Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Ο δε λαός, φοβηθείς μήπως προκαλέσουν επανάστασιν, τους έπεισε να εγερθούν και τους μετεκόμισεν εις την απέναντι του Ηραίου νήσον πέμψας εις αυτούς και τρόφιμα.

Ο δε Περικλής βλέπων μεν αυτούς δυσφορούντας διά τα παρόντα και έχοντας γνώμην εσφαλμένην, πεπεισμένος δε ότι είχε δίκαιον ανθιστάμενος εις την έξοδόν των, ούτε εις εκκλησίαν αυτούς συνεκάλεσεν ούτε επέτρεψε καμμίαν συνάθροισιν, φοβηθείς μήπως ο λαός πράξη σφάλμα τι υπό οργής μάλλον ή υπό φρονήσεως συναθροιζόμενος.

Εις το επιχείρημα τούτο δεν εύρε τίποτε ν' αντιτάξη ο Τερερές, όστις εσιώπησε, φοβηθείς από την τελευταίαν λέξιν του παπά ότι ούτος, εξερεθιζόμενος, θα έφθανεν εις πράγματα δυσάρεστα. Ο Τερερές πράγματι δεν είχε καλήν φήμην.

Επειδή λοιπόν ένεκα των σκέψεων τούτων το πράγμα εφαίνετο δύσκολον εις τους άρχοντας, και ο Ερμοκράτης δεν ηδύνατο να τους πείση, ιδού τι επενόησεν ούτος εις την περίστασιν ταύτην. Φοβηθείς μήπως οι Αθηναίοι κατορθώσουν διά νυκτός να διέλθουν ανεμποδίστως τα μάλλον απότομα μέρη, έστειλε προς την εσπέραν τινάς των οικείων του μετά ιππέων εις το στρατόπεδον των Αθηναίων.

Εν τω μεταξύ δε τούτω ο δήμος των Αργείων φοβηθείς τους Λακεδαιμονίους και συνδέσας πάλιν μετά των Αθηναίων συμμαχίαν, εκ της οποίας ήλπιζε μεγάλην ωφέλειαν, έκτισε μακρά τείχη μέχρι της θαλάσσης, διά να δύναται να εισάγη τρόφιμα διά της συνδρομής των Αθηναίων εν περιπτώσει που ήθελεν αποκλεισθή η διά ξηράς μετακόμισις. Τον τειχισμόν τούτον εγνώριζαν και πολλαί των εν Πελοποννήσω πόλεων.

Ένεκα του ονείρου τούτου φοβηθείς μήπως ο αδελφός του τον φονεύση και λάβη το βασίλειόν του, πέμπει εις την Περσίαν τον Πρηξάσπη, όστις ήτο εξ όλων των Περσών ο μάλλον πιστός εις αυτόν, με την διαταγήν να τον φονεύση. Φθάσας δε ο Πρηξάσπης εις τα Σούσα, εφόνευσε τον Σμέρδιν, ως μεν λέγουσι τινές εξαγαγών αυτόν εις κυνήγιον, ως λέγουσι δε άλλοι πνίξας αυτόν εις την Ερυθράν θάλασσαν.

Ότε κατήλθεν εις την αυλήν, εστράφη προς τα αριστερά, ως να μη είξευρεν ότι η πύλη έκειτο προς τα δεξιά, και φθάσας παρά τινα γωνίαν του περιβόλου, έβλεπεν επιμόνως κάτω. Εφαίνετο ότι κατώπτευε τα θέμεθλα της οικοδομής. Αλλά μετ' ολίγον φοβηθείς μήπως παρατηρηθή παρά τινος των καλογραιών, ή μήπως επιπληχθή και παρ' αυτής της Βεάτης, μετέβαλε διεύθυνσιν, και απήλθεν εις την πύλην.

Καθ' όσον όμως επλησίαζα και εξηπλούντο επί της εξοχής αι σκιαί της εσπέρας, ήρχισε να με καταλαμβάνη μυστηριώδες τι αίσθημα ανησυχίας. Διατί να έλθω μόνος; Διατί να μη αφήσω τον Παντελήν να με συνοδεύση ; Είχα θεωρήσει ασφαλέστερον να μη τον προσλάβω, φοβηθείς μη προκαλέσω υποψίας αν εφαινόμην εκεί με τον σύντροφόν μου και τον όνον του.

Τούτο και ενταύθα δυνάμεθα να διακρίνωμεν και δη ο μικρός Ρούντυ είναι ο μικρός Άνδερσεν· βρέφος πεσόν εις τον παράδοξον κόσμον του Παγώνος εις τας αγκάλας της μητρός του έχασε την αίσθησιν του γέλωτος, όπως ο μικρός Άνδερσεν διαρκώς έκλαιε εις την παράδοξον νεκρικής καταγωγής κλίνην· ήτο ρεμβώδες και αλλόκοτον ως αυτός παιδίον, φεύγον την συναναναστροφήν των παιδίων, ελκύον ως και εκείνος την προσοχήν· ο θείος του ήτο θαυμαστής του Ναπολέοντος, ενετρύφα και αυτός εις τας διηγήσεις, ετέρπετο εις τα φαινόμενα της φύσεως· αλλ' αντιθέτως αυτού ήτο ατρόμητος, μη φοβηθείς και να ριφθή υπέρ τας φάραγγας άνω της αβύσσου, μετέωρος, να αρπάση τον αετιδέα χάριν του έρωτός του· δεν έσπασε τον λαιμόν του, διότι &εκρατείτο στερεά&, αλλά και ο Άνδερσεν αυτό είχεν ως αρχήν του, μεταβάλλων μεν τας σειομένας σκιάς εις Πρόσωπα και φρικιών εις τους ήχους αλλά διά της επιμονής και καρτερίας του δρέψας την αθανασίαν.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν