United States or Saint Martin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ευχαριστήθημεν αμοιβαίως από την συνομιλίαν μας, και όταν απεχωριζώμεθα, εζήτησα την άδειαν να την βλέπω εις την οικίαν της. Μου το επέτρεψε τόσον ελεύθερα ώστε μόλις ηδυνάμην να περιμένω την κατάλληλον στιγμήν για να πάω σ' αυτήν. Η φυσιογνωμία της γρηάς δεν μου άρεσε.

Ιδού λοιπόν η ιστορία μου, κατά την προσταγήν σου, κυρία μου. Η Ζωειδία του απεκρίθη· αρκεί τόσον, είμεθα ευχαριστημένες, έχε την ελευθερίαν σου και ύπαγε απ' εδώ. Αυτός την παρεκάλεσε να του δώση άδειαν να μείνη, διά να ακούση την ιστορίαν των άλλων και αυτός· και λαμβάνοντας την άδειαν εκάθισεν εις ένα μέρος χωριστά. Και άρχισεν ο δεύτερος κατά τον ακόλουθον τρόπον.

Επειδή δε δεν υπήρχον χειροτονημένοι λειτουργοί όπως διεξάγωσι τας ακολουθίας, διότι το αξίωμα των ιερέων και των Λευιτών ήτο όλως διάφορον εν Ιερουσαλήμ, τα αναγνώσματα ταύτα ηδύναντο όχι μόνον να γείνωσιν από πάντα αρμόδιον όστις θα εζήτει άδειαν από τον αρχισυνάγωγον, αλλ' ο αναγινώσκων ηδύνατο και να προσθέση το σχόλιόν του.

Τέταρτον δε είδος αυθαδείας είναι, όταν περιφρονή κανείς, τους άρχοντας και μετατοπίζη ή μεταχειρίζεται κανέν πράγμα, ιδικόν των χωρίς την άδειάν των. Πέμπτον δε η αυθάδεια προς πάντα πολίτην, η οποία ζητεί τιμωρίαν. Εις όλα λοιπόν αυτά πρέπει να ορίσωμεν ένα κοινόν νόμον. Και βεβαίως ως προς την ιεροσυλίαν είτε γίνη βιαίως είτε κρυφίως, είπαμεν γενικώς τι πρέπει να πάσχη ο δράστης.

Ουδ' ηδύνατο να καθήση εις την έδραν κουρείου ή την τράπεζαν καφενείου χωρίς να ευρεθή αντιμέτωπος πατριώτου του Μιχαήλ Αγγέλου και του Κορεγίου ζητούντος την άδειαν να εικονίση αντί τριδράχμου την ε υ γ ε ν ή κ α ι ε κ φ ρ α σ τ ι κ ή ν κ ε φ α λ ή ν τ ο υ ή να ψοφήση ο σκύλος, ο γάτος ή ο ψιττακός του χωρίς να δεχθή αυθημερόν την επίσκεψιν του προτείνοντος να βαλσαμώση το λείψανον τ ο υ α ξ ι ε ρ ά σ τ ο υ ζ ώ ο υ.

Ανεχώρει δε τότε και ο εξαδελφός της, ο καπετάν- Πέτρος ο Αποσπερίτης, με τα βρατσερί του, φορτωμένο πυρήνα διά τον Πειραιά. Η γραία μήτηρ, αν και εναντία πάντοτε εις το σχέδιον τούτο, όμως προς ησυχίαν και αυτών και του κόσμου, όστις δεν έπαυε να ομιλή δι' αυτάς, της έδωσε τέλος την άδειαν να ταξειδεύση, αφού έτυχεν η λαμπρά ευκαιρία, έλεγε, να υπάγη με τον εξάδελφόν της.

Αφού δις εχασμήθη εζήτησεν ο κατάδικος ως τελευταίας χάριτας ένα καφέ διά ν' αποτινάξη τον ύπνον από τα βλέφαρά του, μίαν ψήκτραν διά να καθαρίση τη στολήν του, έν γαρούφαλον και την άδειαν να βαδίση με λυτάς χείρας εις τον τόπον της εκτελέσεως.

Παππαδιά μου, είπεν ο παππά Νάρκισσος, αφού απέφαγε και έκαμε τον σταυρόν του, παππαδιά μου, μου καταιβαίνει ο ύπνος γλυκά γλυκά. Με την άδειάν σου θα τον πάρω. — Να τον πάρης και να τον καλοπάρης, παππά μου. Σου αξίζει να ησυχάσης ύστερα από τόσην κούρασιν σήμερον. Και ούτε θα έλθη κανείς να σε ταράξη με αυτό το ηλιοπύρι.

Τέλος πάντων ευρισκόμενος εις αδημονίαν, και θυμωθείς ώμοσα ότι εις το εξής, εάν τις με ήθελεν ελευθερώσει, να τον θανατώσω αλύπητα, χωρίς να του δώσω άλλην άδειαν ειμή ελευθερίαν να εκλέξη αυτός ό,τι λογής θάνατον του αρέση. Όθεν επειδή και συ ήλθες σήμερον εδώ και με ελευθέρωσες, έκλεξε όποιον θάνατον σου φανή εύλογος, διά να σε θανατώσω.

Τότε ο βασιλεύς χωρίς να καρτερήση να του ζητήση άδειαν, λέγει της Χαλιμάς· εξηκολούθει την διήγησιν σου την χθεσινήν, διότι είμαι περίεργος να ακούσω το τέλος· και έτσι ήρχισεν η Χαλιμά κατά τον ακόλουθον τρόπον.