United States or El Salvador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Γέρος, όστις ήτο επταετής μόλις, έτοιμος να κλαύση διότι δεν εύρισκε ψυχίον τι προς κορεσμόν της πείνης του ήνοιξε το μόνον παράθυρον, έχον τριών σπιθαμών μήκος. Ο οικίσκος όλος, χθαμαλός, ημιφάτνωτος, με είδος σοφά, είχεν ύψος δύο ίσως οργυιών από του εδάφους μέχρι της οροφής.

Μετά τινα εργασίαν συνήντησαν βράχον μέγαν, το έδαφος της γης εκεί, υπό τον οποίον εξέχοντα, εσχηματίζετο σπηλαιώδης κρύπτη, οπού παρακάτω εξηκολούθει η κατωφέρεια του εδάφους, σχηματιζομένου εκεί μικρού χάσματος.

Παρήλθε πολλή ώρα και η Αρσινόη είνε εις τα γόνατα. Αδυνατεί να εγερθή . . . Είνε καθηλωμένη επί του εδάφους. Αίφνης αισθάνεται ότι της εγγίζουν τον ώμον. Είνε η τροφός, η οποία της ενθυμίζει την ώραν . . .

Υπάρχουν δε και έθνη όλα μακροβιώτατα, όπως οι Σήρες, περί των οποίων λέγεται ότι ζουν μέχρι τριακοσίων ετών• και άλλοι μεν αποδίδουν την μακροβιότητα ταύτην εις τον αέρα, άλλοι δε εις την φύσιν του εδάφους και άλλοι εις τον τρόπον κατά τον οποίον ο λαός ούτος ζη• λέγεται δε ότι όλοι οι Σήρες πίνουν μόνον νερόν.

Το σπήλαιον με τους φαιούς τοίχους του, κατεσχισμένους εδώ κ' εκεί κ' επικαθημένους του εδάφους, ως χονδροί πόδες μεγαθηρίου, εβυθίσθη εις μυστηριώδη σιωπήν, η οποία επίεζε πάσαν ψυχήν ανθρωπίνην.

Σκηναί υπομέλαναι ήσαν εγκατεσπαρμέναι εις τας όχθας. Άνδρες με λόγχας περιεφέροντο μεταξύ των ίππων, τα δε σβενύμενα πυρά έλαμπον σπινθηρίζοντα επί του ομαλού εδάφους.

Δεν ξεύρω τι έπαθες, μικρέ μου. — Αλλ' αύτη δεν είνε εδώ, είπε παραπονετικώς ο Μάχτος. — Και σαν δεν είνε, θάρθη. — Πότε θάρθη; — Το γρηγορώτερο. — Και σαν δεν έρθη; — Πώς γίνεται να μην έρθη; — Ξεύρεις καμμιά φορά. Ωχ, μάννα μου, θαποθάνω... Και κατενεχθείς επί του εδάφους, ήρχισε να κλαίη με αληθή δάκρυα. — Σε καλό σου, μικρό μου, είπεν η Γύφτισσα υπέρ την κεφαλήν αυτού. Τι έχεις;

Απόδειξις τούτου είναι ότι οι Λακεδαιμόνιοι ουδέποτε μόνοι, αλλά μεθ' όλων των συμμάχων των εκστρατεύουν εναντίον ημών· ενώ ημείς, οσάκις επερχόμεθα κατά της χώρας των άλλων ευκόλως ως επί το πλείστον νικώμεν μαχόμενοι επί εδάφους ξένου και εναντίον ανθρώπων υπερασπιζομένων την ιδικήν των χώραν.

Την εσπέραν εκείνην, παραμονήν των Χριστουγέννων του έτους 185 . . . δύο παιδιά κατήρχοντο με ζωηρά βήματα το λιθόστρωτον και οι πόδες των, ασυνήθιστοι εις τα πέδιλα τα οποία είχον φορέσει ίσως εκτάκτως την εσπέραν εκείνην, έκαμναν μέγαν κρότον επί των πλακών του εδάφους. Αμφότεροι εκράτουν ελαφράς ράβδους. Ο είς εκράτει φανόν με την άλλην χείρα. Ήτο εβδόμη ώρα. Νυξ αστροφεγγής και ψυχρά.

Επειδή δε με όλας μου τας αναζητήσεις δεν έβλεπα ουδαμού σωρόν χώματος μαρτυρούντα την ανασκαφήν του εδάφους, ηρώτησα τους πλησιέστατα εις την λίμνην κατοικούντας πού ήτο το εξορυχθέν χώμα, εκείνοι δε με είπον πού μετεφέρθη, και τους επίστευσα ευκόλως, διότι ήξευρα εξ ακοής ότι παρόμοιόν τι είχε συμβή και εις την πόλιν των Ασσυρίων Νίνον.