Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουλίου 2025
Ήτο εκεί και ο όσιος Ποιμήν ο ασκητής, με το λόγιόν του «ο Ποιμήν τέκνα ουκ εγέννησε», και με την απάντησίν του εις τον Ανθύπατον, προκειμένου περί ζωής ή θανάτου του αθώου ανεψιού του: «Ει μεν εύρης ένοχον, κόλασον αυτόν· ει δε αθώον, ως θέλεις πράξον». Ήτο και αυτός εκεί, προστάτης ουδέν ήττον και φρουρός των ακάκων κουττών παιδίων.
Διά την ένοχον τοιαύτης επιβουλής ούτε συγγνώμη δύναται να υπάρξη ούτε καν επιτρέπεται οίκτος.
Τα χείλη της έτρεμον ως τα χείλη παιδίου, το οποίον μέλλει να κλαύση και το οποίον αισθανόμενον εαυτό ένοχον, αναγκάζεται να ομολογήση το σφάλμα του. — Αποκρίθητι, είπεν ο απόστολος επιμένων. Τότε με φωνήν χαμηλήν και φοβισμένην εκείνη εψιθύρισε γονατίσασα εις τους πόδας του Πέτρου. — Μάλιστα. Ήδη ο Βινίκιος ήτο γονυπετής εις το πλευρόν της.
Αλλ' έν μόνον δεν ηδύνατο να πράξη, και τούτο ήτο να παραιτήση ή τον ένοχον έρωτα, ή ν' αποπέμψη την αλαζόνα γυναίκα, ήτις διεύθυνε την ζωήν του, αφού είχε καταστρέψει την ειρήνην του. «Ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου», είπε καθαρά ο Προφήτης, ουδέ και των άλλων εγκλημάτων του Ηρώδου εφείσθη.
Όσον αλγεινή και αν υπήρξεν η σκηνή αύτη εις την καρδίαν του Σωτήρος, τουλάχιστον ως ανακούφισις ήτο η συμπαθής αύτη απαλλαγή και άφεσις, άφεσις, ως δυνάμεθα να έχωμεν πεποίθησιν, διά την αιωνιότητα, όχι μόνον διά τον χρόνον, την οποίαν εχάρισεν εις μίαν ένοχον ψυχήν.
Αμέσως λοιπόν διέταξε και εβάλθη υπό φύλαξιν ο στρατηγός ούτος, έως ου εύρη και παραδώση εις το στρατόπεδον τον ένοχον. Εις ταύτα ενησχολείτο ο Καραϊσκάκης ομού με τους σημαντικωτέρους των αξιωματικών, όταν εγχειρίζεται εις αυτόν διαμαρτύρησις από μέρους του αρχιστρατήγου διά την καταπάτησιν της συνθήκης και την σφαγήν των εχθρών.
Περί το μεσονύκτιον η δεξαμενή εξεχείλισε, χείμαρροι δε ύδατος κυλισθέντες από του λόφου της Καστέλλας εξύπνισαν εντρόμους τους κατοίκους, κατέκλυσαν χαμηλούς τινας οικίσκους και παρέσυραν κατοικίδια ζώα των περιοίκων. Ο περίφημος επιστάτης ζητηθείς ανευρέθη εις παρακείμενον οινοπολείον, αγορεύων κατά της Κυβερνήσεως. Ο κ. δήμαρχος απέλυσεν αμέσως σήμερον την πρωίαν τον ένοχον υπάλληλον...»
Διότι, εάν ο φθόνος δεν είχε τόσην τάσιν εις το να βλάπτη, δεν θα επροτιμούσαν την εκδίκησιν αντί του οίκτου, το κέρδος αντί της δικαιοσύνης· άλλως τε και οι άνθρωποι, προκειμένου να τιμωρήσουν τους άλλους, αρέσκονται να καταργούν πριν τους κοινούς νόμους, οι οποίοι αφήνουν εις τον ένοχον κάποιαν ελπίδα σωτηρίας, με κίνδυνον μάλιστα να μη δύνανται να τους επικαλεσθούν αυτοί οι ίδιοι, εάν ποτε λάβουν ανάγκην αυτών.
Αφού η Αμέρσα είχε χάσει τον ύπνον της, μετά την επάνοδον εκ της οικίας της λεχώνας και είχε πλαγιάσει πάλιν, χωρίς να κοιμηθή, εις το πλάγι της μικράς αδελφής της, επί μακρόν εξηκολούθησε να σκέπτεται και πάλιν τον αδελφόν της, τον δυστυχή και ένοχον εκείνον. Έκτοτε μετά το πήδημα από της κλαβανής και την απόδρασίν του, δεν τον είχεν ιδεί πλέον.
Αν πάλι μου το κρύψετε αυτό από φόβον, φοβούμενοι μη φίλο σας ή τον εαυτό σας βλάψετε, τουτ’ ακούσατε που εγώ κηρύττω: Να μη δεχθή τον ένοχον κανείς, κανείς σας στο σπίτι του° να μη δεχθή να του μιλήση, μήτε στας δεήσεις σύντροφον να τόνε λάβη, ακόμη ούτε τους χέρνιβας να του προσφέρη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν