United States or Greece ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έχω δέκα κομματάκια, μιας χήρας, και τα ξεκάμνω εις τα πενήντα ένα. — Εγώ έχω πέντε ενός ορφανού, και τα ξεκάμνωτα πενήντα. — Όλο εμπρός μου θα βγαίνης, ευλογημένε; — Δεν είνε δικά μου, να σε χαρώ! — Πάρτε, κύριοι, πάρτε, . . . πριν πάνετα διακόσια. — Θα γυρεύετε και δεν θα βρίσκετε! . . . Και αι φωναί εξηκολούθουν, και ο πάταγος ηύξανε, και ο θόρυβος εκορυφούτο.

Και της έπιασα το χέρι και μου φάνηκε πως ο κόσμος είτανε δικός μου. ................................................................. Κομματάκια! κομματάκια! κομματάκια! ................................................................. Όχι! όχι! Δε θέλω ακόμη· έπρεπε πάντα να συλλογιούμαι το περιβόλι με τη χαρά του. Μου έρχεται ησυχία σαν το θυμούμαι. Αλήθεια που έφεγγε τότες πολύ!

Ένα είναι βέβαιο, πως την αγαπώ. Την αγαπώ. Αφτό είναι βέβαιο. Είναι το μόνο βέβαιο. Να πάρης μια ώρα από τη ζωή μου, ό τι ώρα θέλεις, να την κόψης, να την κάμης κομμάτια, κομματάκια, ακόμη πιο μικρά κομματάκια, δε θα βρης ένα ψίχουλο καιρό που να μην είναι και κείνη μέσα· πάντα και πάντα εκείνηνα συλλογιούμαι. Γιατί και στον ύπνο μου μπήκε.

Εμένα, οι ψηφίδες με βασανίζουνε και τα ψηφιδωτά του κ. Σωτηριάδη. Σαν τι πράματα να είναι τάχα; Εγώ λέω πως θάναι οι μωζάικες . Οι μωζάικες είναι κάτι κύβοι ή κυβούλια, μικρά γυάλινα διαφορόχρωμα κομματάκια, που σαν τα βάζουνε πλάγι πλάγι με τέχνη, κάνουνε λογιώ λογιώ ζουγραφιές.

Πάντες ούτοι, πλήρεις έχοντες τας χείρας αυτών χαρτονομισμάτων και μετοχών, ων η πλήρης ρύπου και μωλώπων μορφή αληθή και αδελφικόν μοι ενέπνεεν οίκτον, περιεφέροντο συνωθούμενοι και οιονεί δαιμονίωντες μεταξύ του πλήθους, και εξελαρυγγίζοντο κραυγάζοντες και εκφωνούντες το εμπόρευμά των. — Αγοράζω δέκα κομματάκια με σαρανταεννηά! . . . — Και μισό, αγαπητέ, και μισό. — Πουλώ είκοσι, με πενήντα.

Είδαν πως απότομα δεν μπορεί να γίνει η μεταμόρφωση, αφότου πέθανε μάλιστα κι ο Οβίδιος, και στοχάστηκαν να την καταφέρουν σιγά κι αγάλι αγάλι, με τέχνη και διπλωματία δασκαλοπαπαδίστικη. Ανάμεσα στη ζωντανή και στην πεθαμένη έβαλαν μιαν άλλη γλώσσα, ένα ανακάτωμα από ζωντανά και πεθαμένα κομματάκια.

Τι δε γράφει εκείνος για να ξανάρθη; Οι δυο τους μαζί τάχουν ταιριασμένα, συφωνημένα. Και για να μην το μυριστή ο Καρλής, ας του κοπανίσουμε ιστορίες. Κομματάκια! κομματάκια ψεφτιές! Ο Καρλής έχει μάτια και βλέπει, έχει μάτια και μαζώνει. Να πάρη την Ελένη, για να είναι μέρα νύχτα στο σπίτιμαζί με τη Λέλα! Με τη Λέλα! Όχι. Δε θα γίνη τέτοιο πράμα. Μήτε κείνος μήτε κανένας άλλος! Καλά! καλά!

Πώς! Είσαστε σεις εκείνη η μικρούλα πριγκηπέσσα, που την ανάθρεψα ως την ηλικία των έξη χρονών και που φαινόταν από τότε, πως θα γινότανε τόσο ωραία, όσο είστε σεις; — Είμαι η ίδια! Η μητέρα μου τετρακόσια βήματα από δω, είναι κομματάκια κάτου από ένα σωρό πτώματα. Του διηγήθηκα, τι μας συνέβη.

Τοιαύτα τινα εφιλοσόφουν κατ' εμαυτήν, ακούουσα περί εμέ τας αλλοκότους ταύτας φράσεις: — Αγοράζω με δεκαπέντε, το ένα εμπρός, παραδοτέα την πρώτην. — Πουλώ τέσσαρα κομματάκια με δεκαέξ, το ήμισυ εμπρός. — Πουλώ δέκα εις τα δεκαπέντε και μισό, μετά το χρηματιστήριον. — Αγοράζω με δεκαπέντε και μισό, το ήμισυ εμπρός δι' αύριον. — Αγοράζω με δεκατέσσαρα πενήντα κομμάτια υποχρεωτικά.

Αυτές ανάψανε φωτιά με κληματόβεργες και φρύγανα, έστησαν τρία τέσσερα τηγάνια κι' άρχησαν να τηγανίζουν τα σύσερα, τα ορεχτικά του χοίρου, κομματάκια από τα εντόσθια, παραγεμισμένα με λίπος και σηκότια και μικρά κομμάτια λαρδί· το μαχαίρι έκοφτε, η φωτιά εδούλευε και τα πεινασμένα και ανυπόμονα στομάχια ήταν έτοιμα.