United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την άλλην ημέραν την παρεκάλεσεν αποτόμως να φύγη, τέλος πάντων, επειδή κι' αυτός θέλει να φέρη εδώ «την γυναίκα του», να ζήση σαν άνθρωπος, να νοικοκυρευθή. Τότε η Σταυρούλα, παραδόξως, επεκαλέσθη την υποστήριξιν των άλλων γυναικών, των τέως ασπόνδων πολεμίων της. Τώρα διά πρώτην φοράν επηγγέλλοντο ότι επίστευον εις την συγγένειαν της Σταυρούλας.

Σχεδόν δεν άφιναν κανέναν νοικάρην να χορτάση τον ύπνον, τόσον δυνατά και τόσον συχνά ελαλούσαν. Κ' η κόττες ανάμεσα εκακάριζαν. Κ' οι δύο πετεινοί με της τρεις κόττες ετρέφοντο κ' επάχυναν καλά εκεί μέσα. Η κυρά Σταυρούλα δεν τας άφινε ποτέ να εξέρχωνται εις την αυλήν.

Όλων τα οθόνια εβράχησαν. Ο Βαγγέλης έλειπε την νύκτα. Ήλθε το πρωί, ευρίσκει το στρώμα και τα σκεπάσματα της κλίνης όλα βρεγμένα, και αρχίζει πικράν επίπληξιν κατά της εξαδέλφης του. — Μήπως και τα δικά μου δεν θα βράχηκαν τάχα, εκεί που βρίσκονται; είπε μεγαλοφώνως, ίσως διά να την ακούουν έξω, η Σταυρούλα. Να, και το παπλωματάκι μου, κύττα, πως έγεινε!

Εν τοσούτω, μετ' ολίγας ημέρας, φθίνοντος Σεπτεμβρίου η Σταυρούλα άδειασε το δωμάτιον, και φαίνεται ότι ανεχώρησε πράγματι από τας Αθήνας. Δύο ή τρεις ημέρας πριν φύγη οι πετεινοί δεν είχον ακουσθή εις την αυλήν.

Ακούς! να διώχνη, ο πρόστυχος, την εξαδέλφη του, για να μας κουβαλήση εδώ την παληοπατσαβούρα!... Όθεν, μετά δύο ή τρεις ημέρας, ο λαγουτιέρης, βλέπων ότι «ουδέν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται», εμάζωξε τα ρούχα του, επήρε την κασσελίτσαν του στον ώμον, το λαγούτο του υπό την μασχάλην, κ' επήγε να βρη, «την γυναίκα του, να νοικοκυρευθή». Τώρα έμεινεν η Σταυρούλα κυρίαρχος του δωματίου.

Κατ' ευτυχίαν το δωμάτιον είχεν έν μικρόν υπόγειον, πολύ ρηχόν, μισό μπόι το βάθος, με μίαν κλαβανήν. Εκεί κάτω έβαλεν η ξένη της κόττες της, να κατιάσουν. Είπεν ότι ονομάζεται κυρά Σταυρούλα. Εκείθεν κάθε βράδυ, κάθε μεσάνυκτα και κάθε πρωί, σχεδόν πάσαν ώραν της νυκτός και της ημέρας, ελαλούσαν βραχνοί και μεγαλόστομοι οι δύο πετεινοί.