United States or French Southern Territories ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την πέμπτην ημέραν είχεν ήδη γίνει καλοκαιρία, ο πάγος διελύετο και η θάλασσα επανήρχετο εις την φυσικήν της κατάστασιν. Αφού δ' επλεύσαμεν έως τριακοσίους σταδίους, επλησιάσαμεν εις νήσον μικράν και ακατοίκητον, από την οποίαν επήραμεν νερόν, διότι το είχαμεν ήδη εξαντλήσει και φονεύσαντες δύο αγρίους ταύρους απεπλεύσαμεν.

Ο γέρο-Φόλης και οι συγγενείς της τεθνεώσης τον ελυπήθησαν, και του είχαν ναυλώσει πέραμα διά να τον στείλουν πέραν, να υπάγη να λησμονήση, να παρηγορηθή, και να μην υγραίνη καθημερινώς το χώμα του νεοσκαφούς τάφου. O Αγάλλος τους απεχαιρέτησεν, απεβιβάσθη, και εις ολίγας ώρας έφθασεν εις την γενέθλιον νήσον.

Είχε κατέλθει εθελοντής, διά να ελευθερώση την Κρήτην αλλά μετ' ολίγας ημέρας αφήκε την νήσον εις την τύχην της. Πέρυσι, κατά το θέρος, τον επανείδα εδώ. — Τι γίνεσαι; τον ερωτώ. Τι δουλειές πολεμάς; — Καλλιεργώ δερβισιλίκι, μου απαντά. — Καλλιεργείς δερβισιλίκι; επανέλαβα μη εννοήσας. Ο κούτσαβος εγέλασε. — Δεν τη καταλαβαίνεις του λόγου σου αυτή τη γλώσσα. Δερβισιλίκι είνε η λεβεντιά.

Αλλά τότε κατά μεν των επαναστατών είχον εκπεμφθή πολλαί μυριάδες τουρκικού στρατού, την δε νήσον απέκλειον πολυάριθμα τουρκικά σκάφη, ων ο αριθμός υπερέβη τα 35.

Και ούτοι μεν ταύτα τα έθιμα τηρούσιν, οι δε Λύκιοι κατάγονται από την Κρήτην, η καταγωγή των δε αύτη είναι παλαιοτάτη, διότι άλλοτε οι βάρβαροι κατείχον όλην αυτήν την νήσον.

17. « Οι Λακεδαιμόνιοι έπεμψαν ημάς, ω Αθηναίοι, διά να διαπραγματευθώμεν μαζί σας περί των ευρισκομένων εις την νήσον ανδρών και να σας πείσωμεν να πράξετε εκείνο, το οποίον και εις σας θα είναι ωφέλιμον, και εις ημάς αξιοπρεπές εις την παρούσαν ημών συμφοράν.

Η δε ελπίς του αυτή εσκέπτετο, δεν ήτο απίθανον να πραγματοποιηθή, διότι την νήσον αυτήν προ της επαναστάσεως είχον καταφύγιόν των και ορμητήριον οι αρματωλοί του Ολύμπου οσάκις κατεδιώκοντο. Έκτοτε ούτε ναργιλέν τον είδαν να πίη πλέον εις το καφενείον, ούτε να τρατάρη. Τώρα είνε έρημον το χωριό μου, το Κάστρο μου.

Το αντίπεραν πέλαγος ήτο ήμερον, συνηντήσαμεν δε και μίαν νήσον μεγάλην, κατοικουμένην και ευπρόσιτον. Οι κάτοικοι της ήσαν άνθρωποι Βουκέφαλοι έχοντες κέρατα, όπως παριστάνεται ο Μινώταυρος. Εξήλθαμεν και επροχωρήσαμεν διά να πάρωμεν νερόν και τρόφιμα αν ήτο δυνατόν, διότι είχαμεν έλλειψιν.

Έπρεπε ν' αναχωρήσωμεν, όχι χάριν των προλήψεων και των φόβων του εξαδέλφου μου, αλλά χάριν της θυγατρός του Κ. Μελέτη. Αλλά πώς ν' αναχωρήσωμεν; Μετά πολλά ευρέθη η ζητουμένη διέξοδος. Το ατμόπλοιον διά του οποίου ήλθομεν εις την νήσον επέστρεφεν εκ του γύρου του την νύκτα της μεθαύριον.

Η δ' εφημερίς ως εξής: «Χωρίς ν' αδικήσωμεν τον άγνωστον διάδοχόν του, δυνάμεθα να εκφράσωμεν την βαθείαν και ειλικρινή λύπην ημών επί τη επαπειλούμενη απωλεία τοιούτου έπαρχου. Η ελπίς ημών είνε ότι εν τη αγάπη του προς την ημετέραν νήσον, αγάπη τοσάκις εκδηλωθείση, θ' αποποιηθή πάντα προβιβασμόν, όπως εξακολουθήση παρέχων διά της πεφωτισμένης αυτού διοικήσεως ευεργεσίας τη ημετέρα νήσω