United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έβλεπεν οπώρας και λαχανικά, εφ' ων είχον συσσωρευθή όλα τα κάρφη και άχυρα. Φοίνικας και σύκα, συλλεγέντα, θαρρείς από του πηλού, και κορινθιακήν σταφίδα περιμαζευθείσαν από του βορβόρου, ως τα σκουπίδια των σαρωτών. Οι άνθρωποι έσπευδον, ως διωκόμενοι, με βλεφαρίδας πιναράς, με πώγωνας ωχρούς, χωρίς πίλους. Άνιπτοι και ακτένιστοι άνθρωποι, της εφαίνοντο.

Το δε όνομα του Πλούτωνος εδόθη από την δωρεάν του Πλούτου, διότι κάτω από την γην ανακαλύπτεται ο πλούτος. Ερμογένης. Συ όμως τι φρονείς, καλέ Σωκράτη; Σωκράτης. Κατά πολλούς τρόπους μου φαίνεται ότι οι άνθρωποι ηπατήθησαν ως προς την δύναμιν αυτού του θεού και ότι τον φοβούνται, ενώ δεν είναι δίκαιον.

Οι άνθρωποι ζαρωμένοι παρά την εστίαν, απελάμβανον του θάλπους εκείνου του ζωογόνου, του ανεκτιμήτου, εν αντιθέσει προς την εκτός των οικιών παγωνιάν. Είχα ήδη ετοιμάση την βαρείαν του δρόμου μηλωτήν, την λυκόγουνάν μου, την απαραίτητον ζώνην και τα μαλλωτά υποδήματα, εφόδια, άνευ των οποίων το ανά τας ρωσσικάς στέπας ταξείδιον αποβαίνει επικίνδυνον.

Οι άνθρωποι μου επάνω εις αυτά τα λόγια ετραβήχθησαν χωρίς να τους το ειπώ, και εμείναμεν ημείς οι δύο, και οι σαράντα τεχνίται του.

Άραγε όλοι οι άνθρωποι ομοίως ευχαριστούμεθα με όλους τους χορούς, ή πολύ απέχομεν; Ολότελα μάλιστα απέχομεν.

Κάθε πράμμα όμως στον κόσμο έχει τα όριά του, έχει ένα σημείο που σταματά, για αυτό έφθασε μια μέρα οπού και οι αγαπητικοί της Σμαραγδούλας, ετραβήχτηκαν. Εβαρεθήκαν οι άνθρωποι να ελπίζουν και να παίζουνται· είπαν μεταξύ τουςουχ άδεφέ, να παρακαλούμε θέμε; ας πάη στο καλό τέτοια γυναίκα, δίχως καρδιά!

Αν ήτο όμως εδώ κανείς εκ των σοφιστών εκείνων, θα σε ηρώτα ίσως πώς λέγεις ότι οι θεοί υπερέχουν, ενώ είνε δούλοι όπως οι άνθρωποι και ευρίσκονται υπό την εξουσίαν των αυτών κυριών των Μοιρών.

Όταν δε ενύκτωσε, διά να μη βλέπουν οι άνθρωποι, μήτηρ και θυγάτηρ, βαστάζουσαι εντός κυλιμίου την πανάτυχον Δεσποινιώ, εκόμισαν αυτήν εις την οικίαν των εν τω χωρίω, ως να εκόμισαν νεκρόν, υπό τας συγκινούσας αναφωνήσεις της θειά-Ζωίτσας, ήτις εθρήνει, ως να εθρήνει νεκρόν.

Ο κυρ Μανωλάκης ήθελεν ησυχίαν και ανάπαυσιν, αλλ' η κυρά- Μανωλάκαινα τουναντίον ήθελεν ανησυχίαν και κίνησιν. Αυτή σαν ήθελε να κάθεται κλεισμένη, έλεγε, δεν πανδρευότανε. Αυτή είχε τόσα προτερήματα, τόσα καμώματα ευγενικά· περιπλέον είχε τόσα στολίδια. Ήθελε λοιπόν να τα επιδείξη, προτερήματα και στολίδια. Γι' αυτό πανδρεύονται οι άνθρωποι!

Και εάν την ώραν που είνε ξαπλωμένοι μαζή παρουσιάζετο ο Ήφαιστος με τα εργαλεία του και τους ηρώτα: — Τι είν' εκείνο που θέλετε να παραχθή από τους δύο σας, ω άνθρωποι;