Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025


Τινές εκ του πλήθους είχον προτρέξει του πλοίου, και πλήθος ήδη ίστατο εις την όχθην όταν το πλοίον προσήγγισε προς αποβίβασιν, ενώ απωτέρω εφάνησαν αι πολυάριθμοι ομάδες των προσκυνητών διά το Πάσχα, οίτινες προσειλκύσθησαν έξω από τον δρόμον των υπό της αυξανούσης φήμης του αγνώστου προφήτου.

Αναρπασθείς κατά τον Τεριναίον κόλπον υπό βορείου ανέμου, ο οποίος πνέει βιαιότατα εις τα παράλια ταύτα, εφέρθη εις το πέλαγος και, αφού εβασανίσθη πολύ, προσήγγισε πάλιν εις τον Τάραντα και ανελκύσας εις την ξηράν τα παθόντα υπό της τρικυμίας πλοία επεσκεύαζεν αυτά.

Κατά της νεαράς συζύγου του; Αλλά την τελευταίαν στιγμήν του απόπλουεις την βόλτανπροσήγγισε τόσον πολύ εις τον Βράχον, εν τη κορυφή του οποίου έκειτο το άσπρο-κάτασπρο σπιτάκι της συζύγου του και ιδικόν του πλέον, ώστε παρ' ολίγον να καθίση την σκούναν εις τα ριχά, εκεί εγγύς, επάνω εις τον Μόλον.

Το κόττερον του καπετάν Ηλία, κατάφορτον εμπορευμάτων και με τάβλαις σωρόν επί του καταστρώματος, μετά βραδύτητος προσήγγισε τέλος, αργά- αργά, εις την αποβάθραν, κοντόν και χονδρόν ως τον καπετάν Ηλίαν τον κυβερνήτην του. — Καλώς ώρσες, καπετάν Ηλία! πάντα κατευόδιο, καπετάν Ηλία! Ήλθεν ο Λαλεμήτρος; Εφώναζεν η γραία, υψηλά από τον βράχον, καταβαίνουσα εις την παραλίαν.

Εσκέφθη να γυρίση οπίσω, αλλ' ήτο νύκτα πλέον και θα υπέφερε πολύν κόπον εις την νυκτερινήν οδοιπορίαν, με τους ανωμάλους και βοθρώδεις δρόμους και με την σκοτίαν της ασελήνου νυκτός. Εξανάκαμε τον σταυρόν του. Συνέσφιξε όσον ηδύνατο την καρδίαν του, καθώς σφίγγομεν την μέσην μας όταν μας πονή, και προσήγγισε. Του ήλθε λογισμός να παρέλθη χωρίς να έμβη να προσκυνήση. Αλλά μετέγνω κατόπιν.

Καθόσον όμως επλησίαζεν, ηδύναντο ν' ακουσθώσιν και αι φωναί. Διότι το ανατραπέν σκαφίδιον, ωθούμενον υπό των κυμάτων, είχε μετατοπισθή πολλάς δεκάδας οργυιών προς τα νοτιοδυτικά, και ο γέρων ναυαγός συνέβαλε και αυτός εις τούτο διά των χειρών και των ποδών. Τέλος το τρεχαντήριον προσήγγισε και απέλυσε την λέμβον. Ο μπάρμπα-Διόμας ήκουσε κώπας πλαταγούσας πλησίον του, αλλά μόνον ήκουσεν.

Λέμβος υπόσαθρος, αλιάς πολλάκις εμβαλωθείσα, ονάριον θαλασσινόν με θραυσμένην την σπονδυλικήν στήλην, προσήγγισε με τα κουπάκια εις την αποβάθραν της νήσου. Όπισθέν της, δέσμιος μέγας ιχθύς, ορφώς καστανόχρους ανετάρασσε τα ύδατα διά των ισχυρών πτερυγίων του και της πλατείας ουράς.

Τότε είδον στρατιάν ερώτων, διευθυνομένην προς του άνθους τα πέταλα. Επλησίασεν ο πρώτος και το άνθος ηρυθρίασε, είδον δε διά των πετάλων αυτού να ρεύση θαλερόν δάκρυ. Και είδον να παρέρχεται ο πρώτος και να διέρχεται ο δεύτερος. Και ο τρίτος κατόπιν, και ολόκληρος η στρατιά. Αλλά δεν είδον πλέον ούτε ερύθυμα, ούτε δάκρυ. Προσήγγισε και ο τελευταίος.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν