United States or Comoros ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι γιατροί είπαν ότι ο Μόρχολτ είχε βυθίσει στη σάρκα του δηλητηριασμένο ξίφος, και καθώς με τα φάρμακά τους και τη θεριακή τους δεν μπορούσαν να τον κάμουν καλά, τον άφησαν στη φύλαξι του Θεού.

ΑΡΓΓΑΝ Μα επί τέλους, αδελφέ μου, υπάρχουν άνθρωποι σαν εσένα σοφοί και σαν εσένα ευφυείς· βλέπομε εν τούτοις ότι όλος ο κόσμος, όταν αρρωσταίνει, καταφεύγει στους γιατρούς. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Είνε δείγμα της ανθρωπίνης αδυναμίας και όχι της αληθείας και της τέχνης των. ΑΡΓΓΑΝ Οι γιατροί όμως θα την πιστεύουν αληθινή την τέχνη των, αφού την μεταχειρίζονται και για τον εαυτόν τους.

Πραγματευτάδες, Αρχιερείς, Γιατροί, οι λεγάμενοι Άρχοντες κ' Ευγενείς, και ξεχωριστά το μέγα πλήθος των μαθητάδων στα σκολιά ενθουσιάστηκαν για την γλώσσαν των προπατόρων τους, και ήταν δίκαιον να την κληρονομήσουν.

Αφτούς γιατροί με τα πολλά βοτάνια τους κοιτάζουν και τους γιατρέβουν τις πληγές. Μα εσύ καρδιά δεν έχεις! Σαν τέτιο πάθος που βαστάς πεισματικά στα στήθια 30 θεός να σώζει, ω της κακής της ώρας παλικάρι!

Θέλω να βάλω στην οικογένειά μου ανθρώπους που να μου είνε χρήσιμοι. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Με τη λογική αύτη, αν η μικρή σου κόρη ήταν μεγάλη θα την επάντρευες μ' ένα φαρμακοποιό. ΑΡΓΓΑΝ Γιατί όχι; ΒΕΡΑΛΔΟΣ Είναι λογικόν να σε περιτριγυρίζουν αιωνίως οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί και να θέλης να είσαι πάντοτε άρρωστος στο πείσμα των ανθρώπων και της φύσεως; ΑΡΓΓΑΝ Τι εννοείς, αδελφέ μου;

Όχι, ρε Μήτσο, είπε ο άλλος. Να μην τον δη έτσι η γυναίκα του. Άσε να τονέ δέσουνε πρώτα οι γιατροί στη σπετσαρία. — Στο σπίτι! Καλύτερα στο σπίτι! είπε ο χτυπημένος. Δεν έχω τίποτα. Στο σπίτι να με πάτε! Τα μάτια του σκορπίσανε μια παράξενη λάμψι. — Στο σπίτι σας λέω! ξαναείπε. — Μη συχύζεσαι, Γιώργη! είπε ο Μήτσος. Σα θέλης στο σπίτι, στο σπίτι σε πάμε...

Έτρεξαν οι γιατροί, μαζεύτηκαν όλοι γύρω της. Μα η γιαγιά δεν εμίλησε. Μέρες πολλές δεν έβγαλε λόγο. Καθότανε σαν πεθαμένη στο κρεββάτι της και μόνο κινούσε κάποτεκάποτε το δεξί της χέρι στον αέρα, για να ζητήση κάτι. Εγώ έμπαινα κρυφά στην κάμαρά της, της έπιανα το χέρι της και το φιλούσα. — Γιαγιά! άνοιξε το στόμα σου, γιαγιά, και πες μου τι έγινε το βασιλόπουλο. Πες μου το εμένα κρυφά.

Όλη νύκτα εκλαίαμε γονατιστοί εις το προσκέφαλό της και της εφιλήσαμε χέρια και πόδια, κι' ούτε μας αποκρίνουνταν, ούτε γύρισε να μας δη. Εφοβούμεθα πως είνε κακιωμένη μαζί μας. Επειτα ήλθαν δύο γιατροί και μας είπαν ότι είχε τρελλαθή. Τους γιατρούς εσυντρόφευεν ο αστυνόμος.

Εν γένει δεν σε πιάνει κανέν από τα σοβαρά νοσήματα, αλλά, και αν σούρθη καμμιά φορά κανένας ελαφρός πυρετός δεν τον αφήνεις να σε κυριεύση, αλλ' αφού τον υποφέρεις ολίγον, σηκώνεσαι και τον τινάζεις πέρα, αυτός δε φεύγει τρομασμένος που σε βλέπει να πίνης κρύο νερό και ν' αδιαφορής τελείως δι' όσα λέγουν οι γιατροί.

Τότες άρχεψε να ψευτίζη και την τέχνη του λίγο ο Ζώης, για να κερδαίνη πλιότερα. Η λεχωνιά όμως της γυναίκας του δεν επήγαινε καλά. Είχεν ανάψει θέρμη βαριά 'ςτό κορμί της, κι' οι γιατροί πούχε καλέσει ο Ζώης, οι καλλύτεροι γιατροί των Γιαννίνων, έφευγαν από το σπίτι του με κατεβασμένα φρύδια. Κάποτε κι' όλας φανέρωσαν σε κάποιον 'ςτή γειτονιά ότ' η λεχώνα κιντύνευε.