United States or Sweden ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Γιαννιός το ίδιο. Σαν τον έβλεπε και κατέβαινε, άρχιζε τα χωρατά. — Ακόμα εδώ είσαι, Μοναχάκη; Παρακάθησες. Πότε θα σαλπάρης; — Δε μας σηκώνει η στερηά, Γερο-Μελιγκόνη. Όσο βαστάμε θα ταξιδεύωμε. Ο Γιαννιός τον πείραζε πάλιΓέρασες, Καπετάν-Μοναχάκη, και δεν το κατάλαβες. Με τα μπλάστρια του Καπετάν-Πεφάνη πολεμάς να βασταχτής.

Ο Καπετάν-Μοναχάκης κατέβαινε πάλι στον καφενέ. Ο Γερο- Μελιγκόνης άρχιζε πάλι. — Γέρασες, Καπετάν-Μοναχάκη, και γνώσι δεν έβαλες. — Ας είνε καλά τα μπλάστρια του καπετάν-Πεφάνη. Μπλάστρια εγώ και μπλάστρια η «Αθηνά» καλά βαστειόμαστε για την ώρα. Είμαστε τώρα και οι δυο φρεσκοπαλαμισμένοι.

Ω Περικλέτο, σύντροφε του Φάουστ Φασουλή, εσ' είσαι, βρε, που έκανες τον Μεφιστοφελή, κι' εγώ τοσαύτα σοβαρά εμπρός σου εξιστόρησα;... φτου! να χαθής, παληάνθρωπε... καθόλου δεν σ' εγνώρισα. ΠΕΡΙΚΛΕΤΟΣ Και συ ο Φάουστ 'πίστεψες πως είσαι, Φασουλή, και πως αλήθεια 'γέρασες;... με άσπρα γένεια ψεύτικα και δανεικό μαλλί για Μαθουσάλας 'πέρασες.

Ναι, δεν βλέπω καλά από το πολύ το κλάμα.» Η Νοέμι όμως τους κοίταζε και τους δυο με κακία και έμοιαζε να διασκεδάζει με το θέαμα. «Ναι, Έστερ! Φοράς γυαλιά επειδή γέρασες πια.» «Κάθισε», είπε και σ΄ εκείνη, χτυπώντας το χέρι της επάνω στον πάγκο, και ο Έφις κάθισε πλάι στη γριά κυρά του πού έτρεμε ολόκληρη από την έκπληξη. Στην αρχή δεν ήξεραν τι να πούνε.