United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα ο Νίκος είχε γίνει αέρας Σαν απόμεινε η Λιόλια μονάχη της, πήγε σε μια γωνιά της κάμαρης κι άρχισε, απ’ το φόβο κι απ’ τη συγκίνησή της, να σκούζη σα μικρό παιδάκι: παιδάκι ήτον ακόμα το κακόμοιρο το κορίτσι και δεν τούχαν τύχει ποτέ του τέτοια φοβερά περιστατικά.

Σκεφτόταν περισσότερο τη θεία του Νοέμι παρά την Γκριζέντα και του ερχόταν να κλάψει, να γυρίσει εκεί κάτω, να καθίσει πλάι της την ώρα που έραβε μες στην αυλή και ν’ ακουμπήσει το κεφάλι του στα γόνατά της, κάτω από το πανί που έραβε. Έπειτα όμως ντρεπόταν για το όνειρό του, και γύριζε στο παραθυράκι της μικρής, μοναχικής του κάμαρης για να δει τη μητρόπολη του Νούορο.

Κύτταζε κ' η Βεργινία από πάνω απ’ τη μάντρα της αυλής της κι από το μόνο παράθυρο της κάμαρης της κ' έπαιρνε κουράγιο κ' ελπίδα από τη χαρά της αλαργινής χλόης κι από της θάλασσας τη λάμψη, τη γλαυκή κι αμάραντη, πως σαν ερχόταν το καλοκαίρι και πιάναν οι ζέστες, θε να δυνάμωνε κι αυτή και θε να στερέωνε η υγεία της.

Κι απόμειναν οι τρεις μονάχοι- Της φώναξε αχνά της Λιόλιας η Βεργινία και της είπε να πάρη τα κλειδιά, να βγάλη λάδι απ’ το ντουλάπι της κουζίνας και να ψήση τα ψαράκια πούχε φέρει ο Νίκος αποβραδύς, να βράση το γάλα και ταυγά,. . Τα γλήγορα κι αλαφρά πατήματά της απηχήσανε στα σανίδια της κάμαρης κ' έξω στις πλάκες της αυλής.