United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι δε γραίαι δυσηρεστημέναι εναντίον του εύρον αφορμήν μίαν ημέραν που έγεινε ταραχή διά τον τρόπον τούτον του επιτρόπου και εκραύγασαν από της γυναικωνίτιδος: — Φωτοσβέστη!

ΓΕΡΩΝ Και τούτο είν' αφύσικον, κ' επίσης παρά φύσιν το έγκλημα που έγεινε. — Την περασμένην Τρίτην εκεί που υπερήφανα 'πετούσ' ένα ιεράκι μια κουκουβάγια τάρπαξε και τόκαμε κομμάτια!

Αλλ' επειδή μετ' ολίγας ημέρας το παιδίον απέθανεν, ο Αλέξανδρος ευρέθη εις αμηχανίαν και δεν είχε τι ν' απαντήση εις εκείνους οίτινες τον κατηγόρουν• ο καλός όμως Ρουτιλλιανός έφθασε μέχρι του ν' απολογήται αυτός υπέρ του μαντείου• και έλεγεν ότι ο θεός προείπεν ακριβώς ό,τι έγεινε και διά τούτο δεν παρήγγειλε να δοθή εις τον υιόν του κανείς εκ των ζώντων διδασκάλων, αλλ' ο Πυθαγόρας και ο Όμηρος, οίτινες προ πολλού είχον αποθάνει και τους οποίους ήτο επόμενον να συναντήση εις τον Άδην το παιδίον.

Αφ' ού είπε ταύτα ο Σωκράτης, έγεινε σιωπή, δια πολλήν ώραν· και ο ίδιος, καθώς φανερά εφαίνετο, ήτο συλλογισμένος με την ομιλίαν, την οποίαν έκαμε, καθώς και οι περισσότεροι από ημάς.

Μετά ταύτην την ενέδραν καμμία σημαντική πράξις εις την Δυτικήν Ελλάδα δεν έγεινε, μάλιστα τα στρατεύματα, μη έχοντα τροφάς και αναγκαζόμενα να εξοδεύωσιν εξ ιδίων, δεν είχον προθυμίαν να διαμείνωσιν επί πλέον εις Δραγαμέστον.

Αι, αι! ανακράζει ο μεγαλείτερος Παρσαλίδης, κύτταξε, κύτταξε, μαμά, πως έγεινε ο Γιωργάκης! σωστός μασκαράς. Και ταύτα λέγων σύρει την μητέρα του εκ της εσθήτος, ίνα ελκύση την προσοχήν αυτής επί το διασκεδαστικόν θέαμα.

Κατόπι ξανάλθε τ' ανεμόχολο με χοντρές στάλες βροχής, και της βροντής οι αντίλαλοι μας εσίμωναν. Ως που τ' ανάριο ανεμόβροχο έγεινε πυκνότατο κι ως που τ' αστροπελέκια τ' ουρανού έσκαγαν κατακεφαλής μας. Τότε σα νάνοιξαν αποπάνου μας καταρράχτες αρίφνητοι.

Και των μεν θείων πραγμάτων αυτός ούτος έγεινε δημιουργός, την γέννησιν δε των θνητών ανέθεσεν εις τα πλάσματα αυτού , ίνα τα δημιουργήσωσι.

Αλλ' η μνήμη αυτής έγεινε κατ' ολίγον ηρεμωτέρα, αι λεπτομέρειαι της αποπτάσης ευτυχίας επανήλθον όλαι εις την διάνοιάν της, και το μέγεθος της αμαρτίας αυτής περιέσφιγξεν ως διά σιδηρού κλοιού την καρδίαν της. Τα ενθυμήθη όλα, και ανελύθη εις δάκρυα πικρά.

Από στοχαζούμενος εργάτης του κόσμου έγεινε μονομιάς ο Πανάγος αχαλίνωτος ποιητής, παιχνίδι της φαντασίας. Μήτε τονειρεύουνταν, πρι να ξεκινήση από το σπίτι του, τέτοιο απερίμενο απάντημα. Νοικοκύρης συσταζούμενος καθώς είτανε, μ' αδέρφια και με φαμελιά καλονόματη στο χωριό του, άλλη έννοια δεν είχε ως την ώρα παρά τις ελιές του και το τουφέκι του.