United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέτοια όμως μακρινή και φουρτουνιασμένη βασιλεία πάντα σε κάμνει και θαρρείς πως κάθε της περιστατικό, και μάλιστα λυπητερό, είτανε σα γραμμένο της. Το θλιβερό ιστορικό που μας έρχεται στ' αλήθεια σα μαυρίλα στην ιστορία του Ιουστινιανού είναι τα κακά στερνά του Βελισάριου.

Το λυπητερό όμως δράμα που άρχισε μαζί με τον πόλεμο τω Φαρσάλων είχε και δεύτερη, και τρίτη πράξη. Δεν πέρασαν πολλά χρόνια, και παρουσιαστήκανε στην Ελλάδα νέοι πολεμόχαροι αρχηγοί, ο Βρούτος με τον Κάσσιο από τη μια, ο Αντώνιος με τον Οχτάβιο από την άλλη.

Το στήθος του βαραίνει και του δυσκολεύει τον ανασασμό. Πλησίασε σ' ένα παράθυρο, τ' άνοιξε κ' έρριξε τις ματιές του έξω, στο δικό του και στα γειτονικά χτήματα. — Τι κάνει εκεί κάτω αυτός ο παλαβός! εμουρμούρισε άξαφνα. Χαμόγελο λυπητερό φάνηκε στα χείλη του, σα να ξέχασε τη στενοχώρια του. Ακκούμπησε στο παράθυρο και προσηλώθηκε όξω. Κύτταξε αντίκρυ του το μικρούτσικο μετόχι του Ευμορφόπουλου.

Οι Ιουδαίοι, και πρέπει ναναφερθή τούτο προς δόξα τους, δεν εννοούσανε ν' αφήσουνε θρησκεία και κάθε ιερό και πατροπαράδοτο δίχως να πολεμήσουν. Μόλις πέρασαν άλλα είκοσι χρόνια, και ξέσπασε τέλος η εθνική συνείδηση του Ιουδαϊσμού. Λυπητερό δράμα, που θα ταπόφευγαν ίσως οι Ιουδαίοι, αν είχανε μετρημένη τη δύναμή τους, αν είχανε και το δικό μας τον ξεπεσμό.

Οι ναύτες έσκυφταν αμέσως το κεφάλι κ' εσκορπούσαν κατακόκκινοι από ντροπή, σαν παρθένες άβγαλτες, με λυπητερό χαμόγελο στα χείλη και μ' ένα δάκρυ, ψιλόψιλό και αόρατο στην τριανταφυλλένια βρύση των ματιών τους.

Αχ, τι λυπητερό πράμα να βλέπη κανείς ένα νέο δεντράκι να λυγάη για το χατίρι ενός σφουγγαρόπαννου ίσαμε κοντά να σπάση και να τρέμη σύγκλαρο για πολλήν ώρα, απ’ το πόνο του! Μα πιο λυπητερό ακόμα ήτονε να βλέπατε τη νέα γυναικούλα να κρυφοβογκά και να σέρνεται, στραγγίζοντας στα πόδια της, χωρίς να θέλη να τομολογήση στον ίδιο τον εαυτό της.

Η χλωμή λάμψι που ανάδιναν τα κληματοφρύγανα, με το λυπητερό τους, σαν παράπονο, τριζοκόπημα στη φλογισμένη αγκαλιά του φοβερού στοιχείου, ήταν σε μιαν άκρη αντίθεσι, με τον βαθυγάλαζο, τον ατελείωτο ουράνιο θόλο με τ' αμέτρητα, τα διαμαντένια του άστρα, που με το εξαίσιο, τρεμουλιαστό λαμποκόπημά τους, έχυναν την άσβεστη φεγγοβολή τους στο χωρικό δείπνο.

Κ' η ζωντανή γλώσσα ποια είναι; Είναι η γλώσσα του λαού, που όσο κι αν τη χάλασε κι αν προσπάθησε να τη χαλάση η καθαρέβουσα, είναι ολοζώντανη η γραμματική της. Είναι βέβαιο, μάλιστα, είναι βέβαιο και λυπητερό πως η καθαρέβουσα μάς έβγαλε στη μέση ένα είδος μισή γλώσσα, ένα είδος μειξολαλιά , που λεν οι γλωσσολόγοι. Εμείς έχουμε τώρα να την ξαναφτειάξουμε στα βιβλία μας, τη γλώσσα του λαού.

Φεύγοντας ο φονιάς, ο πιστός Γκεσούλης ζύγωσε το νεκρό, στρώθηκε καταγής και βάζοντας το κεφάλι του ανάμεσα στα μπροστινά του τα πόδια, άρχισε το λυπητερό γουρλητό ως το πρωί, κλαίγοντας τον πολυαγαπημένο του τον αφέντη κι' ευεργέτη του.

Αυτό όχι μονάχα δεν το είχε, παρά και το ενάντιο δίδασκε. Τέτοια φερσίματα προς τους νόμιμους Κυβερνήτες ενός Τόπου, μα Γότθοι είναι, Ρωμαίοι είναι, ένα και μονάχο τέλος θα φέρουν· κ' ήρθε το λυπητερό το τέλος, ξέσπασε το κακό. Μοιράστηκε η Πρωτεύουσα σε δυο στρατόπεδα· τόνα με το Χρυσόστομο, τάλλο καταπάνω του.