United States or Colombia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το βαθύ πρωί, νύχτα ακόμα, πριν λαλήσουν οι πετεινοί, άμα ήκουσε το σήμαντρο της εκκλησιάς, σηκώθηκε, νύφτηκε, άναψε το καντήλι στο εικόνισμα, έκανε το σταυρό της, άναψε τη φωτιά, κι' έβαλε ψηλά ένα μεγάλο κούτσουρο· έφκιασε τρία-τέσσαρα κηριά, από ένα κρουγγί κηρί, που είχε ψηλά σε μια σκαλοφρύδα, γέμισε το ροΐ της λάδι, πήρε το πρόσφορό της, και κίνησε για την εκκλησιά, κλειώντας πίσω της τη θύρα μόνον με το μάνταλο, για να μπορέση να μπη μέσα μονάχο του, το ξενιτευμένο της το παιδί.

Σου φέρνουν ένα πρόσφορο και σου φαρμακώνουν μια κόττα ολάκερη· σου φέρνουν ολίγο νάμα, και σου αδειάζουν μια δαμιτζάνα σωστή... Την στιγμήν εκείνην ηκούσθη η φωνή του ηγουμένου από της θύρας του κελλίου. — Α! ξυπνητός είσαι, κύριε πάρεδρε, έλεγεν ο παπά-Αζαρίας· κ' εγώ ενόμισα, ότι ο Γαβριήλ ωμιλούσε πάλι μοναχός του, καθώς το συνηθίζει. Καλά που έπιασε κουβέντα με άνθρωπον.

Δος μου το πρόσφορο κι' τ' άναμα, ευλογημένη! της είπε. Η γριά, πασπατεύοντας στα σκοτεινά, πήρε την προσφορά, και τ' ανάμα, που τα είχε μαζύ στη σκαλοφρύδα, έβγαλε και τρεις κόκκινες λαμπάδες μέσα από μια κασσέλα κι' ανοίγοντας τη θύρα του δωματίου της, του τάδωκε όλα του παπά, ρωτώντας: — Κάνει, δέσποτα μ', να κοινωνήσω, που δεν κοιμήθηκα καθόλου απόψε;