Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Θα ηδύνατο εάν ήτο απλώς άνθρωπος ο διδάσκων να μεταχειρισθή το ερώτημα τούτο με την χλευαστικήν περιφρόνησιν της όποιας ήτο άξιον αλλά το πνεύμα της χλεύης είνε αλλότριον προς το πνεύμα της περιστεράς και άνευ περιφρονήσεως έδωκε προς το προκλητικόν και φιλόνικον δίλλημα την βαθείαν απάντησιν. Καίτοι η ερώτησις ήλθεν προς Αυτόν απροσδοκήτως η απόκρισίς Του ήτο εντελής.

Και αξίως απένειμεν εις Ηρώδην τον Αντίπαν την μόνην λέξιν της αμιγούς περιφρονήσεως, ήτις μνημονεύεται ότι διήλθέ ποτε τα χείλη Του.

Ήρχισαν να φέρωνται προς Αυτόν μετά φανεράς και υβριστικής περιφρονήσεως. Και διατί; Διότι ήσαν Φαρισαίοι, και όμως ηγάπων τα χρήματα. Και «εξεμυκτήριζον Αυτόν», ως λέγει ο ιερός Λουκάς.

Μίαν ημέραν παρετήρησεν ίχνη δακρύων εις τας βλεφαρίδας του, και διά πρώτην φοράν της ήλθεν εις τον νουν, ότι αυτή θα ηδύνατο να τα στεγνώση διά των ασπασμών της. Πλήρης περιφρονήσεως προς εαυτήν διήλθε την επομένην νύκτα κλαίουσα. Ο Βινίκιος τώρα εδείκνυε πολύ ολιγωτέραν υπερηφάνειαν εις τας συνδιαλέξεις του με τον Γλαύκον.

Επειδή υπήρξε τελώνης ο ίδιος, φυσικόν ήτο πολλοί τούτων να ήσαν τελώναι και αμαρτωλοί, απόβλητοι της κοινωνίας, αντικείμενα μίσους και περιφρονήσεως. Και όμως ο Ιησούς και οι μαθηταί Του παρεκάθισαν μετ' αυτών εις το δείπνον. Τόσον ελευθέριος αγάπη επροξένησε βαθείαν δυσαρέσκειαν εις δύο σώματα ανθρώπων ή δύο ομάδας, τους Φαρισαίους και τους μαθητάς του Ιωάννου.

Εν τούτοις εξηκολούθησα να βλέπω, αλλά με τρόμον επίμονον, τα χείλη των δικαστών με την μαύρην στολήν. Τα χείλη ταύτα μου εφαίνοντο λευκότερα του χάρτου, εφ' ου σημειώ τας γραμμάς ταύτας, και μέχρις εκτρομακτικότητος λεπτά, με την ανηλεή έκφρασιν της αυστηρότητος, της ακάμπτου θελήσεως και της αυστηράς περιφρονήσεως προς το ανθρώπινον άλγος.

Ατελείωτον γίνεται πάντοτε το χρέος. Πολλάκις δε μετά ταύτα ηπείλει και ανησύχει την τεθλιμμένην χήραν. — Να σ' πω. Έχουμε κάτι λογαριασμούς ανοικτούς με τον μακαρίτην τον Μπάρμπα-Δήμαν. — Κάμε καλά με τον Μπάρμπα Δήμα, απήντα οργίλως η θειά Ζωίτσα. — Να σ' πω. Το αμπέλι προικιό σ' είνε; — Δεν ξέρω, απήντα μετά σκαιάς περιφρονήσεως η χήρα, έχουσα πεποίθησιν εις το εκ του νόμου δίκαιον.

Πας λεπτολόγος Ιουδαίος εθεώρει ως επικατάρατον το πλήθος του έθνους του, το μη γνωρίζων τον Νόμον. «Ο όχλος ούτος ο μη γινώσκων τον Νόμον επικατάρατοί εισι». Και καθώς πας Ιουδαίος εθεώρει τον εθνικόν κόσμον μεθ' υπερτάτης περιφρονήσεως, ούτω και η φατρία των άγαν ζηλωτών εθεώρουν τους αμελεστέρους αδελφούς των ως όντας ολίγον τι καλλιτέρους των εθνικών.

Εκτός των ιστορικών τούτων ανταγωνισμών υπεράνω πάσης άλλης βασάνου, πάσης άλλης περιφρονήσεως, έθεσα πλησίον του Διάκου, αφ' ης στιγμής συνελήφθη μέχρι του μαρτυρίου, ανώνυμον και ειδεχθή δαίμονα τον Γ ύ φ τ ο ν.

Και είνε τόσον σκυθρωπόν και τόσον περιλύπως κρέμονται τα γηραιά του χείλη, ώστε νομίζετε ότι μελετά αυτοκτονίαν. Κατά την διάβασιν του τροχιοδρόμου, ο Αχαμνόων στρέφει προς αυτόν το σκοτεινόν του βλέμμα και έπειτα τα γωνιώδη νώτα του. Μία ηθοποιός θα ηδύνατο να λάβη μαθήματα μεγαλοπρεπούς περιφρονήσεως από το παλιάλογον αυτό. — Τι μαύρα τα νερά αυτής της σούδας!

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν