United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλιώς δε θαρχόμουνα καθόλου. ΦΛΕΡΗΣΠού ήθελες να το ξέρω; Έλα, Λέλα. Κάθισε κοντά μου λίγα λεπτά. Συχώρεσέ με αν φάνηκα πρόστυχος μαζή σου, κακός χωρίς να το θέλω. Δεν το ήξερα πως η Δώρα είναι μακρυά ακόμα. ΛΕΛΑΤο ήξερα όμως εγώ. Το ήξερα πως δεν πρέπει να πλησιάσω την κόρη σου. Είμαι μια λεπρή .. . ΦΛΕΡΗΣΤι λόγια είναι αυτά; Μην ξαναπής αυτή τη λέξη! ΛΕΛΑΕίμαι μια λεπρή, το ξέρω.

Δηλαδή και αυτός δίδει και δεν λαμβάνει, με την διαφοράν όμως ότι κανέν από αυτά τα δύο δεν εκτελεί ούτε καθώς πρέπει ούτε καλώς. Εάν λοιπόν συνηθίση εις αυτό, ή κάπως μεταβληθή, θα εγίνετο ελευθέριος. Διότι τότε θα δίδη εις όσους πρέπει και θα λαμβάνη από όπου πρέπει. Και διά τούτο δεν φαίνεται πρόστυχος ως προς τo ήθος.

Όταν έλεγε ο Πλάτωνας ειμί και πατήρ , ο πρόστυχος ο Αθηναίος δεν τόλεγε διαφορετικά· δε γνώριζε τύπους πατέρας ή είμαι . Το ειμί και το πατήρ είταν οι δημοτικές, οι χυδαίες λέξες εκείνης της εποχής. Αφτό το ξέρετε και σεις πολύ καλήτερα από μένα, και δεν είναι ανάγκη να σας λέω πράματα, που θα τα μάθη κάθε παιδί, άμα πατήση στο σκολειό.

Καλέ Σωκράτη, και ποίος είναι αυτός ο άνθρωπος; Πόσον φαίνεται να είναι κάποιος αμόρφωτος, αφού τολμά να αναφέρη τόσον πρόστυχα ονόματα μέσα εις τόσον υψηλόν ζήτημα! Σωκράτης. Ναι καθώς τον είπες είναι κάπως, φίλε Ιππία, όχι κομψός αλλά πρόστυχος, ο οποίος δεν προσέχει εις τίποτε άλλο παρά εις την αλήθειαν. Και όμως πρέπει να απαντήσωμεν εις τον άνθρωπον, και εγώ πρώτος δίδω την γνώμην μου.

Ακούς! να διώχνη, ο πρόστυχος, την εξαδέλφη του, για να μας κουβαλήση εδώ την παληοπατσαβούρα!... Όθεν, μετά δύο ή τρεις ημέρας, ο λαγουτιέρης, βλέπων ότι «ουδέν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται», εμάζωξε τα ρούχα του, επήρε την κασσελίτσαν του στον ώμον, το λαγούτο του υπό την μασχάλην, κ' επήγε να βρη, «την γυναίκα του, να νοικοκυρευθή». Τώρα έμεινεν η Σταυρούλα κυρίαρχος του δωματίου.

Και να τους γκρεμίσης απ' τη σκάλα! αποτελείωσε ο Βαγγέλης. — Δεν τώκανα, είπε ο Γιώργης, είμαι μαλακός, βλέπεις.., — Αυτός τι σούπε; ρώτησε πάλι ο Μήτσος. — Τι να μου πη; Σηκώθηκε, πήρε τη σκούφια του και κίνησε να φύγη, δίχως να καλονυχτίση. Και στην πόρτα κοντοστάθηκε και μούπε: «Τι να σου κάνω, κακομοίρη; Ήξερα να σου μιλήσω σαν πρόστυχος που είσαι και φαίνεσαι.

Άμα σου φεύγη κανένα πουλάκι, εδώ νάρχεσαι να το ζητάς. Μικρά μεγάλα στον κήπο μου έρχονται και φωλιάζουν. Ο Δημητράκης κατακόκκινος το πήρε κ' έφυγε τρεχάτος. Έπειτα όμως σκέφτηκε την καλωσύνη της, το χαμογέλοιο, την ομορφάδα της και θύμωσε για το φέρσιμό του. Αυτός εφάνηκε πρόστυχος όχι εκείνη. Δίχως άλλο· ο αδερφός του δεν ήξερε τι έλεγε.

Του απάντησεν ο Ευρύμαχος, το τέκνο του Πολύβου• «Τηλέμαχ', εις την δύναμι των αθανάτων μένει 400 των Αχαιών ποιος βασιληάς θε να 'ναι εις την Ιθάκη• και ως κύριος συ το έχει σου, τα σπίτια σου να ορίζης• μήδ' άνθρωπος τα κτήματα τολμήση να σ' αρπάξη με βίαν, ως που κατοικούν άνθρωποιτην Ιθάκη. αλλά συ θέλω να μου 'πης, καλέ μου, για τον ξένο• 405 ο άνθρωπος πόθεν έρχεται; και από ποιο μέρος λέγει ότ' είναι; που το γένος του, το πατρικό του χώμα; μη φέρει κάποιαν είδησι 'που θα φθάση ο πατέρας; ή έρχετ' εδώ γι' ανάγκη του δική του να φροντίση; πώς πήρε κ' έφυγ' έξαφνα! ουδ' έμεινεν ολίγο 410 να γνωρισθή• και πρόστυχος δεν ώμοιασετην όψι».

Δέδερη για να μου αποδείξη ότι είμαι πρόστυχος, και γι' αυτό εγκαταλείπω τας ευγενείς κυρίας και προτιμώ της προστυχούλες. Νομίζω πώς το επιγράφει: «Όμοιος τον όμοιο». Θέλεις να σου το αποστηθίσω; Ξέρεις τώμαθα απ' έξω : Προπάππος μου, ο παπούς του πατέρα. Μηδάς, δηλαδή πουλούσε μήδια εις το Σταυροδρόμι.

Προτού νάρθουν οι Έλληνες στην Ελλάδα, προτού να χωριστή η γλώσσα τους από την κοινή μητέρα την αρυοεβρωπαϊκή, κι όταν κατόπι χωρίστηκε, όσοι μιλούσαν, όσοι, μ' άλλα λόγια, έκαμαν τη γλώσσα, είταν απλοί, αγράμματοι αθρώποι· κανένας δεν ταχτοποίησε , δε διώρθωσε τη γλώσσα τους. Όσα λάθη ακούσετε και κάμη σήμερα ο πιο πρόστυχος άθρωπος, τάκαμναν και κείνοι στον καιρό τους.