United States or Mauritania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κιμίκρ! Ηρώτα ο κυρ-Δημάκης, πλέον σύννους και από τον αρχαίον έλληνα, τον προσπαθούντα να εξηγήση τον δοθέντα εις αυτόν χρησμόν παρά της ομοίως μογιλάλου Πυθίας. Εξήρχοντο. Το χωρίον εκοιμάτο ακόμη. Νυξ παγερά του Δεκεμβρίου. Γαλήνη χιονώδης και κρύα νηνεμία.

Ήτο δε ο χρησμός της Πυθίας τοιούτος· «Όστις μεταβή εις την πολυπόθητον Λιβύαν αφού γίνη η διανομή της γης, αυτός λέγω ότι θα μεταμεληθή μετά ταύταΕπειδή λοιπόν συνεσωρεύθησαν πολλοί εις την Κυρήνην, οι περίοικοι Λίβυες και ο βασιλεύς αυτών όστις ωνομάζετο Αδικράν, στερούμενοι της χώρας των και περιυβριζόμενοι υπό των Κυρηναίων, έπεμψαν εις την Αίγυπτον και παρέδοσαν εαυτούς εις τον βασιλέα της Αιγύπτου Απρίην.

ΙΩΝ Μην τύχη στης Πυθίας κ' ήλθες το βράχο πειο μπροστά; ΞΟΥΘΟΣ Εις της γιορτές του Βάκχου. ΙΩΝ Σε τίνος σπίτι έμεινες; ΞΟΥΘΟΣεκείνον που με γνώρισε με τα κορίτσια των Δελφών. ΙΩΝ Εις τα μυστήριά τους, ή θέλεις για να ειπής κι' αλλού; ΞΟΥΘΟΣ Εις των Μαινάδων τη γιορτή. ΙΩΝ Είχες σωστή τη' γνώσι σου, ή μεθυσμένος ήσουν; ΞΟΥΘΟΣ Επαραδόθηκα μ' αυτές στης ηδονές του Βάκχου.

Τα λόγια σου είνε για μένα όπως στους προγόνους μας της Πυθίας τα λόγια. Λέγε μου να ζήσης. — Το σπίτι μου τώρα είνε περιττό· και το σπίτι και το κλήμα του. Έμειν' έρμο εκεί πάνου και θα χαλάση με τον καιρό. Δεν το δέχεται τάχα ο Κουρδουκέφαλος και να ξόφληση το χρέος; — Τι λες, Ελπίδα! φώναξε ο νέος σφαλώντας ανάλαφρα με τα δάχτυλα του τα χείλη της. Όχι τέτοια θυσία· δεν τη δέχουμαι.

ΤΡΥΦ. Ρώτησε τη μητέρα σου, αν έτυχέ ποτε να τη δη στο λουτρό. Όσω για τα χρόνια της, να ρωτήσης τον πάππο σου, αν ζη ακόμη. ΧΑΡΜ. Λοιπόν αφού είνε τέτοια, ας ρίξωμε κάτω το τείχος που μας χωρίζει, και έλα ν' αγκαλιασθούμε και ν' απολαύσωμεν ο είς τον άλλον. Με το Φιλημάτιον κάθε σχέσις ετελείωσε. Ιόεσσα, Πυθιάς και Λυσίας.

ΛΥΣ. Επειδή ήκουσα δύο αναπνοές, στην αρχή ενόμισα ότι εκοιμάτο μαζή της η Λυδή• είχα όμως λάθος, διότι όταν έψαξα ευρήκα το πρόσωπον ενός νέου χωρίς γένεια, πολύ τρυφερού, ο οποίος είχε σύρριζα κομμένα τα μαλλιά, εμύριζε δε και αυτός από αρώματα. Αν είχα μαζή μου την στιγμή εκείνη σπαθί, σας ορκίζομαι ότι... Τι γελάτε, Πυθιάς; Σου φαίνονται ότι είνε για γέλοια αυτά που λέγω;

Τότε θα καμαρώσης για το ωραίο σου κατόρθωμα. Τι με αγριοκυτάζεις και τρίζεις τα δόντια; Αν έχης τίποτε να με κατηγορήσης, να το πης, και αυτή η Πυθιάς ας μας κρίνη. Πώς χωρίς να μου δώσης καμμίαν απάντησιν φεύγεις και μ' αφήνεις; Βλέπεις, Πυθιάς, τι τραβώ απ' αυτόν τον Λυσίαν; ΠΥΘΙΑΣ. Τι σκληρή καρδιά, να μη τον συγκινούν τα δάκρυα της. Είνε πέτρα και όχι άνθρωπος.

Η Κρέουσα, βασίλισσα των Αθηνών και θυγάτηρ του Ερεχθέως, τεκνοποιήσασά ποτε μετά του Απόλλωνος, αφήκε το τέκνον της, εκ φόβου αποκαλύψεως, εις σπήλαιον εκτός των Αθηνών, παραλαβών δε ο Ερμής εκείνο μετέφερεν εις το μαντείον των Δελφών, ένθα ανετράφη υπό της Πυθίας.

Ο Περίανδρος, εκείνος όστις είχε μηνύσει εις τον Θρασύβουλον την απόκρισιν της Πυθίας, ήτο υιός του Κυψέλου και εβασίλευεν εις την Κόρινθον. Ο Αρίων ούτος ήτο κιθαρωδός και ουδενός δεύτερος μεταξύ των συγχρόνων του· καθ' όσον δε ημείς ηξεύρομεν, αυτός πρώτος εποίησεν, ωνόμασε και εδίδαξε διθύραμβον εις την Κόρινθον.

ΚΡΕΟΥΣΑ Μας κυνηγάνε, κόρες μου, και να μας σφάξουν θέλουν, γιατί με κατεδίκασεν η ψήφος της Πυθίας και τώρα θα με πιάσουνε. ΧΟΡΟΣ Ξέρω τη συμφορά σου, και ξέρω ακόμα, δύστυχη, ποια τύχη σε προσμένει. ΚΡΕΟΥΣΑ Αχ, που να φύγω; Πρόφθασα με τόση δυσκολία να βγω από το σπίτι μου, μην τύχη και πεθάνω, και έφθασα εδώ κρυφά, φεύγοντας τους εχθρούς μου. ΧΟΡΟΣ Πειο άλλο καταφύγιο απ' το βωμό υπάρχει;