United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν μπορώ να λησμονήσω την αγωνία, που με κυρίεψε τον καιρό αυτό. Η αγωνία μου ερχότανε τη νύχτα, όταν καθόμουνα μόνος μπρος στο τραπέζι μου. Με ακολουθούσε, σαν πήγαινα να ησυχάσω, και κάθιζε στην άκρη του κρεβατιού μέσα στο σκότος, εκεί που έμενα άγρυπνος κι ακροαζόμουνα την αναπνοή της γυναικός μου για να βεβαιωθώ πως κοιμάται. Μια σιωπή, παράξενη σιωπή βασίλευε αναμεταξύ μας τον καιρό αυτό.

Παράγγειλα να μου φέρουν ένα αμάξι και την ίδια στιγμή που έκανα αυτό σκέφτηκα πως έπρεπε να φάω. «Ο Σβεν πέθανε», συλλογίστηκα. «Δε θα τονέ βρω ζωντανό, άμα φτάσω σπίτι. Άμα όμως φτάσω δεν πρέπει να είμαι νηστικός και κουρασμένος. Πρέπει να είμαι σε θέση ναγρυπνήσω και να παρηγορήσω τη γυναίκα μουΌλα αυτά περάσανε στο νου μου εκεί που καθόμουνα και περίμενα το αμάξι.

Τότε έσκυψε η μαμά και χάδεψε τα μαλλιά του μικρού αδελφού, χωρίς όμως να το δη εκείνος άπλωσε το άλλο χέρι της και ζήτησε το δικό μου και το έσφιξε σπασμωδικά. Μια νύχτα καθόμουνα μόνος στην κάμαρά μου κ' ήξερα πως την άλλη μέρα θα ερχόντανε οι γιατροί και θαποφασίζανε για τη ζωή ή το θάνατο του μικρού Σβεν.

Πούθε το ήξερε; Ή πώς μπορούσε να το λέη με τόση βεβαιότητα, αν δεν ήξερε τίποτε; Είτανε μια απλή σύμπτωση; Και μπορεί να λέη κανένας σύμπτωση ό,τι δεν μπορεί να εξηγήση; Καθόμουνα ώρες κοντά στο κρεβάτι της γυναίκας μας κ' έβγαινα μονάχα έξω για να παίρνω αέρα ή να ησυχάζω.

Γιατί είχα δυσπιστήσει σ' αυτή, είχα δυσπιστήσει στην αγάπη της, αφού δεν άφινε να τη φέρω από τα θάνατο στη ζωή, για να ζήση μαζί μου. Τώρα έπαψε πια η αντίστασή της. Το αιστανόμουνα κάθε στιγμή που καθόμουνα κοντά της, σε κάθε λόγο που μου μιλούσε. Είτανε σαν η αρρώστεια να τα σάρωσε όλα μέσα της και σα να ξαναγύρισε η Έλσα καθαρισμένη κ' εξαγνισμένη.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ Ποτέ δεν θα μπορούσα να κρίνω τα ουράνια, αν ίσως δεν κρεμούσα τον νου μου και τη σκέψι μου, πούνε λεπτή κ' εκείνη, εις τον αγέρα τον λεπτόν, ένα μ' αυτόν να γίνη. Στα κάτω αν καθόμουνα κ' εκύτταζα ταπάνω, δεν θα μου ήταν δυνατόν εφεύρεσι να κάνω• γιατί τραβά της σκέψεως την υγρασία το χώμα, πράμα που και στα κάρδαμα παρατηρείται ακόμα. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Κ' ήλθες γιατί;

Όταν όμως καθόμουνα στο τραίνο και γύριζα στη Στοκχόλμη για ναρθώ πάλι από κει στο σπίτι μου, με κυρίεψε τόση αγωνία, που δεν μπορούσα να τη νικήσω. Λίγο πρι να φύγω, είχα μιλήσει στο τηλέφωνο με τη γυναίκα μου. Άκουσα από μακριά τη φωνή της να τρέμη από χαρά: Ο Σβεν πηγαίνει καλήτερα! Κάθησε στο κρεββάτι και γέλασε και φλυάρησε.

Μέσα σε διόρθωσες κ' εργασία κάθε λογής, μέσα στις συχνές αδιαθεσίες της γυναικός μου και σε μια νευρικότητα, που έκαμε όλο το είναι μου να φαίνεται σα μια χορδή τεντωμένη, σηκωνόμουνα πρωί κ' έκλεβα τον καιρό κ' έγραφα. Τη νύχτα καθόμουνα ως τις δυο.

Ήξερα πως θα είτανε δυο, γιατί ο δικός μας γιατρός ήθελε να συμβουλευτή έναν ειδικό· δεν τολμούσε πια να πάρη απάνω του μόνος την ευτύνη. Καθόμουνα μόνος, η λάμπα είταν αναμμένη κ' είχα μπροστά μου το χειρόγραφο, απ' όπου λείπανε τα τελευταία κεφάλαια. Είχα καλονυχτίσει τη γυναίκα μου και της είπα πως ήθελα να εργαστώ.

Δεν εννοούσα γιατί καθόμουνα εκεί και γιατί ήθελα να κάμω αυτόν το δρόμο μέσα στη δυνατή βροχή, αυτόματα όμως, όπως και πρωτήτερα, είπα του αμαξά: — Γλήγορα, όσο μπορεί να τρέξη το άλογο. Το μικρό παιδί μου πεθαίνει. Ο αμαξάς μας είχε φέρει με το αμάξι του πολλές φορές. — Είναι το μικρό αγοράκι, που είναι τόσο ωραίο; ρώτησε.