Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Δύο ικανοί οδηγοί της χώρας, οι οποίοι θα επερνούσαν το βουνό προς την άλλην πλευράν του Γκέμμι, επήραν μαζί των τον Ρούντυ και αυτός τους ηκολούθησε πεζός. Ήτο κομμάτι στρυφνή η πορεία για ένα τέτοιο δα παιδάκι, αλλά είχε καλάς δυνάμεις και δεν έχανε το θάρρος του. Αι χελιδόνες επέταξαν μαζί του ολίγον διάστημα. «Εμείς και σεις, εσείς και 'μεις» εκελαϊδούσαν.

Άφηνεν όμως και την σύζυγόν του να φροντίζη διά τον αποστάτην και επροσποιειτο ότι δεν εγνώριζε και δεν εξήταζε πώς ετρέφετο και πώς ενεδύετο ο Μανώλης. Η Ρηγινιώ δεν έπαυε να νουθετή τον Μανώλην και να προσπαθή να τον συγκινήση διά την Πηγήν. Αλλ' έχανε τα λόγια της. — Αν έρχεσαι να μου μιλής για τη μουστακάτη, έλεγε με θυμόν ο Μανώλης, να μην έρχεσαι.

Εύχομαι να φανή η διασκεδαστική σου τέχνη, όσον και η ωμορφιά σου μεγάλη. Και αφού είπεν αυτά επρόσταξε ν' αρχίση ο αγώνας. Τα λόγια του ετρόμαξαν την Μηλιάν, που δεν ήξευρε πώς θα κατώρθωνε να κάμη να γελάση τον αγέλαστο εκείνο βασιληά. Θα έχανε το θάρρος, αν δεν ήρχετο εκείνην την στιγμή το αηδόνι, να κελαϊδήση εις το αυτί της: «Μη σε μέλει, τα πουλιά τα ετοίμασαν όλα».

Ώστε αν όχι διά την αγάπην, αλλά διά την απελπισίαν εγνώριζα ότι θα απέθνησκεν ευθύς, διότι θα ενόμιζε την ζωήν πλέον ανωφελή, αφού θα έχανε την ασφάλειαν την οποίαν του παρείχεν ο υιός του. Με όλα λοιπόν συγχρόνως τον επολιόρκησα, με την φυσικήν αδυναμίαν, την λύπην, την απόγνωσιν, τον φόβον, την διάψευσιν των ελπίδων του διά το μέλλον.

Εφαίνετο οινοβαρής και ηκούετο ο μονόλογος και οι ψιθυρισμοί του: «Τέσσαρες δραχμαίς βάσταξ' η ψυχή του; . . . τέσσαρες, όχι παραπάνω.., έχουμε και λέμε, μία, δύο, τρεις, τέσσαρες, πέντε, έξ, εφτά, οχτώ . . . εφτά, οχτώ, εννιά . . . μία δραχμή . . . Έχουμε και λέμε . . . » Κ' επειδή ευκόλως έχανε τον λογαριασμόν, ήρχιζεν εξ αρχής πάλιν. — Τους βλέπεις ή όχι; επανέλαβεν ο λαλών.

Ελυπείτο δε το πτωχόν αιπόλιόν του, το οποίον εθεώρει ως παρακαταθήκην εμπιστευθείσαν αυτώ υπό της φειδωλής μοίρας του προς φύλαξιν. Ο κολλήγας του, ο κυρ-Αναγνώστης, ο προεστός, δεν ήτο άνθρωπος με ανοιχτό χέρι, βλέπεις, και αν ο πτωχός Τσόμπανος έχανε τας αίγας του, ήτο κατεστραμμένος, και πολλάς ελπίδας δεν είχε να εύρη σερμαγιά διά να αγοράση άλλας. Έπειτα όλοι θα τον ωνόμαζαν ανάξιον.

Να σου ειπώ· πίνεις; ηρώτησε μετ' ολίγον ο Μάρτης. Ο Φλεβάρης εξίστατο, τα έχανε. Τι αγαθή ψυχή; Τι καλή καρδιά!

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν