United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο πάπα Σταύρος εξηκολούθει ν' απαριθμή τας εν τω επιτιμίω διαλαμβανομένας τιμωρίας, προσθέτων και τας ιδικάς του, όσας ενόμιζεν ικανάς να σηκώσουν τον νουν του εργάτου μίαν ώραν αρχήτερα. Ο Δημήτρης έτρεφε σεβασμόν εις τους ιερείς και τους λόγους των ήκουε μετά προσοχής θεωρών αυτούς ως εκ στόματος του Θεού εκπορευομένους.

Ώστε δεν ήτο αρκετόν ότι χωρίς κανένα σοβαρόν λόγον τον κατεδίκαζον να περιμένη επί έν έτος και ίσως περισσότερον, αλλά του απηγόρευον και να βλέπη εκείνην που θα εγίνετο γυναίκα του; Αυτά του εφαίνοντο τόσον άδικα και τόσον παράλογα, ώστε ενόμιζεν ότι εγίνοντο μόνον και μόνον διά να τον βασανίζουν και ηγανάκτει τόσον κατά του πατρός του όσον και κατά του Θωμά.

Αλλά προ ημισείας ώρας, εάν τις διήρχετο εις απόστασιν διακοσίων βημάτων έξωθεν του σχολείου θα ενόμιζεν ότι ήτο θηριοτροφείον ειδικόν διά θώας της ερήμου, και δι' άλλα ανήσυχα αγρίμια. Τα παιδία εχόρευον, επήδων, εσκίρτων, εφώναζον, διεπληκτίζοντο, εγέλων, έκλαιον. Ήτο θέρος και καύσων πνιγηρός.

Παρήλθον ημέραι τινες, ότε έν απόγευμα απεσταλμένος εκ της πλησιοχώρου κώμης, ήλθε να καλέση τον ιατρόν παρά τινι επικινδύνως ασθενή. Ο ιατρός διενυκτέρευσεν εις το χωρίον, ότε δε την επομένην πρωίαν επέστρεψε, εύρε τον οίκον του κενόν . . . Η σύζυγος μετά του φίλου είχον γείνη άφαντοι . . . Το κτύπημα ήτο πολύ βαρύ και ο ιατρός ενόμιζεν ότι θ' απέθνησκε.

Παρελθών δε εις το μέσον της συνελεύσεως Ερμοκράτης ο Έρμωνος, ο οποίος ενόμιζεν ότι ήτο καλώς πληροφορημένος, είπε και συνεβούλευσε ταύτα: 33. «Θα φανώ μεν ίσως, ως και άλλοι τινές, απίστευτα λέγων περί της αληθείας της εκστρατείας.

Ιδών δε ο κήρυξ τα όπλα των εκ της πόλεως Αμπρακιωτών εθαύμαζε το πλήθος αυτών, διότι δεν εγνώριζε το πάθημα, αλλ' ενόμιζεν ότι ήσαν των συμπολιτών του.

Εγονάτισα πλησίον του, έσκυψα και επρόφερα σιγά το όνομά τουΓιάννη, Γιάννη, είμ' εγώ, ο Λουκής. Μη τρομάξης. Ο Λουκής. Εξύπνησεν ο γέρων, εκράτει την αναπνοήν του, αλλ ούτε ωμίλησεν ούτε εκινήθη. Ενόμιζεν ίσως ότι ονειρεύεται. Έθεσα την χείρα επί του βραχίονός του και είπα εκ νέου το όνομά μου. Ανεκάθησεν επί της στρωμνής του, αλλά παρήλθεν ώρα ικανή μέχρις ου συνέλθη εντελώς.

Είναι δε αληθές ότι κατ' εκείνην την εποχήν είχε μεγάλας ελπίδας ο Καραϊσκάκης ότι έμελλε να βοηθηθή διά χρημάτων εις το επιχείρημά του. Επειδή οι πληρεξούσιοι του έθνους ήσαν εις δύω διηρημένοι και έκαστον των μερών ενόμιζεν ότι ήθελεν υπερισχύσει, αν προσελάμβανε με το μέρος του τον Καραϊσκάκην.

Ενόμιζεν ότι τα πάντα επράχθησαν υπό συνωμοσίας ολιγαρχικής και τυραννικής. Και αυτός μεν κατηγόρησε τον εαυτόν του και άλλους διά την ακρωτηρίασιν των Ερμών· ο δε δήμος των Αθηναίων εδέχθη μετά χαράς εκείνο, το οποίον ενόμιζεν ως αλήθειαν.

Ο δε πατήρ μου εξ αμαθείαςδιότι ούτε την προέλευσιν, ούτε την αιτίαν, ούτε την σοβαρότητα του νοσήματος εγνώριζεμου είπε να την θεραπεύσω και να της δώσω το αυτό φάρμακον διότι ενόμιζεν ότι έν μόνον είδος παραφροσύνης υπάρχει και ότι το νόσημα της συζύγου του ήτο το ίδιον με το ιδικόν του και εκ της αυτής θεραπείας είχεν ανάγκην.