United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είμαι πολλά ευχαριστημένος του απεκρίθη ο Βασιλεύς, που σου έτυχεν εσένα η τύχη να εύρης το γεράκι μου, επειδή και έταξα με όρκον, ότι όποιος ήθελε το εύρει και μου το φέρει να του κάμω τρεις χάρες που θα ήθελε ζητήσει· το λοιπόν ζήτησε ό,τι αγαπάς και θέλει σου δοθή.

Η δημοσιά μέχρι το χωριό ήταν ανηφορική κι εκείνος περπατούσε αργά επειδή τον προηγούμενο χρόνο τον είχαν εύρει οι θέρμες της μαλάριας και τα πόδια του δεν τον βαστούσαν πια.

87. »Πλην των όρκων βεβαιοτέρα εγγύησις διά σας είναι τα έργα μας· παραβάλλοντες ταύτα με τους λόγους ημών θέλετε εύρει αναντίρρητον απόδειξιν της ειλικρινείας μας.

Αυτά λοιπόν σκεπτόμενος ευχαριστημένος ενόμιζον ότι έχω εύρει σύμφωνα με την επιθυμίαν μου τον Αναξαγόραν διδάσκαλον της αιτίας των υπαρχόντων πραγμάτων και ότι θα μοι είπη, κατά πρώτον μεν, ποίον από τα δύο, η γη είναι πλατεία ή στρογγύλη· αφού δε μου το είπη, ότι θα μου διηγηθή έπειτα ποία η αιτία και ποία η ανάγκη τούτου του πράγματος, λέγων ποίον είναι το καλύτερον και διατί ήτο καλύτερον να είναι τοιαύτη· και εάν λέγη ότι αυτή είναι εις το μέσον του κόσμου, ότι θα διηγηθή έπειτα πως ήτο καλύτερα να είναι εις το μέσον· και αν μου αποδείξη ταύτα, θα ήμην διατεθειμένος να μη επιθυμήσω πλέον άλλο είδος αιτίας.

Α αφέντη, του είπεν πού είμασθε, και εις τι κατάστασιν βλέπω τον εαυτόν μου; Τρισάθλιε, του απεκρίθη ο βεζύρης, ήξευρε ότι εγώ είμαι εκείνος, που σου επροξένησα τούτην την συμφοράν, και σε έφερα εδώ διά να σε έχω εις την εξουσίαν μου, και να σε κάμω να υποφέρης χίλια μαρτύρια, αν δεν μου φανερώσης τον θησαυρόν σου, και καθημερινώς θέλω εύρει νέες τυραννίες διά να σε κάμω να βαρεθής την ζωήν σου, αν δεν μου τον φανερώσης.

Εάν τότε εγνώριζα όσα την σήμερον, τα υπολανθάνοντα εντός της ψυχής μου αισθήματα ήθελον ίσως ζητήσει και εύρει διέξοδον, υπερνικώντα τας φυσικάς μου ελλείψεις. Αλλά και η ψυχή μου τότε ήτο μικρά και αγύμναστος όσον το σώμα μου. Διότι ήμην αμαθής, αμαθέστατος, ως υπέδειξα ήδη, αναγνώστά μου.

Ο Στάθης υπεσχέθη να γηροκομήση τους γονείς του, αλλ' ουδέποτε επείσθη να δώση το «πανωπροίκι» εις τον γαμβρόν. Είχεν εύρει τώρα και άλλο επιχείρημα, ότι και ο άλλος γαμβρός, ο σύζυγος της πρεσβυτέρας αδελφής Μαργαρώς, ήγειρεν απαίτησιν, ζητών και αυτός «πανωπροίκια», επειδή η προιξ την οποίαν είχε λάβει αυτός ήτο πολύ ευτελεστέρα.

«Ελάτε να ζεστάσωμεν «Τα χέρια μαςτα σπλάγχνα «Όσων θυσίας προσφέρουσιν «Εις τον Σταυρόν και σέβονται «Αγίων εικόνας. «Ελάτε, ελάτε, ο κόπος »Αν μας καταδαμάση, «Επί σωρούς σφαγμένων «Καθίζοντας, ανάπαυσιν «Θέλομεν εύρει. «Τα ρόδα της Ελλάδος «Εις τ' αίμα της βαμμένα «Θέλει φανούν τερπνότατον «Δώρον των γυναικών μας. «Κ' έργον ηρώων

Παρηγορήσου λοιπόν, παιδί μου, διά τας περασμένας σου δυστυχίας, επειδή και θέλεις εύρει ένα πατέρα εις εμένα πλέον πλούσιον από τον εδικόν σου, και που δεν θέλει έχει ολιγωτέραν αγάπην από εκείνον διά εσένα.

Ουδαμού Αϊμά. Ο Μάχτος επέστρεψεν εις την καλύβην, ελπίζων ότι η νέα θα επανήλθεν ήδη αυτόσε και έμελλε να την εύρη. Απούσα η Αϊμά. Ο νέος έκαμε και άλλον γύρον, και μετέβη προσέτι και εις όσους τόπους σπανιώτατα ευρίσκετο εκείνη, ουδ' είχε μεγάλην πιθανότητα ότι ήθελε την εύρει. Ώχετο η Αϊμά. Τέλος επέστρεψε το δεύτερον εις την καλύβην, πεποιθώς ότι θα την εύρισκε τέλος. Αλλ' όμως δεν την εύρεν.