United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την τρίτην ημέραν τέλος πάντων, όντας τελειωμένη η κασσέλα, την εσκεπάσαμεν με ένα πεύκι της Περσίας, και εκάμαμεν και την έφεραν εις ένα κάμπον και αποθέτοντάς την εκεί επρόσταξα τους ανθρώπους διά να γυρίσουν εις το σπήτι τους.

Ο Κατής με προθυμίαν σηκώνει το πεύκι, και με έκστασιν βλέπει μίαν κόρην κολοβήν, μίαν ράχιν που υπερέβαινε την κεφαλήν της, και κρατημένην από χέρια και ποδάρια, και περιπλέον είχε το πρόσωπόν της μακρύ μισήν πήχυν και γεμάτο από πρίσματα, τα μάτια πετασμένα και κόκκινα ωσάν την φωτιάν, το στόμα της τρανόν ωσάν του κροκοδείλου, με τα δόντια πετασμένα έξω από τα χείλη, και η μύτη της ήτο τόσον πλατεία, που εφαίνονταν να ήσαν δύο φούρνοι.

Δεν απέρασεν ώρα και ιδού βλέπει και έρχονται δύο βαστάζοι φέροντες ένα γάιδαρον φορτωμένον με μίαν κασσέλαν, σκεπασμένην με ένα πεύκι μεταξωτόν πράσινον· τι μου φέρετε εσείς ω φίλοι, τους λέγει ο Κατής; αυθέντη του απεκρίθησαν οι βαστάζοι, αποθέτοντες την κασσέλαν εις την γην, εδώ είνε η νύμφη σου· σήκωσε το πεύκι και ιδές την πόσον είνε εύμορφη και καλοκαμωμένη.

Αλλ' εκείνος ερρουφούσε μακάριος το τσιμπούκι με τον κεχριμπαρένιο λουλά, με τη φέσα ορθή στο κεφάλι, με την βράκα χυμένη λόξες περίγυρα στο κεντητό πεύκι, λέγεις και αναπαυόταν απάνω στα πλούτη του. Δεν έδινε πεντάρα για τις κουβέντες των φτωχών και των δυστυχισμένων αυτός. Ήθελε να είνε σκληρός και άπονος. Μόνον το εγώ του εγνώριζε.

Μίαν των ημερών, ίσως διότι έκριναν ότι υπήρχον παραπολλοί δύο Κανταραίοι, και ο είς επερίσσευεν, ο νεώτερος εκυνήγησε τον πρεσβύτερον με το τουφέκι, εις τον δρυμώνα, εντεύθεν της ακτής, όχι μακράν από το κλεινόν Αρτεμίσιον, το Πευκί, έρριξε και τον έφαγε με το βόλι. Διά μυριοστήν φοράν ο Κάιν εφόνευσε τον Άβελ, αλλ' αντιστρόφως ως προς την τάξιν των πρωτοτοκίων.