United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πως με τα λόγια κάθε μέρα από το πρωί ως το βράδυ μας πολεμούνε, μας σφάζουν, και μέσα στην Αγιά Σοφιά τα Νικητήριά τους ψάλλουν! Βάη, βάη, Ντελή Ορούμ, βάη! Στον κόσμο ρεζίλι γένηκαν, που δυο τρεις βράχους να κυβερνήσουνε δε γροικούν, και καράβια σιδερένια, λέει, κάμανε, να μας καταχτήσουν ε! Βάη, βάη, Ντελή Ορούμ, βάη!

Μα τι να πούμε για κείνους που γράψανε γι' αυτά τα πράγματα; Τι για κείνους που έδωκαν πραγματικότητα και τα έκαμαν να ζουν για πάντα; Δεν είναι πιο μεγάλοι από τους άντρες και τις γυναίκες που τραγουδούν; «Ο Έκτωρ ο γλυκός εκείνος ιππότης επέθανε», κι ο Λουκιανός μας λέει πως στο μισοσκότεινον κάτω κόσμο είδε ο Μένιππος το λευκασμένο κρανίο της Ελένης κι απόρεσε ότι για το χατήρι ενός τόσον ασχημόθωρου πράγματος όλα εκείνα τα κογχωτά καράβια ρίχτηκαν στη θάλασσα, οι ωραίοι εκείνοι θωρακοφερεμένοι άντρες σύρθηκαν χάμου, οι πόλεις εκείνες με τα κάστρα τους γένηκαν στάχτη.

Γένηκαν τέλος και ταραχές, κι απάνω στην έξαψη του ο όχλος κακομεταχειρίστηκε τους βασιλικούς αδριάντες. Λύσσαξε τότες ο Κωσταντίνος και στέλνει άλλο γράμμα, όχι πια ειρηνικό και στον Αλέξαντρο, παρά φοβεριστικό στον ίδιο τον Άρειο και τον προστάζει νάρθη και να του ξηγήση τακατανόητο δόγμα του. Έρχεται ο Άρειος, και με τη φοβερή του σοφιστική τον παραζαλίζει τον Αυτοκράτορα.

Τόρα: Οι βρύσες εκινήσανε, οι μύλοι εσταματήσανε, και τα βουνά χιονίσανε, τα δυο γενήκαν τρία καθώς λέγει ο λόγος!. . . Και μικρόν κατά μικρόν ησθάνετο περισσότερον ήδη επί του σώματος την από καρωτικήν εκείνην του γήρατος πίεσιν κ' εσκέπτετο ότι δεν είχε καθόλου άδικον το καρυοφύλλι του. Παρήλθεν η εποχή των καλόν ήτο να παρέλθουν και αυτοί. . .

Στην αρχή τα χρώματα της χλαμύδας των αρματηλάτηδων είταν άσπρο και κόκκινο. Σα γένηκαν τέσσερα τάρματα, πήραν και το πράσινο και το κυανό. Κατόπι έγιναν έξη στη Ρώμη τα χρώματα. Στο Βυζάντιο όμως περάσανε δυο μονάχα, το πράσινο και το κυανό, και μάλιστ' από τον καιρό του Σεπτήμιου Σεβήρου, που δεν είταν ακόμα πρωτεύουσα.

Κ' οι καπετανέοι μας, πού είν' οι καπετανέοι μας με τις χρυσές καδένες και τα μεταξωτά μαντήλια; Κάθονται στον καφενέ κι' αγναντεύουν το πέλαγο. Άλλοι γένηκαν μπακάληδες κι' άλλοι μπαλωματήδες να βγάλουν το ψωμί τους. Ψωμί, ψωμάκι! Κ' οι καπετάνισσες, πούνε οι καπετάνισσες, με τα μεταξωτά και τα χρυσάφια; Φουστάνι δεν έχουνε να παν στην εκκλησιά.

Οι Αθηναίοι όμως κ' οι Πειραιώτες, και να το θέλανε δεν μπορούσαν, επειδή ο Αρχέλαος καρτερούσε κλεισμένος μέσα στον Πειραιά, κι ο Αριστίωνας στην Αθήνα. Γένηκαν λοιπόν οι δυο αυτές πολιτείες θέατρο του πολέμου. Θεόρατες μηχανές κι ανάλογα υψώματα έκτισε ο Σύλλας αντίκρυ στα τειχίσματα του Πειραιά.

Γένηκαν τραγικά πράμματα. Δε σούλεγα πως θα βρω μπελλά; Ένας παλιάνθρωπος απαλλαγέντας ήθελε και καλά να πη πως δεν ήμουνα στο Βελεστίνο. — «Ώστε ψέματα λέω εγώ; — Ψέματα, μου λέει. — Εγώ, μωρέ; — Εσύ» Του καταφέρνω ένα σκαμπίλι και πιανόμαστε. Του δίδω, μου δίδει. Στο ύστερο τραβώ την κάμα και τον αρχίζω. Πελέκημα σωστό. — Και τον εσκότωσες, σκυλί;

Όπου να είναι, έρχεται κι ο αφεντικός. Κανένας δεν τα πήρε χαμπάρι τα που γένηκαν. Αστροπελέκι έπεσε, και τονε σκότωσε το Γιωργή μου. Τονε θάψαμε τ' απομεσήμερο. Σα γύρισα σπίτι, δεν μπορούσα πια να μείνω μέσα τη νύχτα. Όλα τα φαντάσματα τάβλεπα γύρω μου. Ήθελα να πάρω τα μάτια μου και να φύγω. Με φοβήθηκε τότες ο γέρος, έρριξε στον ώμο του το δισσάκι, και με πήρε μαζί του.

Οι Σενατόροι, καθώς είπαμε, δεν είταν όλοι του Σενάτου· μερικοί τους μάλιστα κατοικούσαν τραβηγμένοι και στις Επαρχίες, κι αυτοί είναι οι Ονωράτοι , που πλέρωναν κάμποσο βαριά δοσίματα για το τιμητικό τους αξίωμα. Κάθε Σενατόρος του Σενάτου μπορούσε να διοριστή και Πραίτωρας . Πραιτώρους η Κωσταντινούπολη είχε στην αρχή δυο, μα με τον καιρό γένηκαν οχτώ.