άλλα ειμή όσα είχαν αποφασισθή κατά προηγουμένην συνεννόησιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν