United States or Christmas Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι Φιλέλληνες κ' οι γραμματισμένοι Ρωμιοί έπλασαν και την αντίληψη της μικρής Ελλάδας, εκείνην που έχουν οι Ελλαδικοί σήμερα, τοποθέτησαν την τωρινή Ελλάδα επάνω στην κλασική Ελλάδα, και είπαν: «Τα σύνορά της θα είναι και σύνορά σας, για να είναι η εικόνα σας πανομοιότυπη». Η βυζαντινή παράδοση πάλι, έφτειασε τη φαντασία μιας πολύ μεγάλης Ελλάδας, με κέντρο την Πόλη, ― ξαναδημιούργησε κι ανάστησε τη βυζαντινή αυτοκρατορία στα κεφάλια των Ελλήνων.

Η κερά Φωτάκαινα με το ράψιμό της, ο Κυρ Φωτάκης με μιαν εικόνα που πολεμούσε να την αποτελειώση κι ας είτανε νύχταζούσανε δε ζούσανε μήτε τόξερα μήτε ήθελα να το ξέρω. Άλλες φορές ακούγουνταν κάποτες η λαλιά της μικρής, μα τη βραδινή εκείνη μήτε η μικρή δεν ακούγουνταν. Και γιατί θαρρείς τάχα πως δεν ακούγουνταν; Είταν αποπίσω μου αυτή, μέσα στην απάνω την κάμαρα κ' έπλεκε.

Σκεφτόταν περισσότερο τη θεία του Νοέμι παρά την Γκριζέντα και του ερχόταν να κλάψει, να γυρίσει εκεί κάτω, να καθίσει πλάι της την ώρα που έραβε μες στην αυλή και ν’ ακουμπήσει το κεφάλι του στα γόνατά της, κάτω από το πανί που έραβε. Έπειτα όμως ντρεπόταν για το όνειρό του, και γύριζε στο παραθυράκι της μικρής, μοναχικής του κάμαρης για να δει τη μητρόπολη του Νούορο.

Όταν πήγανε στο Βασιληά την είδησι ότι ο Τριστάνος ξέφυγε από τη τζαμαρία της μικρής εκκλησίας, πρασίνισε από το θυμό του, και διέταξε τους ανθρώπους του να φέρουν την Ιζόλδη. Τη σέρνουν. Και εμφανίζεται η Ιζόλδη στο κατώφλι της αιθούσης, απλώνοντας τα λεπτά χέρια της που στάζουν αίμα. Μεγάλη βουή ανεβαίνει από το δρόμο: «Ω! Θεέ, λυπηθήτε την. Αγνή Βασίλισσα, Βασίλισσα τιμημένη.

Δεν έσωνε ως τόσο μήτ' αυτή η αναποδιά να το σβύση το φως της χαροκαμένης ψυχής του, κ' η χαρά του, ισκιωμένη θα πήτε από βαθιά συλλογή, φεγγοβολούσε πάντα στο ήμερο πρόσωπό του και το χαρίτωνε με το συνηθισμένο του το χαμόγελο· και δεν είταν και μικρό πράμα να δουλεύη τώρα για το καλό της μικρής.

Τα άσπρα περιστέρια γουργούριζαν, με τα κοραλλένια πόδια τους να ακουμπούν στο υπέρθυρο της μικρής πόρτας, κάτω από μια κληματίδα που σχημάτιζε μια χρυσή γιρλάντα πάνω από το σκοτεινό άνοιγμα της πόρτας. Και μέσα σ’ αυτό το σκηνικό η τοκογλύφος έγνεθε, με τα μικρά, γυμνά της πόδια μέσα στις κεντητές παντόφλες και τη μαντίλα διπλωμένη στο κεφάλι.

Δυο πολιτικά προγράμματα είχαν μπρος τους για να διαλέξουν, προγράμματα βασισμένα το καθένα σε κάποια διανοητικότητα, διαφορετική από την άλλη. Η μια πολιτική, Ελλαδική, κρατική. Η άλλη, Πανελλήνια, εθνική. Η πρώτη ανταποκρίνεται στην έννοια και στην ιδανική αντίληψη του Κράτους. Η άλλη στην έννοια και στα ιδανικά του Έθνους. Η μια, παίρνοντας αρχή και αφετηρία τον πυρήνα της μικρής Ελλάδας.

Έκαμε πάλε το πλήθος ναντισταθή, μα ο εχτρός είταν τώρα καλά οργανισμένος, κι' άλλο δε βγήκε από τη στάση εκείνη παρά που καήκανε δυο δημόσια χτίρια, η Αγιά Σοφιά και το Σενάτο, καθώς και μερικά σπίτια. Τον πήραν και τον έφεραν τον Ιεράρχη στην Κουκουσό της Μικρής Αρμενίας, απάνω στ' αδιάβατα όρη του Ταύρου. Σκοπός τους είτανε να τονέ θανατώσουνε με το μακρινό αυτό ταξίδι.

Χωρίς να προφέρη λέξη γύρισε και πήγε στη μικρή κάμαρα του Σβεν. Έμεινε πολλή ώρα εκεί κι όταν ξαναγύρισε, είδα πως είχε κλάψει, όχι όμως από θλίψη. Εκεί όμως που καθόμουνα μόνος και την περίμενα, συλλογίστηκα πως δεν είχε ανοίξει ποτέ μπροστά μου την πόρτα της μικρής κάμαρας και να μπη μέσα να κάμη την προσευχή της.

Ημέρα την ημέρα καμιά φορά μπήκε Μεγαλοβδόμαδο. Τ' Αργύρη η μάνα πρόσμενε μαγωνιά μεγάλη και χαρά τρανή, νάρθη η Μεγάλη Λαμπρή, για να δεχτή το χαιρετισμό του γιου της· να λάβη κ' είδηση για τον Αργύρη της τον ακριβό. Του Νάκο-Μήτρα το χωριό εσήκονε τόρα μεγάλη Ανάσταση. Οι καμπάνες της μικρής του εκλησούλας έστελναν τον αχό τους πέρα περιανά κι αντιλάλαε ο κάμπος.