Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Η δημοσιά μέχρι το χωριό ήταν ανηφορική κι εκείνος περπατούσε αργά επειδή τον προηγούμενο χρόνο τον είχαν εύρει οι θέρμες της μαλάριας και τα πόδια του δεν τον βαστούσαν πια.
Και είχαν συναχθή το πρωί εκείνο έξ-επτά κοράσια και γυναίκες, φίλαι της Μπέλλας και όλαι μαζή, σε μια βάρκα μέσα, εκίνησαν κατά το νησάκι. Εις το τιμόνι εκάθητο ο Αντωνέλλος, τα κουπιά δε σιγά-σιγά, με φωνές, γέλοια και τραγούδια ετραβούσαν αι γυναίκες αλληλοδιαδόχως.
Πολλοί των Σκλαβηνών ερρίφθησαν εις την θάλασσαν και κολυμβώντες ήλθαν εις το μέρος, όπου είχαν ιδεί την πυράν, νομίζοντες ότι έμελλαν να εύρουν εκεί τους Αβάρους. Αλλ' αντί Αβάρων ευρήκαν τα ξίφη των Αρμενίων. Ολίγοι σωθέντες ήλθαν εις το στρατόπεδον του Χαγάνου, αλλά και αυτοί εθανατώθησαν υπό του αγρίου τυράννου, οργισθέντος διότι επεχείρησαν την έφοδον χωρίς να δώση αυτός το σύνθημα.
Εκ τούτων οι μεν επίσημοι ξένοι ήσαν ευτυχώς διαβατικά και κάπως μαδημένα υπό της ηλικίας πτηνά, της δε αυτόχθονος νεολαίας αι αισθηματικαί φράσεις είχαν μεγάλην ομοιότητα με τα ερωτικά δίστιχα, εις τα οποία τυλίγουν οι ζαχαροπλάσται τας καραμέλας.
Στίχων που είχαν διπλή σημασία για τους θεατές, γιατί θυμούνταν τις τελευταίες λέξεις που φώναξε η μητέρα του Ριχάρδου από πίσω του, όταν εκείνος εβάδιζε προς το Bosworth: «Γι αυτό λοιπόν νάχης την πιο πικρή κατάρα μου, που την ημέρα της μάχης να σε κουράση περισσότερο κι από την πλήρη πανοπλία που φορείς».
Διενοούντο δε οι Πελοποννήσιοι να πράξουν τούτο, ότε ο Πεδάριτος αυτοπροσώπως, έχων τα περί αυτόν επικουρικά στρατεύματα και τους Χίους, προσέβαλε πανστρατιά τα οχυρώματα, τα οποία είχαν εγείρει οι Αθηναίοι πέριξ των πλοίων, εκυρίευσε μέρος τι αυτών και έλαβε πλοίά τινα εκ των τραβηγμένων εις την ξηράν.
Με τα δάκρυα στα μάτια έτρεχα και αγκάλιαζα όχι μόνον τους συγγενείς αλλά και κάθε συντοπίτη μου. Όλοι εφαίνονταν άγγελοι στα μάτια μου. Και οι πέτρες ακόμη επίστευα πως μ' εχαιρετούσαν και μου έλεγαν: Καλώς ώρισες, καλώς ώρισες! Οι άλλοι βέβαια είχαν περισσότερο δίκηο να ζητήσουν την πατρίδα. Καθένας είχε τους γονέους, τους συγγενείς, τους φίλους του.
Ότε δε η είδησις αύτη έφθασεν εις τας Αθήνας, επί πολύν χρόνον εδυσπίστουν εις την πανωλεθρίαν αυτήν του στρατού, παρ' όλας τας θετικάς βεβαιώσεις των μάλλον αξιοπίστων μαρτύρων, εκείνων πού είχαν διαφύγει απ' αυτήν την ιδίαν καταστροφήν.
Μα δεν τολμούσανε να δοκιμάσουν και το τρίτο γιατρικό, να πλαγιάσουν αφού γδυθούν, επειδή ήτανε πολύ αδιάντροπο όχι μονάχα για παρθένες παρά και για νιους γιδάρηδες. Πάλε λοιπόν είχαν αγρύπνιες και θυμόντανε όσα είχανε γίνει και παραπονιόντανε για όσα είχαν αφίσει: — Και φιληθήκαμε, μα κανένα διάφορο· αγκαλιαστήκαμε, και τίποτα περισσότερο απ' αυτό.
Μετά ζωηράς λοιπόν δυσαρεσκείας μετενάστευον, τοσούτω μάλλον όσω προ μικρού μόλις είχαν επιδιορθώσει τας ζημίας τας επελθούσας εξ αιτίας των Μηδικών· εβαρύνοντο δε και εδυσανασχέτουν εγκαταλείποντες τας οικίας και τα ιερά, τα οποία ένεκα αυτού ακόμη του αρχαϊκού τρόπου της ζωής των εθεώρουν ως κληρονομικά· εις το εξής έμελλον να μεταβάλουν τρόπους ζωής εγκαταλείπων ο καθείς αυτόν τον τόπον της γεννήσεώς του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν